Κι έρχεται εκείνη η ώρα για κάποιους ανθρώπους, που αισθάνονται ότι δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στις καθημερινές προκλήσεις, ότι κάτι δεν είναι όπως θα έπρεπε, ότι κάτι δεν πάει καλά. Η ανάγκη για βοήθεια τότε είναι εμφανής. Βοήθεια που τις περισσότερες φορές δεν μπορεί να προσφέρει το οικογενειακό περιβάλλον ή ο φιλικός κύκλος. Αρκετοί στρέφονται σε βιβλία αυτογνωσίας και αυτοβελτίωσης. Βιβλία, που παρά τη φιλότιμη προσπάθεια των συγγραφέων να δώσουν όσα υπόσχονται, τις περισσότερες φορές αποτυγχάνουν, καθώς περιγράφουν και αναλύουν γενικές περιπτώσεις, που δεν ανταποκρίνονται πλήρως στον καθένα μας ξεχωριστά. Το ερώτημα λοιπόν παραμένει χρειάζομαι βοήθεια αλλά από πού;
Κι εκεί, κάπου λίγο πριν την τελική απογοήτευση ότι το πρόβλημα δεν θα λυθεί, σε μία από τις καθημερινές συζητήσεις πέφτει η ιδέα. «Καλύτερα να πας σε έναν ειδικό».«Ειδικός», μια λέξη που συνήθως χρησιμοποιούν αυτοί που δεν έχουν κάνει ποτέ ψυχοθεραπεία, γιατί οι άλλοι που έχουν κάνει, ξέρουν ακριβώς τι θα σου πουν και ποιον να σου συστήσουν. Έχουν περάσει από το ίδιο μονοπάτι πριν από εσένα. Όμως σε μια κοινωνία, που ακόμα στιγματίζει, χωρίς λόγο και αιτία, αυτόν που θα χτυπήσει την πόρτα του «ειδικού», πώς να ζητήσεις βοήθεια και από πού;
Υπάρχουν δεκάδες θεραπευτικές προσεγγίσεις στο κλάδο της ψυχικής υγείας και χιλιάδες επαγγελματίες. Η αναζήτηση του σωστού ανθρώπου φαντάζει δύσκολη. Μια πρώτη ερευνά στον κοινωνικό περίγυρο, στο ιντερνέτ και σε κρατικούς ή ιδιωτικούς φορείς, που ασχολούνται με σχετικά θέματα, είναι μια καλή αρχή και συνήθως μετά από αυτή τη μικρή αναζήτηση κάποιος καταλήγει με το όνομα ενός ψυχοθεραπευτή. Είναι όμως ο σωστός;
Για να δούμε, λοιπόν, κάποια χαρακτηριστικά που ίσως βοηθήσουν στην επιλογή του κατάλληλου θεραπευτή.
- Ένας ψυχοθεραπευτής, που σέβεται τη δουλεία που έχει επιλέξει, δεν θα διστάσει να παραπέμψει σε έναν άλλο συνάδελφο του τον άνθρωπο που έχει έρθει για να ζητήσει τη βοήθεια του αν το κρίνει απαραίτητο και αυτό δεν είναι καθόλου δείγμα αντι-επαγγελματισμού ή έλλειψης γνώσεων. Απεναντίας είναι δείγμα ότι ξέρει καλά αυτό που κάνει και αντιλαμβάνεται ότι η πραγματική βοήθεια δεν μπορεί να έρθει από αυτόν.
- Επίσης θα έχει τη δυνατότητα να παρουσιάσει τα απαιτούμενα έγγραφα που θα αποδεικνύουν την απόκτηση των γνώσεων του και της επαγγελματικής του εμπειρίας, αν αυτό του ζητηθεί. Και αυτό σε μια χώρα που ό,τι δηλώσεις είσαι δεν είναι ντροπή και ίσως κρίνεται και απαραίτητο μερικές φορές.
- Η πρώτη συνάντηση κυρίως, και οι δυο τρεις επόμενες, είναι διερευνητικές. Ο θεραπευτής οφείλει να μάθει και να γνωρίσει, όσο μπορεί περισσότερο τον άνθρωπο που τον έχει επισκεφτεί, να πάρει ένα πρώτο ιστορικό και να κατανοήσει το πρόβλημα που τον έχει οδηγήσει σε αυτόν. Υπάρχουν θεραπευτικές προσεγγίσεις περισσότερο ή λιγότερο καθοδηγητικές και επομένως επαγγελματίες της ψυχικής υγείας που ακολουθούν τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Σχεδόν όλες έχουν το θεωρητικό υπόβαθρο και τις τεχνικές για την αντιμετώπιση της κάθε περίπτωσης. Ακόμα όμως και όταν αυτό δεν συμβαίνει, όπως ήδη προανέφερα, η παραπομπή σε κάποιο συνάδελφο είναι το ιδανικότερο. Αν κι εφόσον ο θεραπευμένος έχει πάρει απόφαση ότι ο άνθρωπος που έχει επιλέξει είναι ο κατάλληλος για την επίτευξη των στόχων του, ο θεραπευτής οφείλει να ορίσει το πλαίσιο και τα όρια της μεταξύ τους συνεργασίας, να δώσει τις απαραίτητες πληροφορίες για την πορεία των συνεδριών και των τεχνικών που θα ακολουθηθούν και ίσως να παρέχει και μια μικρή θεωρητική εκπαίδευση. Θα προτείνει ατομικές ή ομαδικές συνεδρίες, οικογενειακή θεραπεία ή ό,τι άλλο κρίνει κατάλληλο και θα θέσει όλες του τις γνώσεις στην υπηρεσία του θεραπευμένου του, χωρίς τον μανδύα της αυθεντίας, με πραγματικό ενδιαφέρον προς τον άνθρωπο που έχει απέναντι του.
- Ο σωστός θεραπευτής καθ’ όλη τη διάρκεια της μεταξύ τους σχέσης θα αντιμετωπίσει τον κάθε θεραπευόμενο ξεχωριστά σαν μια μοναδική περίπτωση και θα προσπαθήσει να κατανοήσει την υποκειμενική πραγματικότητα του ανθρώπου που έχει έρθει να ζητήσει τη βοήθεια του, χωρίς κριτική και προκατάληψη.
- Βασικά χαρακτηριστικά του; ενσυναίσθηση, μη-κτητική ζεστασιά και αυθεντικότητα. Πραγματικά σχεδόν όλες οι θεραπευτικές προσεγγίσεις συμπεριλαμβανομένων και της ψυχαναλυτικής, συμπεριφοριστικής και πρόσωπο-κεντρικής συμφωνούν ως προς τη σπουδαιότητα αυτών των τριών χαρακτηριστικών.
- Τέλος, ο χώρος του θα πρέπει να εμπνέει φροντίδα, ασφάλεια και να εντείνει το αίσθημα της εχεμύθειας, αναπόσπαστο κομμάτι της θεραπευτικής διαδικασίας.
Η θεραπευτική σχέση που χτίζεται κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις οδηγεί σε ένα ιδιαίτερο ταξίδι με προορισμό την επίλυση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει κάποιος που αποφασίζει να ζητήσει τη βοήθεια του «ειδικού». Ενός «ειδικού» που είναι έτοιμος να μας δεχτεί για αυτό που είμαστε και να μας βοηθήσει να αλλάξουμε σε αυτό που θέλουμε. Και εκεί πολύ σύντομα μέσα στο κλειστό γραφείο και με όσα διαδραματίζονται δίνεται και η απάντηση στο ερώτημα αν τελικά είναι αυτός ο κατάλληλος άνθρωπος.
Πηγή
Μαλικιώση-Λοίζου Μ. (1999). Συμβουλευτική Ψυχολογία. Εκδ. Ελληνικά γράμματα.