Build advanced payment workflows with the Fusebox Elavon Portal and leverage Elavon’s enterprise infrastructure for global payment operations.

Σα νοσταλγία-Από τον Αλέξανδρο Λαβιδά – Μωυσίδη

23 Νοεμβρίου 2020

Μια σκοτεινή νύχτα του καλοκαιριού μη έχοντας τι άλλο να κάνω, σκαρφάλωσα στο βράχο ν’ αγναντέψω τη θάλασσα. Οι περσείδες είχαν μόλις αρχίσει το χορό τους στον ουρανό, σκίζοντας τη μαύρη βελουδένια του αυλαία σα διάπυρες βολίδες. Άπλωσα τα χέρια ψηλά, νοιώθοντας να με λούζει η κατακλυσμιαία απόκοσμη βροχή τους. Όμορφη νύχτα, μαγική! Τ’ αυτιά μου χάιδευε ο φλοίσβος των κυμάτων που έγλειφαν τους πρόποδες του βράχου, νοτίζοντας το κρίταμο και τ’ αλμυρίκια που ξεφύτρωναν μέσ’ από τις ρωγμές. Η λιγοστή χλόη στα πόδια μου κυμάτιζε ρυθμικά, γέρνοντας στο φύσημα του μπάτη. Κάποιοι ασημόγλαροι κούρνιαζαν πάρα ‘κεί, κουρασμένοι απ’ το μόχθο της μέρας.

Το βλέμμα μου πλανήθηκε χαζεύοντας στ’ αντικρινά φώτα του χωριού, ώσπου σταμάτησε στο τελευταίο του σπίτι. Ψηλά στο δώμα, έβλεπα απ’ το παράθυρο την ξαδέλφη μου, την Ανθή, να κάθεται στο τραπέζι με τον αρραβωνιαστικό της, που ‘κείνη τη στιγμή έσκυψε και της έδωσ’ ένα βιαστικό φιλί. Έπαιζαν για ώρες οι δυο τους σκάκι, όπως κάθ’ απόγεμα. Ύστερα ο αρραβωνιαστικός της έσβησε το φως και το σκοτάδι συνόδεψε της νύχτας τη σιωπή.
Μερικά κιλίμια απλωμένα στην ταράτσα, θύμιζαν πως στα χωριά ο χειμώνας μπαίνει νωρίς. Το ίδιο πρωί, καθισμένος στο καφενείο με δυο γέρους, ξανάκουγ’ απ’ τα χείλη τους την παλιά παροιμία:  «Μαύρη ρώγα μαύρη κάπα». Την ίδια ώρα, σα χάδι ένοιωσα μια γλυκιά ανατριχίλα να με διαπερνά. Ρίχνοντας το σακάκι μου στην πλάτη κάθισα χάμω ν ‘ αναπολήσω τα παλιά.

Ξανάφερα στο νου μου όσα μου ‘χε διηγηθεί η Ανθή για το πώς γνώρισε τον αρραβωνιαστικό της: Ήταν νύχτα, παραμονή τ΄αϊ-Γιαννιού κι είχε πάει στην πηγή, έξω απ’ το χωριό, να φέρει «τ ‘αμίλητο νερό». Κλήδονας, λέγεται το έθιμο κι είναι για τις ανύπαντρες. Το κουβάλησε λοιπόν, το νερό, μ’ ένα λαγήνι, δίχως να πει λέξη σε κανένα, ώσπου να φτάσει σπίτι της. Οι φίλες της, φέραν καθεμιά το δικό τους κόσμημα: άλλη βραχιόλι άλλη δαχτυλίδι και τα ‘βαλαν όλα μαζί στο λαγήνι. Τ’ άφησαν ολονυχτίς στο φως του φεγγαριού, να διαβαστούν.. Την άλλη μέρα φόρεσε καθεμιά το χρυσαφικό της και βγήκαν όλες χωριστά στα σταυροδρόμια, δίχως να μιλάνε σε κανένα, ώσπου ν’ ακούσουν κάποιον να φωνάζει ένα όνομα αντρικό. Τότε πια ήξερε καθεμιά τους πώς θα λεγόταν ο άντρας που θα ‘παίρνε..

Τον αρραβωνιαστικό της, τον γνώρισε την ίδια μέρα στο πανηγύρι. Από τότε αγαπήθηκαν και ζουν μαζί στο ίδιο σπίτι, εδώ και δύο χρόνια, μέχρι να κανονιστεί ο γάμος. «Μάτια μου! Κρίνο του γιαλού!», τη φωνάζει αυτός κι όλο της λέει χαριτολογώντας πως δεν είχε σκοπό να παντρευτεί, μα για χάρη της θα ‘σβυνε και το φεγγάρι, ώστε να λάμπει μοναχά η ομορφιά της στον κόσμο.. Άλλοτε πάλι της σιγανοψιθυρίζει: «Μάγια μου ‘κανες, πλανεύτρα!» κι εκείνη κοκκινίζει από χαρά κι όλο γελά. Καλό κορίτσι η Ανθή. Μια μέρα εκεί που πίναμε τσίπουρο σ’ ένα ταβερνάκι, του αντιγύρισα κι εγω: «Βρε Τάσο, αν δεν ήσουν κι εσύ καταφερτζής, δε θα μας την πλάνευες, την Ανθή!» και γελούσαμε. Ναυτικός ο Τάσος, έχει δικό του καΐκι και ψαρεύει. Νοικοκύρης και μοναχογιός. Οικογενειακή επιχείρηση, αναντάν μπαμπαντάν που λένε. Μόλις χθες μου ζήτησαν να τους παντρέψω κι εγώ δέχτηκα. Σε ‘κανα χρόνο θα ‘χω ανίψι και βαφτίσια. Ποιος τη χάρη μου! Να ‘χω και κάτι ν’ ασχολούμαι..

Ο αέρας πήρε ξάφνου ν’ αλλάζει. Αύριο θα ‘χουμ’ αγιάζι, λεν τα μερομήνια. Καλοχρείαστη θα ‘ταν
και προβιά ακόμη, να φυλαχτείς απ’ το κρύο, σκέφτηκα κι άρχισα να κατηφορίζω προς τη θάλασσα.
Τα βότσαλα κροτάλισαν κάτ’ απ’ τα πόδια μου. Θυμήθηκα μικρός που παίζαμε μ’ αυτά, πετώντας τα σα σαΐτες στη θάλασσα και παραβγαίναμε ποιος θα τα ‘ριχνε πιο μακριά. Μου ‘ρθε στο νου και μια άλλη εικόνα: αυτή, του παππού να πίνει το κρασί του μπρος στο τζάκι, σκαλίζοντας τη χόβολη, ενώ εγώ έκανα μέσα μου τάμα κι υπόσχεση μαζί, να ξανάρθω σα μεγαλώσω στο χωριό μου, να χτίσω σπίτι με κήπο κι αυλή και να ‘χω πολλά αμπέλια για καλό ασύρτικο σαντορινιό. Άπλωσα το χέρι μου κι έκοψα δυο καρπούς απ’ το σχίνο π’ άνθιζε πλάι μου. Τους κράτησα λίγο στην παλάμη κι ύστερα τους δοκίμασα σκεφτικός. Η γεύση τους γλυκόπικρη, σα νοσταλγία.

Η στήλη #egrapsa φιλοξενεί κείμενα όσων νιώθουν την ανάγκη να επικοινωνήσουν τις σκέψεις, τις απόψεις και τα συναισθήματά τους μέσω του γραπτού λόγου. Οι αναγνώστες μας σχολιάζουν την επικαιρότητα, διατυπώνουν τους προβληματισμούς τους και εκφράζουν τη δημιουργικότητα τους μέσα από μικρές ιστορίες.

Περισσότερα από τη στήλη: #Egrapsa

#Egrapsa

Όταν η τύχη συναντά την ταχύτητα: Η επανάσταση των γρήγορων πληρωμών στην Ελλάδα

Για γενιές, η Ελλάδα υπήρξε μια χώρα όπου η τύχη και το πεπρωμένο συνυπάρχουν αρμονικά…

#Egrapsa

Από το Παρίσι στον Πειραιά: Η ιστορία και η εξέλιξη της Ρουλέτας

Κάντε το εικόνα! Ένας τροχός γυρίζει, μια μικρή μεταλλική μπάλα χοροπηδά προσπερνάει τους αριθμούς και…

#Egrapsa

Τα balloon παντελόνια και τα oversized σακάκια επιστρέφουν – πώς να φορέσεις το pumpkin volume;

Η μόδα είναι ένας κύκλος που επαναλαμβάνεται, και φέτος, η επιστροφή των παντελονιών balloon και…

#Egrapsa

Η πολιτιστική κληρονομιά της Ελλάδας και η νέα εποχή της πληροφορίας

Η πολιτιστική κληρονομιά της Ελλάδας αποτελεί έναν ζωντανό θησαυρό που διαμορφώνει την ταυτότητα και τη…

#Egrapsa

Αληθινά vs Ψεύτικα Βίντεο Τζάκποτ: Πώς να Εντοπίσετε Γνήσιες Μεγάλες Νίκες Online

Το διαδίκτυο είναι γεμάτο με βίντεο τζάκποτ. Κάποια δείχνουν γνήσιες στιγμές που αλλάζουν ζωές, ενώ…

#Egrapsa

3 Tips για μεγαλύτερη διάρκεια στο άρωμα σου

Τα αρώματα είναι κάτι πολύ παραπάνω από μια ευχάριστη μυρωδιά. Πρόκειται για ένα κομμάτι της…

#Egrapsa

Πως το τένις γίνεται όλο και πιο δημοφιλές στην Ελλάδα

Τα τελευταία χρόνια και κυρίως την τελευταία πενταετία, το τένις στην Ελλάδα βιώνει μια αξιοσημείωτη…