
Η παρουσία της εβραϊκής κοινότητας στις πόλεις της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της πολιτιστικής και ιστορικής τους ταυτότητας. Τα Μνημεία Ολοκαυτώματος σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη αποτελούν σήμερα κομβικά σημεία αναφοράς για τη συλλογική μνήμη των εβραϊκών κοινοτήτων. Η χωροθέτησή τους και η καλλιτεχνική τους σύλληψη ενισχύουν τον συμβολισμό τους, προάγοντας τον αναστοχασμό γύρω από τη σημασία της διατήρησης της ιστορικής μνήμης (Stevens, 2012). Η ανέγερση και η διατήρησή τους υπερβαίνουν την κρατική υποχρέωση και αναδεικνύουν την ανάγκη αποκατάστασης της ιστορικής αλήθειας και αναγνώρισης των θυμάτων. Μέσα από την παρουσία τους, ενδυναμώνεται η συλλογική μνήμη και η ταυτότητα των εβραϊκών κοινοτήτων.
Η Εβραϊκή παρουσία στις δύο πόλεις
Η ιστορική παρουσία του εβραϊσμού στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της πορείας τους. Στη Θεσσαλονίκη, η εβραϊκή κοινότητα διαμόρφωσε σε βάθος τον κοινωνικό, οικονομικό και πολιτιστικό ιστό. Στην Αθήνα, αν και μικρότερη σε μέγεθος, η κοινότητα συνέβαλε ουσιαστικά στη φυσιογνωμία της πόλης. Τα Μνημεία Ολοκαυτώματος Αθήνας και Θεσσαλονίκης αποτελούν μάρτυρες αυτής της μακραίωνης παρουσίας, υπενθυμίζοντας τόσο την ιστορικότητα όσο και τη σχεδόν ολοκληρωτική εξόντωση των κοινοτήτων αυτών.
Μνημεία Ολοκαυτώματος σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη: Θεσσαλονίκη
Η Θεσσαλονίκη, με τη μεγαλύτερη εβραϊκή κοινότητα της Ελλάδας, βίωσε σχεδόν τον ολοκληρωτικό αφανισμό της κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα μνημεία που ανεγέρθηκαν δεν αποτελούν μόνο τόπους μνήμης, αλλά και χώρους ανάκτησης της ιστορικής συνέχειας μιας κοινότητας που εξαλείφθηκε βίαια.
Οι πρώτες πρωτοβουλίες ξεκίνησαν ήδη από τη δεκαετία του 1950 με την ενεργό συμμετοχή του Ισραηλιτικού Συμβουλίου Ελλάδος και διεθνών εβραϊκών οργανισμών. Αρχικά, η συζήτηση επικεντρώθηκε σε ένα περιορισμένο πλαίσιο, όπως το εβραϊκό νεκροταφείο. Η επιδίωξη, ωστόσο, ήταν η ενσωμάτωση της μνήμης στον δημόσιο χώρο. Πολιτικά και κοινωνικά εμπόδια ανέκοψαν την εξέλιξη αυτών των προσπαθειών, καθώς το ελληνικό κράτος παρέμεινε διστακτικό απέναντι στην ένταξη μνημονικών τόπων στον αστικό ιστό.
Το πρώτο έργο που προτάθηκε, το γλυπτό «Ο Εξολοθρεμός των Εβραίων» του Θανάση Απάρτη (1952), δεν εντάχθηκε τελικά στον δημόσιο χώρο (Μεντζαφού, 1984).

Κατά τη δεκαετία του 1990, οι διεθνείς εξελίξεις και οι νέες διπλωματικές ισορροπίες ώθησαν την Ελλάδα σε διαφορετική στάση. Το 1996, εν μέσω πολιτικών αναβρασμών από την κρίση των Ιμίων, σε συνδυασμό με την ισχυρή τουρκοϊσραηλινή συνεργασία εκείνης της περιόδου, ώθησε την ελληνική κυβέρνηση να βελτιώσει τις σχέσεις της με την Ιερουσαλήμ και τις ΗΠΑ (Kostopoulou,2019). Έτσι, την ίδια χρονιά προκηρύχθηκε καλλιτεχνικός διαγωνισμός από το Υπουργείο Πολιτισμού. Η ανάθεση έγινε στον Νάντορ Γκλιντ, εξέχοντα Εβραίο καλλιτέχνη, του οποίου το έργο αποτυπώνει ανθρώπινες μορφές που μετατρέπονται σε φλόγες, σχηματίζοντας τη μενορά. Το μνημείο εγκαινιάστηκε το 1997 στην περιοχή μεταξύ των οδών Νέας Εγνατίας και Αλεξάνδρου Παπαναστασίου, έτος-ορόσημο, καθώς η Θεσσαλονίκη είχε ανακηρυχθεί Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης. Εννέα χρόνια αργότερα, το μνημείο μεταφέρθηκε στο νότιο άκρο της πλατείας Ελευθερίας, επί των οδών της Λεωφόρου Νίκης και Ελευθερίου Βενιζέλου.

Το Μνημείο του Ολοκαυτώματος στην Αθήνα
Η εβραϊκή κοινότητα της Αθήνας δεν ανέπτυξε τον ίδιο βαθμό συνοχής και αριθμητικής ισχύος με εκείνη της Θεσσαλονίκης. Ωστόσο, υπέστη σοβαρές απώλειες στη διάρκεια της Κατοχής. Η μαζική σύλληψη Εβραίων τον Μάρτιο του 1944 στη συναγωγή της οδού Μελιδώνη αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στα στρατόπεδα του Άουσβιτς και του Μπιρκενάου (Droumpouki, 2016).
Η ανέγερση μνημείου καθυστέρησε σημαντικά και πραγματοποιήθηκε μόλις το 2010. Το έργο της γλύπτριας Ντιάννας Μαγκανιά επιλέχθηκε μέσω διαγωνισμού που ολοκληρώθηκε το 2009. Η σύνθεση του μνημείου αναπαριστά την προέλευση των εκτοπισμένων Εβραίων από 27 διαφορετικές περιοχές της Ελλάδας. Στο εσωτερικό τμήμα του αναγράφονται οι ονομασίες των κοινοτήτων αυτών, παραπέμποντας σε επιτύμβιες στήλες. Το κεντρικό μοτίβο συμβολίζει την ιστορική συνέχεια των κοινοτήτων που επιβίωσαν. Η χρήση κίτρινου μαρμάρου παραπέμπει στο άστρο του Δαβίδ, σύμβολο στιγματισμού κατά τη ναζιστική περίοδο.
Μνημεία Ολοκαυτώματος σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη: η ιστορική και πολιτισμική σημασία των μνημείων
Τα Μνημεία Ολοκαυτώματος σε Αθήνα και της Θεσσαλονίκη αποτελούν θεμελιώδεις πυλώνες συλλογικής μνήμης. Η σημασία τους υπερβαίνει την τυπική απότιση τιμής προς τα θύματα· συνιστούν πεδία ιστορικού αναστοχασμού και δημόσιου διαλόγου. Μέσα από την αλληλεπίδραση με τους επισκέπτες, συμβάλλουν στη διατήρηση της μνήμης, στην κατανόηση του ιστορικού τραύματος και στην αποδοχή της εβραϊκής παρουσίας ως οργανικού τμήματος της ελληνικής ιστορίας.
Πηγές–Βιβλιογραφία:
Droumpouki, A. M. (2016). Shaping Holocaust memory in Greece: memorials and their public history. National Identities. Routledge Press. σσ. 209-212
Kostopoulou, E. (2019). Memory and Oblivion: The Holocaust Memorial in Thessaloniki Greece. Yad Vashem Studies 47, no. 2. σσ. 175-186
Μεντζαφού, Ο. (1984). Θανάσης Απάρτης (1899-1972) / Επιμέλεια Όλγα Μεντζαφού ; πρόλογος Δημήτρης Παπαστάμος. – Αθήνα : Εθνική Πινακοθήκη Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. Υπουργείο Πολιτισμού & Επιστημών. σσ. 118
Stevens, Q. (2012). Visitor responses at Berlin’s Holocaust Memorial: Contrary to conventions, expectations and rules. Public Art Dialogue, 2(1), 34-59.