
Η ταινία «Άγριες φράουλες» του Ingmar Bergman, έχει ένα αλληγορικό και πλούσιο σε νοήματα περιεχόμενο, που αναδεικνύει τη σύγκρουση και σύνθεση των ενορμήσεων στην ψυχική ζωή. Το αποτέλεσμα αυτής αποτυπώνεται με γλαφυρότητα στο χαρακτήρα, τις επιλογές και τις σχέσεις του κεντρικού ήρωα, Ισαάκ Μποργκ.
Η υπόθεση
Ο κεντρικός ήρωας ζει όλη του τη ζωή μόνος με μόνη συντροφιά την οικιακή βοηθό του. Αποκομμένος από τις κοινωνικές σχέσεις, είναι ένας ευυπόληπτος γιατρός, που αγγίζει τα όρια της μισανθρωπίας. Ιδιότροπος, ψυχρός κι εγωιστής, ετοιμάζεται πλέον στα γεράματά του να ταξιδέψει για να λάβει το βραβείο του. Το ταξίδι ήταν προγραμματισμένο με αεροπλάνο. Ωστόσο, ξυπνώντας, το ακυρώνει και αποφασίζει να ταξιδέψει με το αμάξι. Η απόφασή του είναι επηρεασμένη από ένα όνειρο που είδε το βράδυ. Έτσι, η ταινία είναι αφιερωμένη στο ταξίδι του ήρωα για την παραλαβή του βραβείου, με μια ενδιαφέρουσα διαδρομή. Την ίδια στιγμή, η συμβολική σημασία του ταξιδιού, είναι το εσωτερικό ταξίδι με σκοπό την επίγνωση.
Ο κεντρικός ήρωας
Η ταινία ξεκινά με την εξής φράση του κεντρικού ήρωα, καθισμένο στο γραφείο του. «Οι σχέσεις μας με τους άλλους περιλαμβάνουν κυρίως κουβέντες και κρίσεις για τη συμπεριφορά και τον χαρακτήρα του γείτονα. Γι’ αυτό κι εγώ έχω παραιτηθεί από όλες σχεδόν τις λεγόμενες ‘’κοινωνικές επαφές’’. Εξαιτίας αυτού έχω μείνει μόνος τώρα στα γεράματά μου». Ο άνθρωπος έχει ανάγκη από κοινωνικές επαφές. Δεν μπορεί χωρίς αυτές. Όπως πολύ σοφά το είχε θέσει ο Αριστοτέλης, «ο άνθρωπος είναι φύσει ζώον πολιτικόν». Αν αποκοπεί από τις κοινωνικές συναναστροφές, μοιάζει να πηγαίνει κόντρα στη φύση του. Αν σκεφτούμε δε τις κοινωνικές σχέσεις ψυχολογικοποιώντας τες, είναι κάτι που επιφέρει ψυχικό κόστος και απώλειες. Δεν επενδύει κανείς τον χρόνο του στις ανθρώπινες σχέσεις χωρίς να εναποθέσει ένα μέρος του συναισθηματικού του κόσμου. Αμέσως λοιπόν γίνεται αντιληπτό πως η εξίσωση του Μποργκ, είναι αφαιρετική. Χωρίς τις κοινωνικές επαφές μάλλον ζει κανείς καλύτερα. Ας θέσουμε το ‘καλύτερα’ υπό αμφισβήτηση. Σίγουρα ζει χωρίς συναίσθημα. Και τι κόστος έχει αυτό άραγε για κάποιον;
Το όνειρο του Μποργκ
Τα όνειρα είναι από μόνα τους ένα πεδίο που φέρει πολύ πλούσιο υλικό προς επεξεργασία και ανοίγει τους δρόμους για το ασυνείδητο. Ο Μποργκ ονειρεύεται ότι περπατά σε μια εγκαταλελειμμένη πόλη με έρημα σπίτια. Συνειρμικά αυτό μας παραπέμπει στην μοναξιά και στην έλλειψη ζωντάνιας. Οι σχέσεις του Μποργκ απογυμνωμένες από το συναίσθημα, μοιάζουν ερειπωμένες. Ο χρόνος στο όνειρο δεν υπάρχει (ρολόι χωρίς δείκτες). Έπειτα, δυο μαύρα άλογα οδηγούν μια άμαξα με το φέρετρο του ίδιου του Μποργκ. Ένα όνειρο εφιαλτικό, που καταφέρνει με έναν τρόπο να επιδράσει στη συνείδησή του. Τα ζώα στα όνειρα συμβολίζουν τα ένστικτα. Το άλογο εν προκειμένω, ως α-λογο, δηλώνει την απουσία λογικής, άρα την πρωτοκαθεδρία του συναισθήματος. Το παράδοξο όμως είναι ότι στο όνειρο ως συμβολισμός του συναισθήματος ‘σέρνουν’ τον θάνατο. Μοιάζει σαν η λογική να τον σκότωσε και το συναίσθημα τελικά απλώς να τον κουμαντάρει, χωρίς όμως να το έχει εξημερώσει.
Η επιλογή του ταξιδιού
Έχει μεγάλο ενδιαφέρον πως το ασυνείδητο επηρεάζει τη συνείδηση και ο Μποργκ αποφασίζει να μην ταξιδέψει με το αεροπλάνο, αλλά να πάει οδικώς. Το ταξίδι οδικώς συμβολίζει την πεζότητα, τον ρεαλισμό, τη ρουτίνα αλλά και την τήρηση των δεσμών με τη μητέρα (αφού η γη συμβολίζει τη μητέρα). Την οποία, άλλωστε, και επισκέπτεται ο ίδιος. Σε αντίθεση με το εναέριο ταξίδι που είχε σχεδιάσει, που συμβολίζει την απόδραση, την απελευθέρωση, το θάνατο (ο ουρανός ως κάτι πνευματώδες) και την άρνηση της μητέρας.
Ο νεκρός εαυτός
Η δεύτερη διάσταση του ονείρου που επιδρά πάνω του είναι αυτή του νεκρού εαυτού του. Όπως διαπιστώνουμε, η ζωή του ήρωα είναι απογυμνωμένη από σχέσεις συναισθηματικής εγγύτητας και ο ψυχισμός παραμένει μονωμένος από κάθε συναίσθημα. Σα να έτεινε ασυνειδήτως να εκλογικεύει και να διανοητικοποιεί αμυντικά τον πλούτο των συναισθημάτων, ώστε να διαφυλαχθεί η εσωτερική του οργάνωση από την απειλή του πόνου που μια σχέση ενέχει. Ώσπου κάποια στιγμή, κοντά στο τέλος της ζωής του, μια νεκρή πτυχή του εαυτού του (ο νεκρός εαυτός στο όνειρο) φαίνεται να ζωντανεύει και να τον καλεί σε μια διαφορετική αναδρομή στο παρελθόν. Σα μια βουτιά στον ξεχασμένο συναισθηματικό κόσμο. Με αυτόν τον τρόπο, ακόμη και την ύστατη στιγμή, επιχειρεί να αποκτήσει πρόσβαση στην ασυνείδητη ψυχική ζωή που εκτυλίσσεται στη σκιά των συνειδητών επιλογών και, μαζί με τον πόνο, του στερούσε επίσης την εμπειρία της χαράς και του έρωτα.
Το ταξίδι και η διαδρομή
Έτσι, βλέπουμε το ταξίδι του Μποργκ προς την βράβευση, ως ένα εσωτερικό ταξίδι. Ο Μποργκ επιχειρεί να ταξιδέψει βαθιά μέσα του, να βρει το χαμένο συναίσθημα, να ξαναζήσει τις σχέσεις που δεν έζησε. Στο ταξίδι τον συντροφεύουν οι λιβιδινικές προτροπές μιας εσωτερικής νιότης (η παρέα των νέων), η σχέση με τη νύφη του, η συνάντηση με τη μητέρα του. Αγωνίζεται να αφεθεί στο συναίσθημα, την ύστατη στιγμή, στο ζενίθ της ζωής του και να συνδεθεί με τους σημαντικούς άλλους. Μια απέλπιδα προσπάθεια για ψυχική αλλαγή.
Η σύνθεση
Τελικά η ψυχρή συνείδηση δίνει τη θέση της στο ευαίσθητο αλλά και πληγωμένο ασυνείδητο. Με την ωριμότητα των χρόνων μπορεί ο κεντρικός ήρωας να το αντιμετωπίσει και να σταματήσει να παραιτείται από την ζωή και τις ανθρώπινες σχέσεις, με τις οποίες τελικά κάνει πρόοδο και συμφιλιώνεται. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι συγχωρεί και συμφιλιώνεται με τον εαυτό του και με την ιδέα του θανάτου. Η ταινία καταφέρνει να μας χαρίσει μια θέαση των ενορμήσεων ζωής και θανάτου. Το πως ταλαντευόμαστε ανάμεσα σε αυτές και πως με έναν τρόπο ασυνείδητο μας κατευθύνουν. Αντιλαμβανόμαστε πως είναι δυνατόν αυτές οι δύο αντίθετες δυνάμεις να συνυπάρχουν και να τις αξιοποιούμε δημιουργικά προς όφελός μας. Ας συνθέσει ο καθένας το δικό του ταξίδι προς την ανακάλυψη των απόκρυφων πτυχών του στην ταινία της ζωής του με πρωταγωνιστή τον ίδιο.