
«Το ζήτημα δεν ήταν ποιος πυροβόλησε πρώτος, ούτε ποιος πυροβόλησε ποιον. Ήταν μια αναπόφευκτη τραγωδία», μας λέει σε συνέντευξή του ο σπουδαίος Νοτιοκορεάτης ηθοποιός Song Kang-ho, περιγράφοντας το Joint Security Area, το πρώιμο αριστούργημα του κινηματογραφικού δεξιοτέχνη Park Chan-wook, που κυκλοφόρησε το 2000. Αν και δεν ήταν η ταινία που τον καθιέρωσε παγκοσμίως (αυτό θα συνέβαινε λίγα χρόνια αργότερα με το Oldboy, που τιμήθηκε με τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες το 2003) αποτέλεσε μεγάλη επιτυχία στη Νότια Κορέα, τόσο καλλιτεχνικά όσο και εμπορικά. Η ιστορία της, βαθιά ανθρώπινη και φορτισμένη, φαίνεται να υπερβαίνει πολιτικές ατζέντες και πολιτισμικές διαφορές.
Η πλοκή του Joint Security Area
Βασισμένο στο έργο DMZ του Park Sang-yeon, το Joint Security Area (ή JSA) του Park Chan-wook αφηγείται την ιστορία μιας έρευνας για τη δολοφονία δύο Βορειοκορεατών στρατιωτών, μέσα σε φυλάκιο της Βόρειας Κορέας στη Ζώνη Αποστρατιωτικοποίησης της Κορέας. Ένας Βορειοκορεάτης στρατιώτης επέζησε. Το ίδιο και δύο Νοτιοκορεάτες στρατιώτες που εκτελούσαν χρέη σκοπού στα σύνορα, ο ένας εκ των οποίων δραπέτευσε τραυματισμένος από το βορειοκορεατικό φυλάκιο. Ωστόσο, οι μαρτυρίες των επιζώντων από τις δύο πλευρές παρουσιάζουν σοβαρές αντιφάσεις. Γι’ αυτόν τον λόγο, η Ελβετίδα ταγματάρχης του ΟΗΕ, Sophie E. Jean (την οποία υποδύεται η Lee Young-ae), αναλαμβάνει την αποστολή, εκ μέρους της Επιτροπής Εποπτείας των Ουδέτερων Εθνών, να διερευνήσει τι ακριβώς συνέβη εκείνο το μοιραίο βράδυ.

Ένα δύσκολο εγχείρημα
Για τους περισσότερους από εμάς, είναι σίγουρα δύσκολο να κατανοήσουμε τη θέση στην οποία βρισκόταν ο Park Chan-wook όταν έγραφε το σενάριο, αν αναλογιστούμε την ένταση που υπήρχε (και εξακολουθεί να υπάρχει) ανάμεσα στις δύο Κορέες. Οι πολιτισμικές και ιδεολογικές παγίδες που έπρεπε να αποφύγει ήταν αμέτρητες. Κάθε λάθος βήμα θα μπορούσε να ανατρέψει πλήρως την ηθική ισορροπία του έργου του.
Ωστόσο, από την πρώτη κιόλας σκηνή, ο θεατής νιώθει ανακούφιση. Ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται τα στελέχη των δύο στρατών είναι ανθρώπινος, σχεδόν καθησυχαστικός. Ο Park δεν προσπαθεί να εξαλείψει ή να αγνοήσει τις βαθιές ιδεολογικές διαφορές που χωρίζουν τον κορεατικό λαό, αυτό που τον ενδιαφέρει είναι να αποδώσει και τις δύο πλευρές με ευαισθησία, ειλικρίνεια και ουμανιστική ματιά, χωρίς να δαιμονοποιεί καμία.
Ταυτόχρονα, καταφέρνει να αναδείξει το πώς οι ιδεολογίες των χαρακτήρων διαμορφώνουν τον τρόπο που αντιλαμβάνονται την πραγματικότητα. Οι πεποιθήσεις τους δεν είναι ουδέτερες, είναι βαθιά ενσωματωμένες στον τρόπο που σκέφτονται, ενεργούν και σχετίζονται μεταξύ τους.
Μέχρι το τέλος, ο Park έχει δημιουργήσει μια ταινία που δεν μιλά (μόνο) για την ιδεολογία ή τον πόλεμο, αλλά για την ανθρωπιά, τη φιλία και την αίσθηση μιας κοινής, ενιαίας ταυτότητας, έστω και μέσα από το τραύμα της διαίρεσης.

Οι οιωνοί του μελλοντικού μεγαλείου
Παρόλο που το Joint Security Area είναι μόλις η τρίτη ταινία μεγάλου μήκους του Park Chan-wook, είναι ήδη εμφανή τα χαρακτηριστικά που θα τον καταστήσουν μία από τις πιο σημαντικές μορφές του σύγχρονου κινηματογράφου. Τα πανέμορφα, γεμάτα ένταση και συναισθηματική δύναμη κοντινά του, που θυμίζουν κάτι από τον θρύλο Jonathan Demme (The Silence of the Lambs, Philadelphia), ενώ η σκηνοθετική του ευρηματικότητα είναι ήδη ξεκάθαρη και παρούσα.
Εξίσου χαρακτηριστικές είναι οι ευφάνταστες μεταβάσεις από σκηνή σε σκηνή. Τη μία χρησιμοποιεί ένα εφέ που θυμίζει γύρισμα σελίδας, την άλλη μας πετάει με ένα απότομο cut, από μια κούρσα σε τρενάκι του λούνα παρκ κατευθείαν στο δωμάτιο της ανάκρισης. Αυτή η αίσθηση παιχνιδιού με τη μορφή και την αφήγηση γίνεται στη συνέχεια σήμα κατατεθέν του. Στα μεταγενέστερα έργα του, η στυλιστική αυτή ματιά τελειοποιείται, καθιστώντας τον ίσως πιο χαρισματικό visual storyteller του παγκόσμιου σινεμά.
Το μοναδικό ψεγάδι του Joint Security Area
Το μοναδικό ουσιαστικό ελάττωμα της ταινίας, το οποίο συναντάμε συχνά και σε άλλα κορεατικά έργα, όπως το πρόσφατο Squid Game, είναι οι σκηνές στα Αγγλικά. Οι περισσότερες εντοπίζονται στην πρώτη πράξη, και συνδυάζονται με ένα σχετικά άτεχνο exposition, αφού οι πληροφορίες για την υπόθεση δίνονται απροκάλυπτα και χωρίς αφήγηση ή δραματουργική οικονομία.
Λίγο αργότερα, παρουσιάζεται ακόμη ένα κρίσιμο στοιχείο της πλοκής στα Αγγλικά, αλλά και πάλι η απόδοση παραμένει αδύναμη και επιδρά αρνητικά στην υφολογική αρμονία της ταινίας.

Η ουσία του Joint Security Area
Παρά τις αδύναμες στιγμές, ξεδιπλώνεται μια πραγματικά ξεχωριστή ταινία, με δύο συγκλονιστικούς πρωταγωνιστές: τον Lee Byung-hun (I Saw the Devil) και τον Song Kang-ho (Parasite). Στο κέντρο της ιστορίας βρίσκεται η απροσδόκητη σχέση μεταξύ στρατιωτών που φυλούν τα σύνορα Βόρειας και Νότιας Κορέας. Ξεκινώντας με αμηχανία και καχυποψία, σταδιακά χτίζουν μια φιλία ειλικρινή, γεμάτη τρυφερότητα και ανθρωπιά.
Αυτό το κομμάτι της ταινίας ντύνει το σύνολο με ουμανισμό, παρακάμπτοντας τα τεχνητά όρια και τα σύνορα που επιβάλλουν οι εξουσίες. Οι σκηνές αυτές είναι που χαράσσονται στον θεατή μετά την προβολή. Σκηνές στις οποίες άνθρωποι ιδεολογικά αντίθετοι βρίσκουν κοινό έδαφος, παραμερίζοντας, έστω προσωρινά, τον ιδεολογικό «ελέφαντα στο δωμάτιο» που εξακολουθεί, ωστόσο, να τους βαραίνει.

Τελικά, γιατί να δεις το Joint Security Area;
Παρά τις επιμέρους αδυναμίες, το Joint Security Area είναι μια ταινία από την οποία όλοι έχουμε κάτι να πάρουμε. Ειδικά σήμερα, σε μια εποχή έντονου παγκόσμιου διχασμού (όπου τα χάσματα μεγαλώνουν και οι κυβερνήσεις είτε αδυνατούν είτε αδιαφορούν να τα γεφυρώσουν) είναι σημαντικό να θυμόμαστε πως οι απλοί άνθρωποι, στην ουσία, δεν έχουμε πολλά να χωρίσουμε μεταξύ μας.
Η ταινία αυτή δεν προσφέρει λύσεις ούτε εύκολες απαντήσεις. Υπενθυμίζει όμως, με ειλικρίνεια και ανθρωπιά, ότι η κατανόηση και η σύνδεση μπορούν να υπάρξουν ακόμη και στα πιο απρόσμενα μέρη.
Δείτε το trailer: