Τα μυστικά μερικές φορές κρίνονται και απαραίτητα κυρίως αυτά τα μικρά που αφορούν τις ιδιωτικές στιγμές ενός ατόμου ή των μελών μιας οικογένειας. Μπορεί να είναι κρυφά ταξίδια, αγορές, μια έξοδος ή οτιδήποτε ένας άνθρωπος αισθάνεται ότι θέλει να προστατέψει από τα αδιάκριτα βλέμματα. Σε αντίθεση λοιπόν με αυτά τα μικρά μυστικά που δεν δημιουργούν προβλήματα και εξυπηρετούν το σκοπό τους υπάρχουν και τα άλλα τα μεγάλα «Μυστικά». Τα Μυστικά που έχουν την δύναμη να επηρεάσουν σε αρκετό βαθμό αρνητικά το άτομο που τα κουβαλάει, την οικογένεια του και τους απόγονους του σε βάθος χρόνου. Είναι τόσο ισχυρά που σε μερικές περιπτώσεις καταφέρνουν να συνδέουν και να βαραίνουν πολύ περισσότερους ανθρώπους όπως τους κατοίκους μιας γειτονίας, μιας πόλης ακόμα και μιας χώρας (μαζικές σφαγές, εμφύλιοι πόλεμοι και ότι άλλο μια ολόκληρη κοινωνία θέλει να σβήσει από τη συλλογική μνήμη).Τι είναι όμως αυτό που τα κάνει τόσο δυνατά και ανεξίτηλα;
Σίγουρα από μόνο του ένα μυστικό δεν μπορεί να έχει τέτοια δύναμη, όποια και αν είναι η φύση του. Το πρόβλημα ξεκινάει από τη στιγμή που αυτό θα αρχίσει να επηρεάζει την ζωή ενός ατόμου και κατ’ επέκταση τον περίγυρου του. Τα μυστικά που έχουν αυτή τη δυνατότητα συνήθως σχετίζονται με θέματα που αφορούν τη γέννηση, το θάνατο, τη καταγωγή ή άλλα παρόμοια υπαρξιακά ζητήματα και συνδέονται με μια έντονη τραυματική εμπειρία (χαρακτηριστικά παραδείγματα οι επιζήσαντες του ολοκαυτώματος όπως τους μελέτησε ο ψυχίατρος και ψυχαναλυτής Serge Tisseron).
Ζώντας, λοιπόν, κάποιος μια επώδυνη κατάσταση που απειλεί την ύπαρξη του ψυχική και σωματική, εάν δεν καταφέρει να την επεξεργαστεί και να την αφομοιώσει προσπαθεί να την ξεχάσει και να την θάψει βαθιά μέσα του. Η εμπειρία γίνεται Μυστικό ανείπωτο και απαγορευμένο. Ο άνθρωπος ενώ δείχνει να συνεχίζει μια φυσιολογική ζωή βασανίζεται από ένα « ψυχικό διχασμό», το Μυστικό και η υπόλοιπη ζωή του, η επιθυμία του να μιλήσει ή να σωπάσει. Ελέγχει το συνειδητό κομμάτι αδυνατεί όμως να ελέγξει το ασυνείδητο, που στέλνει μηνύματα με συγκεκριμένες εκφράσεις, χειρονομίες, τόνο της φωνής, στάση του σώματος, ιστορίες και τραγούδια με κρυφό νόημα στο περιβάλλον του. Επιπλέον, ένα τυχαίο γεγονός, μια συνάντηση στο δρόμο, μια φωτογραφία ή οτιδήποτε άλλο μπορεί να ξυπνήσει μνήμες γίνονται οι αφορμές για να κάνουν την εμφάνιση τους ανεξήγητες συμπεριφορές.
Το Μυστικό δεν εξαφανίζεται έτσι απλά, είναι εκεί και συνεχίζει να μολύνει τη ζωή του ανθρώπου σαν μια πληγή που δεν λέει να κλείσει διχάζοντας πρώτα το πρόσωπο που το κουβαλάει και μετά τους οικείους του και κυρίως τα παιδιά και περισσότερο αυτό που είναι πιο κοντά με το γονέα-φορέα του Μυστικού. Τα παιδιά, λοιπόν, σαν πολύ ισχυροί δέκτες που είναι, καταλαβαίνουν ότι κάτι κρύβεται, έτσι προσπαθούν να ανακουφίσουν το γονιό τους, ενδοβάλλουν τα συναισθήματα που υπάρχουν στην ατμόσφαιρα (ντροπή, φόβο, ενοχή κ.α.), φαντάζονται πράγματα που πιθανόν να μην έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα μόνο και μόνο για να καταφέρουν να δώσουν μια εξήγηση. Καταλήγουν, λοιπόν και αυτά να ζουν τον δικό τους ψυχικό διχασμό και τις συνέπειες του, αφού από τη μια θέλουν να αποκαλύψουν το Μυστικό και από την άλλη συμπεριφέρονται χωρίς αυτό να υπάρχει.
Έτσι αυτό που κρύβεται και οι επιπτώσεις του περνούν από τη μία γενιά στην άλλη. Τα συμπτώματα που μπορεί να παρουσιαστούν στις γενιές που ακολουθούν είναι διάφορα και ποικίλουν από σωματικούς πόνους, φοβίες, μαθησιακές δυσκολίες, περίεργες συμπεριφορές, άγχη, κομφορμισμός ενώ κυρίως για την τρίτη γενιά εμφανίζονται ψυχωτικές διαταραχές, πνευματικές δυσλειτουργίες και παραβατικότητα. Ο συσχετισμός πολλές φορές του συμπτώματος με την ύπαρξη ενός Μυστικού πολλά χρόνια πριν είναι, αν όχι ακατόρθωτος, τουλάχιστον δύσκολος.
Σύμφωνα με τον Τisseron που μελέτησε δεκάδες περιπτώσεις ανθρώπων και τις οικογένειες τους που κρατούσαν τέτοιου είδους Μυστικά (επιζήσαντες του ολοκαυτώματος που δεν ξαναμίλησαν για αυτή την εμπειρία, κρυφές υιοθεσίες, αποσιωπημένους θανάτους στην οικογένεια, παράνομες σχέσεις, παιδιά εκτός γάμου κ.α.) η αλήθεια από μόνη της δεν είναι θεραπευτική, όμως σίγουρα το Μυστικό είναι παθογόνο. Η αποκάλυψη του δεν επιφέρει απαραίτητα μεγάλες αλλαγές και οι άνθρωποι που το κουβαλούσαν πιθανόν να συνεχίσουν να ζουν με τον ψυχικό διχασμό όπως και πριν. Δίνει όμως τη δυνατότητα για αυτούς που επιθυμούν την αλλαγή να ξεκινήσουν αυτή τη διαδικασία και επιπλέον επιβεβαιώνει τις υποψίες των νεότερων ότι κάτι κρύβονταν και δεν ήταν όλα κομμάτι της φαντασίας τους.
Ιδιαίτερα για τα παιδιά, που οφείλουμε να τα βοηθήσουμε και να τα προστατέψουμε από τέτοιου είδους κληρονομιές, ο καλύτερος χρόνος για να ειπωθεί ένα Μυστικό είναι στην αρχή της ζωής τους, ακόμα και αν δεν καταλαβαίνουν τι τους λέμε. Αυτό μας εξοικειώνει και μας προετοιμάζει για το πώς θα το πούμε αργότερα χρησιμοποιώντας τον σωστό τρόπο και τις λέξεις που θα τα ανακουφίσει και θα τα απαλλάξει. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι η συμβολή κάποιου ειδικού για την επεξεργασία τέτοιων θεμάτων μπορεί να είναι πολύ βοηθητική.
Σίγουρα λοιπόν ένα βαρύ Μυστικό και η αποκάλυψη του δεν είναι εύκολη υπόθεση για αυτούς που το κρατάνε χρόνια και που έχουν μάθει να ζουν με αυτό. Το κίνητρο όμως είναι μεγάλο, η ανακούφιση και η απαλλαγή των ίδιων αλλά των νεότερων από το βαρύ φορτίο.
Πηγές:
Tisseron, S. (2014), Οικογενειακά Μυστικά, Βασιλείου Μ. (μεταφ.), Εκδόσεις Αγρα.