Εκείνη η τρελή, ανεξήγητη, υπερβολική χαρά. Η ευφορία που εκδηλώνεται όσο ξαφνικά χάνεται, για να δώσει τη θέση της σε μια αβάσταχτη θλίψη ή μια έκρηξη οργής. Αυτές οι καταστάσεις αποτελούν μέρος τόσο των ποικίλων ψυχικών διαταραχών, όσο και του θέματος της τελευταίας ταινίας του Ιταλού σκηνοθέτη Paolo Virzi, ο οποίος, ωστόσο, δεν τις εξετάζει μόνο ως «συμπτώματα». Η τρελή χαρά, με τη μορφή του χιούμορ, της αγάπης για τη ζωή και της ανάγκης για αγάπη, λειτουργεί εκτός των άλλων και ως ένεση ενέργειας, ως θεραπεία γι’ αυτά που τα φάρμακα δεν μπορούν να γιατρέψουν.
Η Beatrice και η Donatella έχουν, εκ πρώτης όψεως, ελάχιστα κοινά. Ένα από αυτά είναι ότι μένουν και οι δύο στο ίδιο «σπίτι», ένα περήφανο, κάπως παρατημένο μα «ζεστό» αρχοντικό, με καλοδιατηρημένο κήπο, λουσμένο από το ειδυλλιακό φως του ήλιου της Τοσκάνης. Την ίδια στέγη με τις δύο «πρωταγωνίστριες» μοιράζονται κι άλλες γυναίκες, καθώς και μια ομάδα γιατρών, συμβούλων και ειδικών που τις φροντίζουν… Πρόκειται, βλέπετε, για ένα κέντρο θεραπείας και αποκατάστασης ατόμων που πάσχουν από ψυχιατρικά προβλήματα. H Beatrice «λύνει και δένει» στην «Villa Biondi» αλλά και έξω από αυτή, έχοντας αφήσει πίσω μια πλούσια κοινωνική ζωή, έναν φτασμένο πρώην σύζυγο και ένα μάτσο λεφτά… ή τουλάχιστον αυτό πιστεύει η ίδια. Αγαπά την καλοπέραση, τις ακριβές απολαύσεις και το γέλιο, ακόμη κι αν οι παρούσες συνθήκες και η ψυχική της αστάθεια της τα στερούν συχνά. Η Donatella από την άλλη, μικρότερη στην ηλικία, αλλά εμφανώς ταλαιπωρημένη, φτάνει στην κοινότητα με βαριά κατάθλιψη, τραυματισμένη σωματικά αλλά και ψυχολογικά, με μόνη της έγνοια να ξανασμίξει με τον γιο, που πριν χρόνια έχασε. Στο πρόσωπό της, η Beatrice βρίσκει ένα στήριγμα αλλά και μια μεγάλη πρόκληση. Το παρελθόν των δύο γυναικών είναι τόσο διαφορετικό όσο και οι τωρινές τους επιθυμίες, αυτό όμως δεν τους εμποδίζει να έρθουν γρήγορα κοντά, αναζητώντας κατανόηση και το δικαίωμα να (ελπί)ζουν, ακόμη κι όταν όλα φαίνονται μαύρα.
Καθώς η ιστορία προχωρά, όπως και η απροσδόκητη φιλία τους, οι δυο τους βρίσκουν την ευκαιρία να «αποδράσουν» από το προστατευμένο περιβάλλον της κοινότητας, ξεκινώντας μια περιπέτεια που στριφογυρνά γύρω από κωμικές στιγμές και έντονες συγκινήσεις. Τμήματα της προηγούμενης ζωής τους αποκαλύπτονται στον θεατή, ενώ εκείνες τα συναντούν για μια ακόμη φορά, προσπαθώντας ταυτόχρονα να ξεπεράσουν, να αντιμετωπίσουν και να αποδεχθούν ό,τι χρειάζεται, ώστε να συνεχίσουν την πορεία τους λίγο πιο ανώδυνα. Στην ουσία τίποτα δεν έχει αλλάξει, εκτός από την μικρή λεπτομέρεια ότι πλέον αντλούν δύναμη η μία από την άλλη.
Η Valeria Bruni Tedeschi (Το ανθρώπινο κεφάλαιο) γίνεται ένα με τον χαρακτήρα της, με τρόπο τόσο απολαυστικό και ανεπιτήδευτο, που θα ορκιζόσουν ότι κάπου στην Ιταλία, η Beatrice υπάρχει και περιμένει να τη γνωρίσεις. Η χημεία της ηθοποιού με την συμπρωταγωνίστριά της και σύζυγο του Virzi, Micaela Ramazzotti, είναι αξιοθαύμαστη, ενώ η τελευταία χαρίζει στην ταινία μια επιπλέον ευαισθησία, αποδίδοντας με προσοχή και σεβασμό μία ιδιαίτερα εύθραυστη προσωπικότητα. Η επιτυχία του κεντρικού διδύμου αποζημιώνει για τα λίγα, αλλά αισθητά μειονεκτήματα της ταινίας, που συνίστανται κυρίως στην μεγάλη της διάρκεια και σε ορισμένες σεναριακές υπερβολές.
Αξίζει δε να αναφερθεί, ότι δε λείπουν ελαφριά κοινωνικοπολιτικά statements, κρυμμένα σε ατάκες που μιλούν για χρήματα στα σωστά χέρια, σε πλάνα που μαρτυρούν την έλλειψη οργάνωσης σε υπηρεσίες και δομές και γενικώς, στην προβαλλόμενη ιταλική νοοτροπία. Ας πούμε, πως στον κόσμο της Τρελής Χαράς πολλά θα ξένιζαν έναν βορειοευρωπαίο θεατή, ενώ, αντίθετα, για το γειτονικό, ελληνικό κοινό… μάλλον δεν θα αποτελούσαν τόσο μεγάλη έκπληξη!
* H Τρελή Χαρά προβάλλεται και αυτή την εβδομάδα σε επιλεγμένες αίθουσες σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.