Χωρίς αμφιβολία ο Πλάτωνας αποτελεί έναν από τους θεμέλιους λίθους στο οικοδόμημα της παγκόσμιας σκέψης και ο πρώτος φιλόσοφος που θεωρεί πως υπάρχει άμεση σχέση και εξάρτηση ανάμεσα στην ανθρώπινη ψυχολογία και την οργάνωση του κράτους. Το κράτος ή η πολιτεία όπως την ονομάζει είναι στην πραγματικότητα ο τρόπος με τον οποίο οργανώνεται η ζωή μιας κοινωνικής ομάδας. Η κοινωνική ομάδα όμως αποτελείται από άτομα. Είναι λοιπόν φυσικό το κράτος, κατά την οργάνωση της ζωής αυτών των ατόμων, να λαμβάνει υπόψιν την ψυχολογική τους υφή. Στην Πολιτεία του Πλάτωνα παρουσιαζεται μια ιδεατή κρατική οντότητα, η οργάνωση της οποίας στηρίζεται στις ιδιότητες των τριών μερών της ανθρώπινης ψυχής καθώς αυτή είναι η πηγή της ανθρώπινης σκέψης, της συμπεριφοράς και των πράξεων.
Η δύναμη της ψυχής: Μία ή πολλές
Στο Δ’ βιβλίο της Πολιτείας, ο φιλόσοφος διερωτάται αν η δύναμη της ψυχής που υποκινεί τις ανθρώπινες πράξεις είναι μία και μοναδική ή αν οι διαφορετικές πράξεις πηγάζουν από διαφορετικές, κάθε φορά, δυνάμεις. Αν, λόγου χάριν, η δύναμη με την οποία μαθαίνουμε είναι άλλη από εκείνη που οργιζόμαστε ή από εκείνη με την οποία αναζητάμε την ηδονή μέσα από την τροφή και την ερωτική πράξη. Πριν ξεκινήσει τη διερεύνηση αυτού του ερωτήματος, ο Πλάτωνας θέτει τη βάση επάνω στην οποία θα γίνει η εξέτασή του. Διατύπωνει το αξιώμα πως το ίδιο πράγμα είναι αδύνατον να βρίσκεται σε αντίθετες καταστάσεις ή να πράττει αντίθετα την ίδια στιγμή. Στην περίπτωση που διαπιστωθεί πως κάτι τέτοιο είναι δυνατό να συμβεί, θα αποτελεί την απόδειξη πως δεν πρόκειται για μία και μοναδική δύναμη που προκαλεί τις πράξεις αλλά για περισσότερες.
Τα 3 μέρη της ψυχής
Αρχικά, χρησιμοποιεί το παράδειγμα ενός ανθρώπου ο οποίος κουνάει τα χέρια και τα πόδια του ενώ στέκεται, και μίας σβούρας η οποία περιστρέφεται γύρω από τον άξονά της. Ο άξονας της σβούρας οποίος παραμένει πάντοτε κάθετος, αποδεικνύει πως η κίνηση και η στάση αφορούν σε διαφορετικά μέρη αυτών των πραγμάτων και όχι στο σύνολό τους. Με αυτόν τον τρόπο καταλήγει στο συμπέρασμα πως «…ὥς ποτέ τι ἂν τὸ αὐτὸ ὂν ἅμα κατὰ τὸ αὐτὸ πρὸς τὸ αὐτὸ τἀναντία πάθοι ἢ καὶ εἴη ἢ καὶ ποιήσειεν.».
Στη συνέχεια, γίνεται λόγος για τις επιθυμίες και την περίπτωση κατά την οποία, η ψυχή ενός ανθρώπου θέλει κάτι και προσπαθεί να το αποκτήσει ενώ ταυτόχρονα το αρνείται και το απωθεί. Για παράδειγμα, ένας άνθρωπος μπορεί να διψάει και να θέλει να πιεί ενώ την ίδια στιγμή να μη θέλει να το κάνει. Σε αυτή την περίπτωση η ψυχή του ανθρώπου βιώνει μια εσωτερική σύγκρουση. Δεν έχει σημασία αν αυτός ο άνθρωπος θέλει να πιεί κάτι που είναι ζεστό ή κάτι που είναι κρύο. Η δίψα αντιμετωπίζεται με απόλυτο τρόπο χωρίς ποιοτικό προσδιορισμό αλλά ως καθαυτή ανάγκη ή επιθυμία για ποτό, μιας και η δίψα για ένα ορισμένο είδος ποτού είναι και η ίδια ένα ορισμένο είδος δίψας. Ο Πλάτωνας θεωρεί πως εκείνο που εμποδίζει τον άνθρωπο που διψάει να πιεί, είναι κάτι που γεννιέται από το λογισμό ενώ εκείνο που τον ωθεί είναι κάτι διαφορετικό.
Αναφέρει επίσης το παράδειγμα ενός τοξότη, ο οποίος έλκει και απωθεί ταυτόχρονα το τόξο του. Αν και οι δύο ενέργειες είναι αντίθετες, όπως συμβαίνει με τον άνθρωπο που διψάει, διακρίνει πως εκτελούνται από διαφορετικά μέρη του σώματός του καθώς με άλλο χέρι απωθεί το τόξο και με άλλο χέρι έλκει τη χορδή του. Με δεδομένο όμως πως ένα πράγμα δεν μπορεί να εκδηλώνει αντίθετες τάσεις διαμέσου του ίδιου μέρους του, ο Πλάτωνας, συμπεραίνει πως συνυπάρχουν στην ψυχή – όπως στο σώμα του τοξότη – δύο διαφορετικά μέρη, από τα οποία και πηγάζουν οι αντίθετες επιθυμίες. Το μέρος εκείνο με το οποίο νιώθει τη δίψα, την πείνα και γενικότερα τους πόθους το ονομάζει αλόγιστο και επιθυμητικόν ενώ το μέρος που αντιτίθεται στην επιθυμία και τελικά αποφασίζει μέσω της σκέψης, το ονομάζει λογιστικόν.
Με την αναφορά της ιστορίας του Λεοντίου, ο Πλάτωνας εισάγει ένα επιπλέον μέρος στη δυαρχία της ψυχής, διακριτό από το λογισμό και την επιθυμία, το οποίο ονομάζει θυμοειδές. Στον όρο θυμό ο Πλάτωνας δεν αποδίδει τη γενικευτική έννοια η οποία απαντά στον Όμηρο. Ο ομηρικός θυμός αναφέρεται στο μέρος εκείνο του ανθρώπου, το οποίο αποτελεί την έδρα των σκέψεων, των επιθυμιών και των αισθημάτων και πλησιάζει σε εκείνο που μεταγενέστερα ονομάστηκε ψυχή.
Η έννοια του όρου ψυχή
Ο Πλάτωνας χρησιμοποιεί τον όρο με τη στενότερη έννοια που είχε αποκτήσει στην εποχή του και η οποία περιορίζεται στα έντονα συναισθήματα, ειδικά στην οργή. Η έννοια της οργής όμως πρέπει να διευρυνθεί έτσι ώστε, να περιλάβει σύνθετα συναισθήματα όπως η φιλοδοξία, η ανταγωνιστικότητα ή η αγανάκτηση. Αυτή η διεύρυνση της έννοιας της οργής μας αποκαλύπτει πως το θυμοειδές έχει χαρακτηριστικά τα οποία υπάρχουν και στα άλλα δύο μέρη. Για να περιέλθει κάποιος σε κατάσταση θυμού απαιτείται ένα ελάχιστο είδος σκέψης και κριτικής ικανότητας. Ένα άτομο δεν γίνεται να οργιστεί χωρίς να πιστεύει πως κάποιος έκανε κάτι κακό. Το συναίσθημα αυτό όμως είναι ταυτόχρονα και μια πηγαία επιθυμία για πράξη. Με την κατάλληλη εκπαίδευσή του, ο θυμός μπορεί να λειτουργήσει ως πηγή εκείνης της δύναμης που θα οδηγήσει τον άνθρωπο στον ηθικό βίο.
Στο παράδειγμα του ανθρώπου που ενώ διψά δεν πίνει, το λογιστικόν ενεργεί ως παράγοντας ρύθμισης και περιορισμού της επιθυμίας, με απώτερο στόχο το γενικό καλό και συνεπώς την ευημερία του ατόμου συνολικά. Αυτό το γενικό καλό το αναγνωρίζει μόνο το λογικό μέρος της ψυχής σε αντίθεση με το άλογο (επιθυμητικόν και θυμοειδές), το οποίο επικεντρώνεται στην ικανοποίηση των επιθυμιών. Αυτό το στοιχείο τοποθετεί το λογικό μέρος της ψυχής σε ανώτερο επίπεδο από το άλογο και του αποδίδει το ρόλο του κυβερνήτη του συμπλέγματος της ψυχής, μιας και νοιάζεται για το σύνολο και όχι μόνο για το δικό του καλό.
Το επιθυμητικόν χαρακτηρίζεται από πολλαπλότητα καθώς περιλαμβάνει ένα μεγάλο αριθμό διαφορετικών επιθυμιών. Αρκετά συχνά όμως είναι χαοτικό, μιας και δεν είναι δυνατό το ετερόκλητο πλήθος αυτών των επιθυμιών, να ενοποιηθεί σε ένα ενιαίο σύνολο. Μπορούμε όμως να διακρίνουμε στη φύση αυτών των επιθυμιών μια στενή σχέση με το σώμα με συνέπεια, να μη μπορεί να αποδοθεί καμία γνωστική λειτουργία στο επιθυμητικόν. Ωστόσο, αποδέχεται την εξουσία του λογιστικού και άρα αυτό το μέρος της ψυχής δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως εντελώς αλόγιστο.
Η ψυχή είναι ένα θηρίο
Συνεπώς, στην Πολιτεία του Πλάτωνα, η ψυχή δεν είναι μια αδιάσπαστη και ομοιογενής οντότητα, αλλά μια τριμερής δομή που αποτελείται από επιμέρους στοιχεία τα οποία κινητοποιούν ξεχωριστές λειτουργίες και επιθυμίες του συνόλου. Είναι ένα «θηρίο», όπως η Χίμαιρα ή ο Κέρβερος, το οποίο, εξωτερικά, έχει τη μορφή ανθρώπου. Στην εσωτερική φύση αυτού του θηρίου, συνυπάρχουν, ένα πολύχρωμο τέρας που μπορεί να μεταμορφώνεται και να βγάζει κεφάλια κατά βούληση – όπως οι πολυάριθμες επιθυμίες του ανθρώπου – ένα λιοντάρι που αντιστοιχεί στο θυμοειδές και την ανταγωνιστική αγάπη του για τιμές και μια ανθρώπινη μορφή, η οποία εκφράζει το ανώτερο, το μη ζωώδες, μέρος της ψυχής, το λογιστικό.
Πηγές
Annas, J. (2006). Εισαγωγή στην Πολιτεία του Πλάτωνα. Χ. Γραμμένου (μτφρ.), Χ. Ζαφειρόπουλος & Π. Μπουρλάκης (επιμ.). Αθήνα: Εκδόσεις Καλέντης.
Καραμανώλης, Γ. (2017). «Ψυχή, νους και σώμα». Στο: Γ. Καραμανώλης (επιμ.). Εισαγωγή στην αρχαία φιλοσοφία. Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
Long, A. (2019). «Η πολιτικοποιημένη ψυχή και η κυριαρχία του λόγου». Στο: Δ. Παπουτσάκη (μτφρ.). Νους, ψυχή και σώμα στον αρχαίο ελληνικό στοχασμό., Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
Pappas, N. (2006). Πολιτεία του Πλάτωνα. Δ. Παππαγιαννάκος (μτφρ.), Ι. Πατσιώτη (επιμ.). Αθήνα: Εκδόσεις Οκτώ.
Πλάτων (2002). Πολιτεία. Ν. Μ. Σκουτερόπουλος (επιμ.- μτφρ.). Αθήνα: Εκδόσεις Πόλις.