
Με το πέρασμα στον 21ο αιώνα καθίσταται αντιληπτή η άμεση ανάγκη για έναν ψηφιακό μετασχηματισμό συναρτώμενο με όλες τις εκφάνσεις του κοινωνικο – οικονομικού βίου του σύγχρονου ατόμου. Ο πολιτιστικός κλάδος σε μία έκδηλη προσπάθεια προσαρμογής και υιοθέτησης όλων των νέων μοντέλων/μεθόδων που επιτάσσει η συνεχώς εξελισσόμενη τεχνολογία του διαδικτύου στρέφεται προς έννοιες όπως αυτές τις ψηφιοποίησης, εξατομίκευσης, εμβύθισης, αλληλεπίδρασης και επαύξησης. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός του σύγχρονου μουσείου συνιστά βασικό πεδίο έρευνας και ανάπτυξης.
Το μουσείο της νεωτερικότητας σταδιακά αναδιαρθρώνεται ψηφιακά έως ότου φτάσει στο σήμερα, όπου οι Τεχνολογίες Πληροφορίας και Επικοινωνίας (ΤΠΕ) ενέχουν ρόλο δρομοδείκτη, η εκπαίδευση στο μουσείο τείνει να αποκτήσει χαρακτήρα παιγνιώδη, ανακαλυπτικό, ευθέως ενεργητικό και διαδραστικό.
Η τεχνολογική ανασύσταση του σύγχρονου μουσείου
Το σύγχρονο μουσείο καλείται να αποποιηθεί τη μέχρι πρότινος παγιωμένη όψη ενός αποστειρωμένου περιβάλλοντος όπου ο επισκέπτης ενείχε ρόλο παθητικού δέκτη. Η αναζήτηση νέας ταυτότητας αντικατοπτρίζεται στην προσπάθεια στοιχειοθέτης ενός νέου ορισμού του μουσείου (η αποστολή σύνταξης αναθεωρημένου ορισμού ξεκίνησε από το 2016 έως ότου ολοκληρωθεί επιτυχώς η διαδικασία στις 24 Αυγούστου 2022, όπου η Έκτακτη Γενική Συνέλευση του ICOM ενέκρινε την πρόταση της Διαρκούς Επιτροπής με ποσοστό 92,41%). Ο ψηφιακός μετασχηματισμός των μουσείων τίθεται ως βάση πέριξ της οποίας διαρθρώνεται η όποια απόπειρα ανασύνταξης.
Οι κατευθυντήριες γραμμές επί των οποίων θα επαναπροσδιοριστεί ο ρόλος των μουσείων και των πολιτιστικών φορέων εν γένει, σχετίζονται με την ανάγκη εκδημοκρατισμού, συμπερίληψης, αποδοχής και ενεργοποίησης σε ό,τι αφορά τις ετερόκλητες ομάδες κοινού. Η νέα μουσειακή εμπειρία μετασχηματίζεται ψηφιακά συνδυάζοντας με τρόπο ευρηματικό τη μάθηση και τη ψυχαγωγία. Οι νέες τεχνολογίες, όπως αυτή της Εικονικής Πραγματικότητας, συνιστούν βασικά εργαλεία με την εκλογικευμένη χρήση των οποίων επιτυγχάνεται η πολυπόθητη εμπλοκή του επισκέπτη.
Η Νέα Μουσειολογία υπογραμμίζει τη μετατόπιση του ενδιαφέροντος από το ίδιο το αντικείμενο (έκθεμα) στην ερμηνεία αυτού και κυρίως στα εποπτικά μέσα με τα οποία αυτή μπορεί να επιτευχθεί. Το μουσείο του 21ου αιώνα απεκδυόμενο το ρόλο της αυθεντίας αποπειράται να υιοθετήσει καινοτόμες εκπαιδευτικές μεθόδους, οι οποίες άπτονται της τεχνολογικής προόδου. Μέσα από μοντέλα μάθησης που ενθαρρύνουν τη συμμετοχή, τη διάδραση, την όξυνση της κριτικής σκέψης και την παρείσφρηση της προσωπικής (ήδη υπάρχουσας) εμπειρίας, ο επισκέπτης είναι σε θέση να ερμηνεύσει κατά το δοκούν τα αντικείμενα και τα νοήματα που αυτά φέρουν. Τα αντικείμενα ως opera aperta επιδέχονται ποικίλων ερμηνειών, ενισχύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο ακόμα εναργέστερα την πολυφωνία που αναζητούν οι σύγχρονες θεωρίες του υλικού πολιτισμού. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός του σύγχρονου μουσείου οφείλει να συμπορεύεται με τις υψηλές αξίες που χαρακτηρίζουν τα κοινωνικά φαινόμενα, όπως αυτά διαμορφώνονται με σημερινούς όρους.

Ψυχαγωγία και μάθηση μέσω της χρήσης ΤΠΕ στο μουσείο
Στόχος του μουσείου είναι η διαμόρφωση μιας ολιστικού τύπου εμπειρίας για τον επισκέπτη. Αυτό το ζητούμενο εξυπηρετείται μέσω της χρήσης των σύγχρονων ψηφιακών μέσων. Εμβυθιστικές εφαρμογές με χρήση Εικονικής Πραγματικότητας (Virtual Reality) και Μεικτής Πραγματικότητας (Mixed Reality), εκπαιδευτικά παιχνίδια, 3D animations, σταθμοί πληροφόρησης (infokiosks), ειδικά διαμορφωμένοι ιστοχώροι διάδρασης που προωθούν τη μάθηση συναρτήσει της ψυχαγωγίας (στα αγγλικά ο όρος αποδίδεται ως edutainment) – υπερμέσα εν ολίγοις τα οποία βοηθούν στη διάδοση της πληροφορίας με τρόπο πολυαισθητηριακό. Με την ενσωμάτωση λοιπόν των ΤΠΕ το μουσείο της νεωτερικότητας μετασχηματίζεται ψηφιακά σε ένα μετα – τόπο (meta-place) όπου καθετί το αναλογικό, το φυσικό επιδέχεται επαύξησης παίρνοντας έτσι τη μορφή του δυνητικά πραγματικού.
Αυτά τα περιβάλλοντα διεπαφής συνιστούν το αποτέλεσμα που προκύπτει από τη συνέργεια ανάμεσα στο ανθρώπινο δυναμικό ενός μουσείου (μουσειολόγοι, μουσειοπαιδαγωγοί, επιμελητές εκθέσεων, ξεναγοί) και σε ειδικούς από το χώρο της πληροφορικής. Αυτή η αναθεωρημένη και πολλά υποσχόμενη όψη του σύγχρονου μουσείου προκύπτει ακριβώς από τη συνεργασία ετερόκλητων ειδικοτήτων, από το συγκερασμό θεωρίας και πράξης με απώτερο στόχο τη γνωστική/συναισθηματική εμπλοκή (engagement) και την προσομοίωση της μάθησης με παιχνίδι (στα αγγλικά η φράση αποδίδεται ως game-based learning). Σε αυτά τα περιβάλλοντα όπου η εισχώρηση ψηφιακών εργαλείων αυξάνεται ραγδαία, η «παιχνιδοποίηση» (στα αγγλικά ο όρος αποδίδεται ως gamification) τείνει να αποκτά ρόλο πρωταγωνιστικό.
Αξίζει εντούτοις να σημειωθεί ότι αυτή η ανάγκη για συνεργασία και συν-δημιουργία δεν αποτελεί επιταγή της εποχής που διανύουμε. Ανέκαθεν προέκυπτε αυτό το ζητούμενο, ιδίως σε ό,τι αφορά την ελληνική μουσειακή πραγματικότητα. Με την έλευση της πανδημίας, το απλό ζητούμενο μετατράπηκε ευθέως σε αναπόδραστη υποχρέωση. Τα μουσεία και οι πολιτιστικοί φορείς εν γένει «αναγκάστηκαν» να εκσυγχρονιστούν, να μετασχηματιστούν ψηφιακά, να επαναπροσδιορίσουν το ρόλο και τη θέση τους στην κοινωνία. Σε μια κοινωνία, που όπως όλα δείχνουν, ψάχνει να βρει τη χαμένη της ταυτότητα πάνω σε ηθικοαξιακά και οικονομικά συστήματα που ταλαντεύονται. Πολιτισμός και τεχνολογία συμπορεύονται σε μια διαδρομή όπου η μη λελογισμένη χρήση των εργαλείων μπορεί να επιφέρει κινδύνους και αλλοιώσεις.

Μειονεκτήματα και προβληματισμοί αναφορικά με τη χρήση των ΤΠΕ
Στα πλαίσια αυτού του κυκεώνα εννοιών (νεόκοπων αλλά και ήδη υπαρχουσών), εκπαιδευτικών μοντέλων, διαρκώς εξελισσόμενων τεχνολογιών, το ζήτημα του ρόλου του σύγχρονου μουσείου στη ψηφιακή εποχή οφείλει να εξεταστεί ολιστικά. Σηματοδοτώντας με τον τρόπο αυτό το εφαλτήριο για τη διεξαγωγή μιας συζήτησης όπου συνεξετάζονται τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα των ΤΠΕ στα πλαίσια ενός κοινού στόχου – της ανάδειξης της πολιτιστικής κληρονομιάς και της ενίσχυσης του εκπαιδευτικού χαρακτήρα του μουσείου.
Τί συμβαίνει στα παρασκήνια ενός πολιτιστικού φορέα που βρίσκεται σε διαδικασία ψηφιακού μετασχηματισμού; Η τεχνολογία και τα εργαλεία που αυτή μας παρέχει δεν ενέχουν κατ’ αποκλειστικότητα θετικό πρόσημο. Το υψηλός κόστος που τα συνοδεύει, η εξατομίκευση που συνεπάγεται της χρήσης αυτών κατά τη μουσειακή εμπειρία, συνιστούν ορισμένα μόνο από τα σημεία που εγείρουν προβληματισμούς σε κοινό και ειδικούς. Βασικό μέλημα μιας ομάδας εργασία είναι η αποφυγή κατακερματισμού της αυθεντικότητας της μουσειακής εμπειρίας στο βωμό μιας στείρας υιοθέτησης των επιταγών της σύγχρονης υλικοτεχνικής εποχής. Ακόμα και στη χρήση των νέων τεχνολογιών υπάρχει σαφής κορεσμός. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός του σύγχρονου μουσείου οφείλει να διέπεται από κανόνες και οριοθετημένη στοχοθεσία.
Το βάρος επικάθεται περισσότερο στο ερώτημα του «πώς» θα συνδυαστούν ο αναλογικός με το ψηφιακό κόσμο, παρά στο «αν». Επανερχόμαστε και πάλι λοιπόν στο ζήτημα της σύμπραξης! Δεν αρκεί να συγκροτήσουμε ένα τρισδιάστατο περιβάλλον με εντυπωσιακά γραφικά όπου ο χρήστης/επισκέπτης του εικονικού μουσείου θα απολέσει κάθε φυσική επαφή και διάδραση αποδεχόμενος κάθε προβαλλόμενη πληροφορία ως απολύτως αληθή και ακριβή. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός των μουσείων οφείλει να πραγματοποιηθεί λαμβάνοντας υπόψη όλες τις πιθανές παραμέτρους, καλύπτοντας κάθε πιθανό κενό, δημιουργώντας πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη γόνιμου προβληματισμού με στόχο την εκ των έσω εξέλιξη και ανάπτυξη.
Η αποσπασματικότητα της πληροφορίας πάνω στην οποία στηρίζονται όλα εκείνα τα τεχνολογικά μέσα με τα οποία δομούνται οι εικονικές αναπαραστάσεις που ενσωματώνονται στα εικονικά μουσεία, δημιουργεί ανακρίβειες και κενά. Αυτές οι στρεβλώσεις καμουφλάρονται από τα εντυπωσιακά αποδοσμένα τρισδιάστατα γραφικά τα οποία με τη σειρά τους υφαρπάζουν μεν το ενδιαφέρον και τη φαντασία του χρήστη, αποπροσανατολίζουν δε από το πραγματικό έκθεμα (στοιχείο του αναλογικού κόσμου).
Ο εξ ορισμού διαμορφωμένος σκοπός του μουσείου επομένως μοιάζει να αίρεται.

Όντας οργανικό τμήμα του πολιτικο – κοινωνικού γίγνεσθαι, το μουσείο της νεωτερικότητας οφείλει να βρίσκεται σε αρμονία με τις ανάγκες του σύγχρονου ατόμου, μιας και η Νέα Μουσειολογία έστρεψε το ενδιαφέρον σε αυτόν (ανθρωποκεντρική προσέγγιση). Τα μουσεία και οι πολιτιστικοί φορείς εν γένει δεν αποτελούν ιερά άβατα με αυστηρά και ανελαστικά κανονιστικά πλαίσια. Αντιθέτως, οφείλουν να μετασχηματιστούν ψηφιακά, να λειτουργήσουν ως πολιτιστικές πύλες (στα αγγλικά ο όρος αποδίδεται ως cultural portals) που ενθαρρύνουν τη μετάβαση στη ψηφιακή εποχή, ως ανοιχτοί χώροι δημιουργικής διάδρασης, κοινωνικοποίησης και εμπλοκής επιφέροντας έτσι την πολυπόθητη πνευματική και συναισθηματική ανάπτυξη μέσω της προσεκτικής και καταλλήλως σχεδιασμένης χρήσης πολυμεσικών εργαλείων.
Πηγές & Βιβλιογραφικές Αναφορές:
Δάλλας, Κ. (2008). Θεωρήσεις του ψηφιακού. Τετράδια Μουσειολογίας (5), σσ. 61-65.
Οικονόμου, Μ. (2009). Αξιολογώντας την αποτελεσματικότητα των νέων τεχνολογιών σε χώρους πολιτιστικής κληρονομιάς: Μαθήματα από τρεις μελέτες περίπτωσης στην Ιταλία, στο Βέλγιο και στην Ελλάδα*. Τετράδια Μουσειολογίας, σσ. 37-45.
Συλαίου, Σ. (2020). Μουσείο και Μουσειακή Εκπαίδευση στην ψηφιακή εποχή . Θεσσαλονίκη: Μπαρμπουνάκης.
Lehn, D. (2009). Άμεση και έμμεση εμπλοκή των επισκεπτών με εκθέματα βασισμένα στην υπολογιστική τεχνολογία: Η χρήση του βίντεο ως μέσου για την αξιολόγηση συστημάτων ΤΠΕ* στα μουσεία. Τετράδια Μουσειολογίας , σσ. 30-36.
Oksana V. Anikina, E. V. (2015). Edutainment as a modern technology of education. Procedia – Social and Behavioral Sciences 166, σσ. 475-479.
Press, G. (2021, December 6). The Next Stage In The Digital Transformation Of Museums. Forbes.