Ποτέ δεν ήμουν δυνατός χαρακτήρας. Έκανα συμβιβασμούς για να ταιριάζω, έκανα τα στραβά μάτια σε ό,τι με ενοχλούσε και κατηγορούσα τον εαυτό μου για την άχρηστη
προσωπικότητά μου. Όλα αυτά για να μπορώ απλά να ανήκω σε μια ομάδα, να μην απέχω. Όσο μεγάλωνα όμως, μου ήταν όλο και πιο δύσκολο να συνεχίσω κατά αυτό το τρόπο. Είχα κουραστεί να καταπιέζω τον εαυτό μου για άτομα που δεν νοιάζονταν για μένα. Θα περίμενε
κανείς να εναντιωθώ, να σηκώσω το κεφάλι και να υψώσω το ανάστημά μου. Μα εγώ έκανα ακριβώς το αντίθετο· έσκυψα προς τα κάτω και άγγιξα το χώμα με το πρόσωπό μου. Φοβόμουν την επόμενη μέρα, αγχωνόμουν στην ιδέα ότι έπρεπε να περάσω ώρες ατελείωτες με άτομα που με απέφευγαν. Με τρόμαζε η αντιπάθεια τους και η σκληρή κριτική τους.
Προσπάθησα κάμποσες φορές να ξεφύγω από αυτή τη κατάσταση, μα ούτε και για αυτό είχα την δύναμη. Τολμούν μόνο όσοι, ενώ φοβούνται, έχουν τη θέληση να ξεπεράσουν τον εαυτό τους.
Ήθελα απλά να κρυφτώ, να μείνω σε μια θέση που μ ‘αρέσει και να είμαι μόνη μου. Μα μετά από λίγο καιρό, ούτε αυτό μου ήταν αρκετό. Και όμως συνέχισα να κρύβομαι και να αποφεύγω κινδύνους.
Έκτισα τοίχους με βαθιά και χοντρά θεμέλια, μα δεν είχα δει πόσο χαμηλοί ήταν. Το κατάλαβα ένα καλοκαίρι όταν πήγα εκδρομή σε μια λίμνη. Ήταν απομονωμένα και ήσυχα. Μου είχε αρέσει επειδή ήμουν απολύτως μόνη μου. Μπορούσα να δω την ηρεμία, μα δεν μπορούσα να νιώσω τη γαλήνη.
Ήταν η πρώτη φορά που κατάλαβα πόσο πολύ έβραζα μέσα μου, πόσο πραγματικά ζωντανή ήμουν.
Κοίταζα την λίμνη για ώρες και σκεφτόμουν τί ήταν αυτό που θέλω. Σκεφτόμουν με τόση επιμονή και ένταση που δεν είχα ακούσει την μητέρα μου να μου μιλάει…
-Πόσες ώρες θα κοιτάς τον ερωδιό;
-Ποιόν;
-Τον ερωδιό που είναι στη λίμνη εκεί πέρα, μου είπε και άπλωσε το χέρι της δείχνοντάς μου το μέρος της λίμνης που ήταν γεμάτο με καλάμια.
-Δεν τον βλέπω…
Με ένα χαμόγελο ήρθε πιο κοντά μου και μου έδειξε ξανά τον ερωδιό.
-Να εκεί! Εκεί που ξεκινούν να πληθαίνουνοι καλαμιές!
Μου πήρε αρκετή ώρα μέχρι να τον βρω. Ήταν όρθιος, με στημένο σώμα και είχε το ράμφος του σηκωμένο προς τον ουρανό. Είχε κρυφτεί τόσο καλά, παρόλο το μαύρο φτέρωμά του που κανονικά θα τον έκανε να ξεχωρίζει ανάμεσα σε όλο το πράσινο και το καφέ.
-Γιατί κρύβεται;
-Εσύ γιατί θα κρυβόσουν;
-… Για να αποφύγω κάποιον.
-Ε και αυτό το ίδιο κάνει! Σε φοβάται και σε αποφεύγει.
-Όλοι οι ερωδιοί κρύβονται έτσι; Με το κεφάλι ψηλά;
-Ναι, κρατάνε το κεφάλι ψηλά για να μη ξεχωρίζουν από τις καλαμιές. Είναι πανέξυπνο, αν θες τη γνώμη μου!
Θα μπορούσα να είχα κάνει πολλές ερωτήσεις , αλλά εκείνη τη στιγμή το μόνο που με ένοιαζε ήταν ανείναι μόνος του ή αν υπάρχουν και άλλοι ερωδιοί μαζί του. Η απάντηση που πήρα ήταν ένα απλό ανασήκωμα ώμων.
-Έλα μαζί μου, μου είπε μετά από λίγη ώρα.
Σηκωθήκαμε και πήγαμε να κρυφτούμε πίσω από ένα μεγάλο δέντρο, προσπαθώντας να κάνουμε όση λιγότερη φασαρία γινόταν. Αφού είχαν περάσει μερικά λεπτά, ο ερωδιός κατέβασε το κεφάλι του και πήγε προς τα ανοικτά της λίμνης. Ήταν μεγάλος, μαύρος και γκρι, με μακριά πόδια και μακρύ μαύρο ράμφος. Στεκόταν ακίνητος, πανέμορφος και μεγαλοπρεπής, μόνος του.
-Δεν είναι υπέροχος; με ρώτησε με χαμηλή φωνή.
-Ναι! είπα γεμάτη ενθουσιασμό. Ήταν απίστευτο το πόσο πολύ ταίριαζε με το τοπίο γύρω του. Αυτό που με συνεπήρε όμως περισσότερο, ήταν το γεγονός ότι έδινε μια ισχυρή αίσθηση αυτοπεποίθησης, αν και ήταν ολομόναχος!
Καθίσαμε εκεί για μερικά ακόμα λεπτά και μετά φύγαμε. Την επόμενη μέρα πήγα ξανά στη λίμνη νωρίς το πρωί. Στην αρχή είχα κρυφτεί πίσω από το ίδιο δέντρο. Μόλις στράφηκε, όμως, από την άλλη πλευρά, πήγα και κάθισα κάτω από το δέντρο και σήκωσα το κεφάλι μου προς τα πάνω σε μια προσπάθεια να τον μιμηθώ. Δεν του πήρε πολύ ώρα να με προσέξει · αμέσως πέταξε βιαστικά προς τη μεριά της λίμνης όπου ήταν οι καλαμιές, μα εγώ δεν κατέβασα το κεφάλι μου. Είχαμε καθίσει και οι δύο ακίνητοι κοιτώντας ο ένας τον άλλο προσεκτικά. Μετά από αρκετή ώρα τα παράτησα και έφυγα.
Επέστρεψα όμως πάλι το επόμενο πρωί και κάθισα στο ίδιο σημείο, όπως τη προηγούμενη μέρα. Το ίδιο έκανα και το απόγευμα. Πλέον ο ερωδιός έκανε βόλτες μέσα στη λίμνη, σταματώντας που και που για να πιάσει κάνα ψάρι. Την επόμενη μέρα είχα καθίσει λίγο πιο μακριά από το δέντρο και εκείνος το δέχτηκε. Τις επόμενες μέρες συνέχιζα να πηγαίνω νωρίς το πρωί και το απόγευμα και κάθε φορά καθόμουν όλο και πιο κοντά προς τη λίμνη. Είχαμε φτάσει σε ένα σημείο όπου εγώ θα καθόμουν δυο μέτρα μακριά από τη λίμνη, διαβάζοντας κάποιο βιβλίο, ρίχνοντας παράλληλα κρυφές ματιές προς το μέρος του και εκείνος απλώς θα στεκόταν στο ίδιος μέρος περιμένοντας να περάσει κάποιο ψάρι για να το πιάσει.
Ένα πρωί αποφάσισα να δοκιμάσω και εγώ τις ικανότητές μου στο ψάρεμα. Πήρα την απόχη του παππού μου και μπήκα στη λίμνη μέχρι τα γόνατα. Ο ερωδιός είχε συνηθίσει τόσο πολύ την παρουσία μου, που δεν έκανε κάποια ιδιαίτερη προσπάθεια να πάει πολύ μακριά μου. Μετά από αρκετή ώρα έντονης προσπάθειας , συνειδητοποίησα πως το ψάρεμα είναι πιο δύσκολο από ότι φαίνεται και πως τα ψάρια είναι πιο έξυπνα από ότι τολμούσα να παραδεχτώ νωρίτερα. Ήμουν τόσο απασχολημένη με την απόλυτη αποτυχία μου, που δεν πρόσεξα πόσο πολύ είχε πλησιάσει κοντά μου ο ερωδιός. Έχοντας αποκτήσει ένα τεράστιο χαμόγελο και ψυχική ώθηση από αυτό το γεγονός, επέστρεψα στις προσπάθειές
μου. Όταν επιτέλους κατάφερα να πιάσω ένα ψάρι, ο ήλιος μου είχε ήδη κάψει τους
ώμους και τη πλάτη και το νερό δεν μου φαινόταν τόσο κρύο όσο στην αρχή. Προσπάθησα να πιάσω το ψάρι με το χέρι μου αλλά μου ήταν αδύνατο. Έτσι άπλωσα την απόχη προς τη μεριά του ερωδιού και του πρόσφερα το ψάρι ως ευχαριστήριο δώρο για την ενθάρρυνση, που πίστευα ότι μου έδωσε όταν με πλησίασε. Περίμενα περισσότερη διστακτικότητα από μέρους του, μα ο ερωδιός με πλησίασε σχεδόν αμέσως και πήρε το ψάρι από το δίκτυ. Συνάντησε κάποιες δυσκολίες στην προσπάθειά του αυτή, όμως εν τέλει τα κατάφερε. Ήμουν τόσο χαρούμενη με τις εξελίξεις εκείνη τη μέρα που είχα ξεχάσει να γυρίσω στο σπίτι για το μεσημέρι. Κατάφερα να ταΐσω τον ερωδιό άλλη μια φορά πριν έρθει να με ψάξει η μητέρα μου.
Εκείνες τις τελευταίες μέρες των διακοπών μου τις πέρασα ταΐζοντας τον ερωδιό και μπορώ ακόμα να παραδεχτώ πως ήταν οι πιο χαρούμενες στιγμές που είχα ζήσει μέσα σε τουλάχιστον δεκαπέντε χρόνια. Για πρώτη φορά είχα βρει ένα φίλο που με αποδέχτηκε παρόλες τις διαφορές μας. Για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια σήκωσα το κεφάλι μου και κατάλαβα πόσο πραγματικά χαμηλό ήταν το τοίχος που είχα φτιάξει. Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα πως δεν ήθελα να είμαι μόνη μου · ήθελα όμως να είμαι με κάποιον που με αποδέχεται όπως είμαι, ακόμα και αν δεν μοιάζουμε σε όλα.
Εκείνη η χρονιά ήταν που πέρασα και στο πανεπιστήμιο. Βρήκα φίλους, δεν ταίριαξα το ίδιο με όλους βεβαίως, μα όλοι αποδέχτηκαν τον χαρακτήρα μου και εγώ με τη σειρά μου έκανα το ίδιο. Χαμογελούσα όλο και πιο συχνά και όλο και πιο αληθινά. Αποφασίσαμε εκείνο το καλοκαίρι πως θα πηγαίναμε όλοι μαζί εκδρομές και ο καθένας θα διάλεγε από έναν προορισμό. Εγώ τους πήγα σε εκείνη τη λίμνη. Μα όταν έφτασε επιτέλους η στιγμή, δεν περίμενα αυτό που αντίκρυσα.
Κρυβόμασταν όλοι μας πίσω από εκείνο το μεγάλο δέντρο και κοιτούσαμε δύο πανέμορφους μαύρους ερωδιούς να κάνουν βόλτες μέσα στη λίμνη.