
Βάσει μελετών της ψυχολόγου Geraldine Downey και των συνεργατών της (π.χ Downey % Feldman,1996· Ayduk. Mischel, & Downey, 2002· Downey, Mougios, Ayduk, London, & Soda, 2004· Pietrzak, Downey, & Ayduk, 2005), η ευαισθησία στην απόρριψη αναφέρεται σε έναν ιδιαίτερο τρόπο σκέψης. Χαρακτηρίζεται από αγχογόνες προσδοκίες απόρριψης στις διαπροσωπικές σχέσεις. Μερικοί άνθρωποι τείνουν να αναμένουν τη λήξη μιας σχέσης ακόμη κι αν αυτή εξελίσσεται πολύ καλά. Αυτά τα άτομα επιμένουν σε αυτήν την ιδέα της απόρριψης και καταλήγουν να αγχώνονται για αυτό. Αυτός ο τρόπος σκέψης συνήθως αποτελεί βλαβερός για οποιαδήποτε σχέση. Ανεξαρτήτως ρεαλιστικότητας, οι αγχογόνες προσδοκίες δημιουργούν μια διαπροσωπική ένταση που είναι ικανή να εξασθενήσει ακόμη και μια σταθερή και δυνατή σχέση. Οι προσδοκίες της απόρριψης επομένως μπορούν να αποτελέσουν μια αυτοεκπληρώμενη προφητεία.

Οι Downey % Feldman (1996) αξιολογούν τις ατομικές διαφορές στην ευαισθησία της απόρριψης μέσω του Ερωτηματολογίου Ευαισθησίας στην Απόρριψη (ΕΕΑ). Χορηγείται στα άτομα ένας κατάλογος διαπροσωπικών αιτημάτων (ζητάς από το αγόρι/κορίτσι σου να μετακομίσει σπίτι σου, ζητάς κάποιον σε ραντεβού). Για κάθε περίσταση, οι συμμετέχοντες υποδεικνύουν την υποκειμενική ευαισθησία που έχουν για την πιθανότητα ο ερωτικός τους σύντροφος να αποδεχτεί ή να απορρίψει το αίτημα τους. Επιπλέον, οι συμμετέχοντες υποδεικνύουν το πόσο θα τους αναστάτωνε η απάντηση του άλλου ατόμου για κάθε περίσταση. Εκείνοι που πιστεύουν πως έχουν μεγάλη πιθανότητα να απορριφθούν ή που ανησυχούν πολύ για αυτό ταξινομούνται υψηλά στην ευαισθησία απόρριψης. Μερικά ευρήματα αποκαλύπτουν πως όντως η ευαισθησία στην απόρριψη πρόβλεπε πεποιθήσεις για τη νέα σχέση. Όσοι βρίσκοντας υψηλότερα στην ευαισθησία απόρριψης πριν αρχίσει η σχέση τους ήταν πιθανότερο να υποθέσουν ότι ο σύντροφος τους είχε κάποιες εχθρικές προθέσεις κατά την εξέλιξη της μεταξύ τους σχέσης.
Η ευαισθησία στην απόρριψη είναι μια μεταβλητή της προσωπικότητας σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο. Αφορά ένα μοτίβο σκέψης (τις αγχογόνες προσδοκίες) το οποίο λαμβάνει χώρα στα διαπροσωπικά “σκηνικά” στα οποία οι άνθρωποι διατρέχουν τον κίνδυνο κοινωνικής απόρριψης από άτομα για τα οποία νοιάζεται. Δεν πρέπει να συγχέεται με το νευρωτισμό, ο οποίος αναφέρεται σε μια γενικευμένη, συνολική τάση του ατόμου να υποφέρει από άγχος και από την αλληλένδετη ψυχολογική δυσφορία.

Σύμφωνα με μεταγενέστερα ευρήματα, οι ατομικές διαφορές στην ευαισθησία της σκέψης έχουν επίδραση όχι μόνο στην παρουσίαση εχθρότητας στη σχέση αλλά και στη μακρόχρονη έκβαση της. Τόσο εκείνοι με υψηλή ευαισθησία απόρριψης όσο και οι σύντροφοι τους απολαμβάνουν λιγότερο της σχέση τους εν συγκρίσει με άτομα λιγότερο ευαίσθητα.
Οι Ayduk, Mitchel & Downey (2002) έχουν ερευνήσει την επίδραση της “θερμής” έναντι της “ψυχρής” εστίασης της προσοχής στα συναισθήματα που σχετίζονται με τη διαπροσωπική απόρριψη. Στην έρευνα τους, οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να ανακαλέσουν κάποιο περιστατικό απόρριψης από ένα άλλο άτομο. Έπειτα ανάλογα με την πειραματική συνθήκη κλήθηκαν να σκεφτούν αυτήν την απόρριψη από διαφορετικές πλευρές. Σε κατάσταση “θερμής εστίασης” ο συλλογισμός τους σχετιζόταν με τα συναισθήματα τους, ενώ σε κατάσταση “ψυχρής εστίασης”, η προσοχή των συμμετεχόντων ήταν στραμμένη σε χαρακτηριστικά της κατάστασης τα οποία στερούνταν συναισθηματικό βίωμα (όπως το φυσικό περιβάλλον). Από τα αποτελέσματα φάνηκε πως οι άνθρωποι που εστίαζαν στις “ψυχρές πτυχές” της εμπειρίας περιέγραφαν τον εαυτό τους ως λιγότερο οργισμένο από εκείνους με τη “θερμή εστίαση” ή από τα άτομα σε συνθήκες ελέγχουν, στις οποίες δε δόθηκαν ούτε “θερμές” ούτε “ψυχρές” οδηγίες.

Πιο πρόσφατες εργασίες φέρνουν στην επιφάνεια τη βιολογική βάση αυτών ων διαφορετικών εμπειριών. Σε εκείνους υψηλά στην κλίμακα ευαισθησία της απόρριψης, οι περιστάσεις απόρριψης ενεργοποιούν ένα συγκεκριμένο βιολογικό σύστημα παρώθησης, δηλαδή ένα αμυντικό σύστημα παρώθησης, το οποίο φαίνεται να έχει προσαρμοστεί εξελικτικά ώστε να προστατεύει τους ανθρώπους από τους κινδύνους και τις απειλές του περιβάλλοντος (Downey et al., 2004).
Πηγή:
Cervone, D., Pervin, L.A. (2013). Θεωρίες προσωπικότητας: έρευνα και εφαρμογές. Αθήνα: Εκδόσεις Gutenberg.