
Η θέση της γυναίκας στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν λιτή και περιορισμένη σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο. Η περιφρόνηση ήταν χαρακτηριστική αντιμετώπιση για όσες ασχολήθηκαν με τις τέχνες, ενώ ήταν αναπόφευκτο να μείνουν ανύπαντρες σε όλη τους τη ζωή.
Οι γυναίκες λοιπόν της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (1299- 1923), οι λεγόμενες Οθωμανές, ως υπήκοοι της αυτοκρατορίας των Οθωμανών, χωρίζονταν σε δύο κατηγορίες: τις μουσουλμάνες και τις μη μουσουλμάνες. Ενώ η κοινωνική θέση της κάθε Οθωμανής αναγνωριζόταν από τα ρούχα.
Σύμφωνα με το διάταγμα του 1564, οι φτωχές μη μουσουλμάνες έπρεπε να φορούν το κουτνού ή φούστες από μαλλί αγκορά. Για τις φτωχές μουσουλμάνες επικράτησε ο κανόνας ότι η ενδυμασία τους σε δημόσιους χώρους έπρεπε να είναι σεμνή σε τέτοιο βαθμό που να είναι αόρατες. Πάντως κατά τον 18ο αιώνα μια σειρά από διατάγματα περιόριζαν γενικά την κυκλοφορία των γυναικών στους δρόμους και πλατείες ακόμη και αν οι δυνατότητες για εξόδους ήταν ελάχιστες.

Όσον αφορά όμως την ενδυμασία των ευκατάστατων γυναικών υπήρχε σημαντική διαφορά με εκείνη των φτωχών. Συγκεκριμένα φορούσαν ένα μεταξωτό ή βαμβακερό πουκάμισο, το λεγόμενο γιομλέκ, καθώς και ένα φαρδύ παντελόνι, το οποίο συνδυαζόταν με μια υφασμάτινη ζώνη για να σταθεροποιηθεί στη μέση. Επιπλέον, πάνω από το πουκάμισο και το παντελόνι φορούσαν φόρεμα από βελούδο ή μετάξι, το λεγόμενο ενταρί. Επίσης κάλυπταν το κεφάλι με ένα φέσι ή καλπάκι και επάνω του στερέωναν πέπλα με καρφίτσες. Φυσικά σε εξωτερικούς χώρους επάνω από τα ρούχα φορούσαν και φαρδιά παλτά, τα γνωστά φερατζέ, τα οποία ήταν με μεγάλες τσέπες και μεγάλα μανίκια. Επίσης κάλυπταν το πρόσωπο με μαντήλια αφήνοντας ακάλυπτα μόνο τα μάτια.
Ξεχωριστή κοινωνική θέση είχαν οι χήρες τις οποίες το οθωμανικό φορολογικό δίκαιο τις αναγνώριζε σαν ξεχωριστή κατηγορία, επειδή συντηρούσε μόνη της το νοικοκυριό του πεθαμένου συζύγου. Ωστόσο, συχνά το εισόδημα που ήταν εγγυημένο από τον σύζυγο λίγο πριν πεθάνει δεν επαρκούσε για όλες τις ανάγκες. Με αποτέλεσμα πολλές χήρες να είναι αναγκασμένες να κάνουν δεύτερο γάμο.
Γενικά οι Οθωμανές κατείχαν και τίτλους ιδιοκτησίας ακίνητης περιουσίας, ενώ υπήρξαν και ιδρύτριες ευαγών ιδρυμάτων των λεγόμενων βακουφιών. Πολλές Οθωμανές έκαναν μικρές δωρεές όπως χρήματα, έπιπλα, χαλιά, πολυελαίους ή μικρά οικήματα σε κάποιο υπάρχον τέμενος. Από την άλλη μεριά οι γυναίκες της άρχουσας τάξης χρηματοδοτούσαν μεγάλα έργα όπως συμπλέγματα τεμενών και τελωνιακούς σταθμούς.

Η θέση της γυναίκας στην Οθωμανική Αυτοκρατορία φαίνεται και στον τομέα της εργασίας όπου ήταν πολύ περιορισμένη. Όσες διέθεταν μια μικρή περιουσία επένδυαν σε ένα εμπορικό συμφωνητικό, το οποίο προμήθευε μέσω του μικροεμπορίου υφάσματα, κεντήματα και κοσμήματα στις πλουσιότερες γυναίκες. Όσον αφορά όμως τις γυναίκες που δεν είχαν χρήματα, η κοινωνική τους θέση ήταν ακόμη πιο περιορισμένη καθώς ασχολούνταν με χειρωνακτικές εργασίες. Όσες βρίσκονταν στις πόλεις ασχολούνταν με την υφαντουργία στα δικά τους σπίτια. Ενώ στις αγροτικές περιοχές ασχολούνταν με την κτηνοτροφία και τη γεωργία.
Συμπερασματικά, οι πληροφορίες για τη θέση της γυναίκας στην Οθωμανική Αυτοκρατορία αντλούνται από πηγές όπως είναι οι κατάλογοι που συντάχθηκαν από γραφείς δικαστηρίων αλλά και λογοτεχνικά έργα. Φυσικά η μελέτη του ρόλου της γυναίκας στο Οθωμανικό κράτος ξεκίνησε από το 1970 και ύστερα.
Πηγή
Ανατολή. (2014). Οι Οθωμανές. Ανακτήθηκε από https://www.lifo.gr/arxeio/oi-othomanes/. (τελευταία πρόσβαση 17-3-2025)