Η κάνναβη είναι γενικός όρος που αναφέρεται στο χασίς και τη μαριχουάνα. Δραστική ουσία του φυτού ινδική κάνναβη (Cannabis indica και Cannabis sativa) είναι η τετραϋδροκανναβινόλη. Το φυτό αυτό χρησιμοποιήθηκε εδώ και χιλιάδες χρόνια λόγω των ψυχοτρόπων ιδιοτήτων του. Ποιες ακριβώς είναι οι δράσεις του στον ανθρώπινο οργανισμό; Τι συμβαίνει στην περίπτωση λήψης υπερβολικής δόσης; Μπορεί να προκληθεί εξάρτηση; Και αλήθεια, πόσο διαδεδομένη είναι η χρήση της κάνναβης στην Ελλάδα;
Η δραστική ουσία της κάνναβης (τετραϋδροκανναβινόλη) δρα κυρίως στο κεντρικό νευρικό σύστημα, όπου ασκεί έναν συνδυασμό ψυχωσεομιμητικών (παραισθησιογόνων) και κατασταλτικών δράσεων. Οι κυριότερες υποκειμενικές εμπειρίες περιλαμβάνουν αίσθηση χαλάρωσης και ευφορίας παρόμοια με τη δράση της αιθανόλης, αλλά χωρίς απερισκεψία και επιθετικότητα, καθώς και αίσθημα οξυμένης αισθητηριακής αντίληψης (ήχοι και εικόνες φαίνονται εντονότερα και πιο εντυπωσιακά).
Παράλληλα, αντικειμενικές δοκιμασίες δείχνουν μείωση στην ικανότητα μάθησης, μνήμης και κινητικών επιδόσεων, συμπεριλαμβανομένης της μειωμένης ικανότητας οδήγησης. Παρουσιάζεται, επίσης, αναλγητική και αντιεμετική δράση, ενώ προκαλείται καταληψία και υποθερμία.
Η κάνναβη ασκεί και περιφερικές δράσεις. Προκαλεί ταχυκαρδία, αγγειοδιαστολή, μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης και βρογχοδιαστολή. Όσον αφορά στην αγγειοδιαστολή, αυτή είναι ιδιαίτερα έκδηλη στα αγγεία του σκληρού χιτώνα και του επιπεφυκότα, γεγονός που οδηγεί στη χαρακτηριστική ερυθρότητα των οφθαλμών των καπνιστών χασίς.
Τι συμβαίνει, όμως, στην περίπτωση της υπερδοσολογίας; Η τετραϋδροκανναβινόλη είναι σχετικά ασφαλής, αφού παρά την υπνηλία και τη σύγχυση που προκαλεί, δεν καταστέλλει το αναπνευστικό ή το καρδιαγγειακό σύστημα, άρα δε θέτει σε κίνδυνο τη ζωή. Από αυτήν την άποψη, είναι ασφαλέστερη από τις περισσότερες ουσίες κατάχρησης, ειδικά τα οπιούχα και την αιθανόλη. Ακόμα και σε χαμηλές δόσεις, ωστόσο, προκαλεί ευφορία και υπνηλία, συνοδευόμενες ενίοτε από αισθητηριακού τύπου διαστρέβλωση και ψευδαισθήσεις. Αναφέρονται, επίσης, ναυτία, έμετος, γαστρεντερικές διαταραχές και κατάθλιψη.
Όσον αφορά στην ανοχή και την εξάρτηση, αυτές εκδηλώνονται μόνο σε μικρό βαθμό και κυρίως σε άτομα που ασκούν έντονη χρήση. Τα συμπτώματα της αποχής είναι παρόμοια με εκείνα της στέρησης αιθανόλης ή οπιούχων (ναυτία, ταραχή, ευερεθιστότητα, σύγχυση, ταχυκαρδία και εφίδρωση), αλλά είναι σχετικά ήπια και δεν οδηγούν σε καταναγκαστική λήψη της ουσίας. Μπορεί να παρατηρηθεί ψυχολογική εξάρτηση, όμως είναι λιγότερο έντονη σε σχέση με τις λοιπές εθιστικές ουσίες.
Τι ισχύει, όμως, σε κοινωνικό επίπεδο; Ποια είναι τα ποσοστά χρήσης κάνναβης στην Ελλάδα; Πρόκειται, φυσικά, για μία παράνομη ουσία, ενώ πολύς λόγος έχει γίνει σχετικά με το ενδεχόμενο νομιμοποίησής της. Όπως ήδη έχει γίνει φανερό, στο παρόν άρθρο δε θα αναλυθεί η συγκεκριμένη διχογνωμία. Πάντως με βάση τα ποσοστά που προκύπτουν από πολλές έρευνες, ο νόμος φαίνεται να καταστρατηγείται σε ακόμα μία περίπτωση, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την έκθεση της ESPAD (Ευρωπαϊκή Έρευνα για το Αλκοόλ και τα Ναρκωτικά στο Σχολείο), η οποία καταγράφει τις τάσεις στους εφήβους μαθητές 15-16 ετών σε συνολικά 48 Ευρωπαϊκές χώρες από το 1995 έως το 2016, οι Έλληνες έφηβοι μαθητές αναφέρουν πως έχουν κάνει χρήση κάνναβης τουλάχιστον μία φορά στη ζωή τους σε ποσοστό 9%, έναντι 16% των Ευρωπαίων συνομηλίκων τους.
Σε άλλη έκθεση που περιλαμβάνει μεγαλύτερο ηλικιακό εύρος, την ετήσια έκθεση του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου για τα ναρκωτικά που παρουσιάστηκε το 2013 στη Λισαβόνα, αναφέρεται πως η κάνναβη επιλέγεται σε καθημερινή βάση από το 1% των ενηλίκων Ευρωπαίων. Πρόκειται, κυρίως, για νέους άνδρες που κάνουν χρήση στο πλαίσιο της παρέας και λιγότερο για γυναίκες και άνδρες άνω των 40 ετών. Επίσης, η χρήση της δείχνει να σχετίζεται σε μικρό βαθμό με την ανεργία, ενώ διαφαίνεται ότι οι χρήστες κάνναβης αντιμετωπίζουν ψυχικές διαταραχές συχνότερα από τον γενικό πληθυσμό.
Επιστρέφοντας στα ελληνικά δεδομένα, σύμφωνα με την έκθεση του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης για τα Ναρκωτικά (ΕΚΤΕΠΝ) το 2014, παρατηρήθηκε αύξηση την περίοδο 2007-2011 στα ποσοστά χρήσης κάνναβης (από 9,5% το 2007, το ποσοστό ανέβηκε στο 13,4% το 2011) στους εφήβους ηλικίας 15-19 ετών.
Δε θα μπορούσε να παραλειφθεί, φυσικά, η μελέτη που παρουσιάστηκε στο 9ο Πανελλήνιο Συνέδριο της Ελληνικής Εταιρείας Βασικής και Κλινικής Φαρμακολογίας, τα αποτελέσματα της οποίας έδειξαν ότι σχεδόν ένας στους τέσσερις φοιτητές Ιατρικής του Α.Π.Θ. έχει κάνει χρήση κάποιας παράνομης ναρκωτικής ουσίας, έστω μία φορά στη ζωή του. Πιο αναλυτικά, το 21% δήλωσε ότι έκανε χρήση μαριχουάνας, το 2,3% κοκαΐνης, το 2,3% ecstasy, το 2% LSD, το 2% κεταμίνης και το 1,8% αμφεταμινών. Παρόλο που τα παραπάνω στοιχεία δεν αφορούν συστηματική χρήση, γίνεται εύκολα φανερή η προσβασιμότητα σε παράνομες ουσίες, η οποία συνοδεύεται από αρκετά υψηλή απήχηση, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη.
Τέλος, αξίζει να αναφερθεί η διαφορά ανάμεσα σε χασίς και μαριχουάνα. Παράγονται από το ίδιο φυτό, όμως διαφέρουν ως προς το ποσοστό της δραστικής ουσίας. Το χασίς συλλέγεται από τα παράνθια μέρη του φυτού και τις αδενικές τρίχες που είναι πλούσιες σε δραστική ουσία, ενώ η μαριχουάνα αποτελείται από ξεραμένα και τριμμένα φύλλα, καθώς και τους μίσχους του φυτού.