Μια άποψη που επικρατεί σε ένα μέρος του πνευματικού κόσμου είναι ότι η ποίηση κατέχει το στέμμα στο βασίλειο της λογοτεχνίας. Συχνά, άλλωστε, διαχωρίζουν την ποίηση από την λογοτεχνία. Ωστόσο, ο διαχωρισμός μεταξύ ποίησης και πεζογραφίας φαίνεται ορθότερος. Στις μέρες μας σε πολλούς σύγχρονους ποιητές είναι εμφανείς οι επιρροές μεγάλων ποιητών, όπως ο Καβάφης, η Δημουλά κ.ά.. Άλλοι προσπαθούν να αναπτύξουν την δική τους φόρμα. Και για τις δύο πλευρές, όμως, ορισμένες φορές, η προσκόλληση κι η προσπάθεια αντιγραφής διάσημων ποιητών και η πλήρης απομάκρυνση από τις παραδοσιακές αρχές που διέπουν την ποίηση έχουν συχνά αρνητικό αποτέλεσμα τόσο στο τον δημιουργό όσο και στον αναγνώστη. Θα μπορούσαμε να προτείνουμε μία ισορροπία της οποίας παράδειγμα αποτελεί η ποιητική συλλογή Τα Όντα της Χριστίνας Βεριβάκη.
Η Χριστίνα Βεριβάκη είναι νέα ποιήτρια, ηθοποιός και σκηνοθέτης. Γεννήθηκε και κατοικεί στα Χανιά. Τα Όντα εκδόθηκαν το 2019 και κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ραδάμανθυς. Ένα χρόνο πριν τα ποιήματα ανέβηκαν σαν παράσταση στο θέατρο Βλησίδη στα Χανιά. Συνήθως η σειρά είναι η αντίστροφη κι αυτό είναι το πρώτο στοιχείο της ιδιαιτερότητας της δημιουργού. Η ποιήτρια προτίμησε να δώσει πρώτα ζωή σε κάθε λέξη και φράση των έργων της κι έπειτα το διέθεσε στο αναγνωστικό κοινό. Στην παράσταση, άλλωστε, ο λυρισμός και η δραματική ατμόσφαιρα είναι πρώτες απαντήσεις στο γιατί να διάβαζε κάνεις τη συγκεκριμένη συλλογή.
Για το περιεχόμενο της συλλογής τώρα θα ήταν κάλο να ξεκινήσει κανείς από τη σημείωση στο οπισθόφυλλο: ‘’Εκεί όπου η ασημαντότητα γίνεται σπουδαία με ρυθμό άλογο και επαναληπτικό. Εκεί όπου η πλοκή χάνει τη δομή της. Εκεί όπου σε πρίσματα τεθλασμένα αντανακλάται το χάος επισκιάζοντας την αρμονία. Εκεί όπου η Έντεχνη Κοινωνία έχει Ημερομηνία Λήξης θα συναντηθείς με τα Όντα.’’ Ακόμα και το προλογικό σημείωμα έχει τόση ποιητικότητα που θα ήταν καλό να το διερευνήσουμε πριν ανοίξουμε το βιβλίο.
Στις μέρες μας, η ποίηση συχνά πεζογραφείται , μοιάζει με ημερολόγιο, με σειρά αποφθεγμάτων και συμπερασμάτων. Δεν θα ήταν σωστά να κατακρίνουμε την έμπνευση των νέων λογοτεχνών, αφού διατηρούν ίσως κάποια στοιχεία που συμβάλλουν στην διαχρονική γοητεία της ποίησης. Ένα από αυτά είναι η προσπάθεια να την κατακτήσει ο αναγνώστης, να αποκρυσταλλώσει τα νοήματα πίσω από τις λέξεις και να ακολουθήσει το ταξίδι που δημιουργεί στη φαντασία του είτε ταυτίζεται με του ποιητή, είτε όχι.
Η ποίηση της Χριστίνας Βεριβάκη προσφέρει κάτι τέτοιο. Η ποίηση της με κάποια στοιχεία κι επιρροές από παλιότερους ποιητές αναπτύσσεται μέσα σε μία ξεχωριστή φόρμα σε ελεύθερο στίχο, χωρίς συγκεκριμένη διάταξη, σε ένα λεξιλόγιο άλλοτε απλό, άλλοτε σύνθετο, με τη χρήση του διαλόγου, αλλού ρομαντικού αλλού σκοτεινού και αποτελεί μία λογοτεχνική καστροπολιτεία που ο αναγνώστης πρέπει να αγωνιστεί για να την κατακτήσει.
Ο καθένας θα δώσει στο περιεχόμενο των ποιημάτων το νόημα που αντιλαμβάνεται. Η ποιήτρια παρέχει αυτή την δυνατότητα. Αν και φαίνεται το ταξίδι της στο νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης, στη μάχη των αντιθέτων, στην ατμόσφαιρά του θεάτρου, στον έρωτα, τη μοναξιά, ωστόσο, δεν κάνει σαφείς τις σκέψεις της. Ο αναγνώστης θα κάνει το δικό του ταξίδι στις ίδιες έννοιες. Φαίνεται πόσο σύνθετες μπορούν να γίνουν φαινομενικά απλές έννοιες.
Όμως, δεν υπονοείται ότι η συγκεκριμένη συλλογή και η ποίηση εν γένει αφορά μία πνευματική ελίτ. Ενδεχομένως κάποιοι να έχουν μεγαλύτερη εξοικείωση με τον ποιητικό λόγο. Κάθε αναγνώστης μπορεί σε κάθε ποίημα να ψάξει τα δικά του νοήματα, να το κατακτήσει ή και να το απορρίψει. Η συγκεκριμένη ποιητική συλλογή δίνει κάθε ευκαιρία για τέτοιες αναζητήσεις.