(Πηγή εικόνας: freepik.com)
Οι νουβέλες, αυτό το αφηγηματικό είδος της λογοτεχνικής πεζογραφίας, φαίνεται ιδανικά να επινοήθηκαν για όσους επιθυμούν να απολαύσουν τις αρετές των μυθιστορημάτων χωρίς την μεγάλη έκταση τους, αφού δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στην ηθογραφία και την ψυχογραφία των χαρακτήρων, σε συνδυασμό με μια σύντομη πλοκή, κατορθώνουν μέσα σε λίγες μόνο σελίδες να ταξιδέψουν τον αναγνώστη τους στα λογοτεχνικά τους μονοπάτια. Για εκείνους που πραγματοποιούν τα πρώτα δειλά βήματα τους στον αναγνωστικό κόσμο, αλλά και γι’αυτούς που χρόνια πάσχουν από το φιλαναγνωστικό σύνδρομο, όμως, οι πολλές ασχολίες τους κι ο μειωμένος ελεύθερος χρόνος τους δεν τους επιτρέπουν να χαθούν με τις ώρες σε ένα ογκώδες μυθιστόρημα, οι νουβέλες αποτελούν άψογη λύση.
Στην εργογραφία πολλών γνωστών ξένων και πλέον κλασικών κι αγαπημένων συγγραφέων συναντάμε, λοιπόν, αφηγηματικά λογοτεχνικά κείμενα μικρότερης έκτασης μα μεγάλης αξίας, τα οποία δύνανται να μας συντροφέψουν στα μικρά λογοτεχνικά διαλείμματα από την ρουτίνα της καθημερινότητας. Γι’αυτά τα σύντομα αλλά απαραίτητα διαλείμματα, συγκεντρώσαμε ορισμένες μόνο βιβλιοπροτάσεις τέτοιων έργων, μαζί με τις περιλήψεις τους, όπως αυτές δίνονται στα οπισθόφυλλα των βιβλίων.
• «Ο θάνατος του Ιβάν Ιλίτς» του Λέων Τολστόι από τις εκδόσεις Ροές.
(Πηγή Εικόνας: public.gr)
Μια μυστηριώδης ασθένεια φέρνει τον Ιβάν Ιλίτς κοντά στο θάνατο. Καθώς το τέλος μοιάζει σιγά σιγά να πλησιάζει, ο επιφανής δικαστικός δεν μπορεί πια να κρύβεται πίσω απ’ τις ψευδαισθήσεις που όριζαν τη ζωή του κι αναγκάζεται να τη δει κατάματα, με νηφαλιότητα και ειλικρίνεια. Αυτό που σταδιακά ανακαλύπτει είναι οδυνηρό – υπάρχει άραγε ακόμα χρόνος να το αλλάξει; Με το “Θάνατο του Ιβάν Ιλίτς” ο μεγάλος Ρώσος κλασικός αποδεικνύει ότι είναι τεχνίτης και της μικρής φόρμας. Η νουβέλα, που αποτελεί το αδιαμφισβήτητο αριστούργημα της ύστερης δημιουργίας του, συγκινεί μέχρι σήμερα το αναγνωστικό κοινό, έχει προκαλέσει το θαυμασμό συγγραφέων όπως του Ρολλάν, του Κορτάσαρ και των υπαρξιστών κι αποτελεί πηγή έμπνευσης για σκηνοθέτες μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και ο Κουροσάβα.
• «Η μεταμόρφωση» του Φραντς Κάφκα από τις εκδόσεις Πατάκη.
(Πηγή Εικόνας: public.gr)
“Τα βιβλία που έχουμε ανάγκη είναι εκείνα που πέφτουν σαν το τσεκούρι στην παγωμένη θάλασσα της ψυχής μας” έγραφε ο Κάφκα στον Όσκαρ Πόλλακ λίγα χρόνια πριν από τη συγγραφή της “Μεταμόρφωσης”, ενός έργου που ανήκει χωρίς αμφιβολία ακριβώς σ’ αυτή την κατηγορία βιβλίων. Η “Μεταμόρφωση” γράφτηκε το 1912 και κυκλοφόρησε το 1916 -ένα από τα λίγα έργα του Τσέχου συγγραφέα που εκδόθηκαν όσο εκείνος ζούσε. Ο πυρήνας του μύθου της “Μεταμόρφωσης” είναι τόσο απλός όσο και ασύλληπτος: ο Γκρέγκορ Σάμσα, ένας συνηθισμένος άνθρωπος, ξυπνάει ένα πρωί μεταμορφωμένος σε έντομο. Με αυτή τη βάση και μέσα από τα μάτια του ήρωα-εντόμου, ο Κάφκα στήνει μια καθαρά ρεαλιστική ιστορία, ένα απολύτως πιστευτά ψυχολογικό πείραμα, που υπογραμμίζεται από πλήθος οδυνηρά ευστόχων λεπτομερειών στην περιγραφή προσώπων και πραγμάτων. Αριστοτεχνικά ο Κάφκα όχι μόνο ξετυλίγει τις αγωνίες, τις ενοχές και την αλλοτρίωση του σύγχρονου ανθρώπου, αλλά φτάνει και να μεταφράσει αυτή την άχαρη και ανούσια ύπαρξη σε ύλη, σε σωματική υπόσταση.
• «Άνθρωποι και ποντίκια» του Τζον Στάινμπεκ από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος.
(Πηγή Εικόνας: public.gr)
Ο Λένι είπε: “Πες πώς θα ‘ναι όταν θα ‘χουμε τη γη μας”.
Ο Τζορτζ αφουγκραζόταν ν’ ακούσει τους μακρινούς ήχους. Για μια στιγμή πήρε ύφος ανθρώπου πρακτικού και μεθοδικού. “Κοίτα πέρα από το ποτάμι, Λένι, και θα σου πω, ώστε σχεδόν να το δεις”.
Ο Λένι γύρισε το κεφάλι του και κοίταξε προς την αντίπερα όχθη της λίμνης και ψηλά προς τις σκοτεινιασμένες πλαγιές των Γκάμπιλαν. “Θα ‘ χουμε λίγη γη” άρχισε ο Τζορτζ. Έβαλε το χέρι στην πλαϊνή του τσέπη κι έβγαλε το λούγκερ του Κάρλσον.”
Στην Αμερική του μεσοπολέμου, του κραχ, ο γιγαντόσωμος κι απλοϊκός Λένι κι ο μικρόσωμος κι έξυπνος Τζορτζ γυρνούν από τόπο σε τόπο, πλάνητες, αναζητώντας δουλειά. Ο Λένι δεν μπορεί να ξεχωρίσει το σωστό από το λάθος και του αρέσει ν’ αγγίζει τα απαλά πράγματα – τη γούνα ενός ζώου, τα μαλλιά μιας κοπέλας. Οι δυο αταίριαστοι αλλά αχώριστοι φίλοι πιάνουν δουλειά σ’ ένα αγρόκτημα, και εκεί, με αφορμή την όμορφη γυναίκα του μοχθηρού Κέρλι, που είναι ο γιος του αφεντικού, μια τραγωδία ξετυλίγεται.
To “Άνθρωποι και ποντίκια” είναι μια σκληρή μα και βαθιά ανθρώπινη ιστορία διαψευσμένων ονείρων. Από το 1937 που εκδόθηκε, έχει παρουσιαστεί πάμπολλες φορές στο θέατρο, έχει διασκευαστεί για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, και θεωρείται από τα αναμφισβήτητα αριστουργήματα της αμερικανικής λογοτεχνίας του 20ου αιώνα.
• «Η σκακιστική νουβέλα» του Στέφαν Τσβάιχ από τις εκδόσεις Άγρα.
(Πηγή Εικόνας: public.gr)
Η “Σκακιστική νουβέλα”, το τελευταίο αριστούργημα του Στέφαν Τσβάιχ, δημοσιεύτηκε το 1943 στη
Στοκχόλμη. Μεταθανάτια έκδοση, αφού ο συγγραφέας αυτοκτόνησε τον προηγούμενο χρόνο μαζί με τη δεύτερη γυναίκα του στη Βραζιλία, τον τόπο όπου πήγε το 1940 αυτοεξόριστος. Θεωρούσε την καταστροφή της Ευρώπης στη δεκαετία του ’40 ως την καταβαράθρωση όλου του του έργου.
Η “Σκακιστική νουβέλα” αποτελεί μια μόλις καλυμμένη εξομολόγηση.
Στο πλοίο, με δρομολόγιο από τη Νέα Υόρκη στο Ρίο και το Μπουένος Άιρες, όπου αρκετοί Ευρωπαίοι επιβάτες, φεύγοντας μακριά από τη βία και τη σύγχυση του ναζισμού, αναζητούν καταφύγιο στην Αργεντινή και τη Βραζιλία ως τόπο εξορίας και ελπίδας, ο δρ. Μπ. αντιμετωπίζει σε μια παρτίδα σκακιού τον Μίρκο Τσέντοβιτς, τον σκοτεινό παγκόσμιο πρωταθλητή. Ο συγγραφέας αναπτύσσει με μεγαλειώδη τρόπο το θέμα του πνευματικού εγκλεισμού που δεν μπορεί να βρει διέξοδο παρά στην τρέλα. Ο δρ. Μπ., πριν ταξιδέψει, υπέστη από τους ναζί μια ιδιαίτερη φυλάκιση σ’ ένα εντελώς άδειο δωμάτιο ξενοδοχείου, χωρίς τίποτα να μπορεί ν’ απασχολήσει ή να διασκεδάσει το μυαλό του, μέχρι που ανακάλυψε ένα εγχειρίδιο με παρτίδες σκακιού που άρχισε ν’ αποστηθίζει και να ξαναπαίζει από μνήμης.
Έχοντας εξαντλήσει τις πηγές του βιβλίου, το μυαλό του τον οδήγησε σε παρτίδες με αντίπαλο τον εαυτό του κι έτσι άρχισε να υποβάλλεται σε μια σχιζοφρενική διάλυση που επρόκειτο να αποβεί μοιραία. Στο αφήγημα απεικονίζεται η πάλη του πνεύματος και της φαντασίας -χαρακτηριστικά του παλαιού κόσμου- ενάντια στον εσωτερικό δαίμονα και στην αδιάβλητη και πεισματική λογική της σύγχρονης βαρβαρότητας.
Η νουβέλα μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Gerd Oswaldτο 1960, σε μια “κλασική”, ατμοσφαιρική γερμανική ταινία με πρωταγωνιστές τους Curd Jurgens (δρ. Μπ./’Βέρνερ Φον Μπάζιλ’), Mario Adorf (Μίρκο Τσέντοβιτς), Hansjorg Felmy και Claire Bloom.
• «Ο γέρος και η θάλασσα» του Έρνεστ Χέμινγουεϊ από τις εκδόσεις Καστανιώτη.
(Πηγή Εικόνας: public.gr)
Ο Σαντιάγο, ένας γέρος μοναχικός ψαράς που οι άλλοι θεωρούν γρουσούζη, θα δώσει τη μεγαλύτερη κι ίσως την τελευταία μάχη του με τον μεγάλο ξιφία στα ανοιχτά της Κούβας. Θα χρησιμοποιήσει όλη τη μαστοριά, το μυαλό και την τέχνη του. Τρεις μέρες θα κρατήσει η μάχη κι ο Σαντιάγο θα νικήσει. Όταν αργά την τρίτη νύχτα, θα μπει στο λιμάνι, δίπλα στη μικρή του βάρκα θα πλέει μονάχα το άσπρο κόκαλο από το τεράστιο ψάρι που καταβρόχθισαν στη διαδρομή τους οι καρχαρίες. Μια σημαντική στιγμή της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ένα από τα αξεπέραστα έργα του μεγάλου νομπελίστα συγγραφέα, το σπουδαιότερο ίσως κείμενο που γράφτηκε ποτέ για τη σχέση του ανθρώπου με τη φύση.