
Ήταν 8 Απριλίου του 1798 στη Ζάκυνθο, η ημέρα που ήρθε στη ζωή ο Διονύσιος Σολωμός, ο εθνικός μας ποιητής. Ως εξώγαμο τέκνο του Νικόλαου Σολωμού και της υπηρέτριας του Αγγελικής Νίκλη. Ζούσε μία ταραγμένη οικογενειακή ζωή με πολλές αλλαγές αλλά και διενέξεις με αποκορύφωμα μία οικογενειακή δικαστική διαμάχη που τον απομάκρυνε οριστικά από τη μητέρα του. Για τον λόγο αυτό, σύμφωνα με πολλούς, έγινε αρκετά οξύθυμος και μονήρης, ενώ δεν λείπουν οι αναφορές για το πρόβλημα που αντιμετώπιζε με το αλκοόλ. Σε πολύ μικρή ηλικία έμεινε ορφανός και το 1808 έφυγε για σπουδές στην Ιταλία, με τη συνοδεία του Ιταλού δασκάλου του Ρώσση.
Έπειτα από 7 χρόνια πήρε το απολυτήριο από το Λύκειο της Κρεμόνας και γράφτηκε στο πανεπιστήμιο της Πάβιας, απ’ όπου πήρε το πτυχίο της Νομικής. Παράλληλα με τις σπουδές στη νομική, για την οποία ουδέποτε ενδιαφέρθηκε, λόγω των φιλολογικών ενδιαφερόντων του και την άνθηση της ιταλικής λογοτεχνίας, άρχισε να γράφει στίχους στην ιταλική γλώσσα. Ήρθε σε επαφή με διαπρεπείς φιλοσόφους, φιλολόγους και αξιόλογους εκπροσώπους της λογοτεχνικής κίνησης της εποχής, ενσωματώθηκε στους λογοτεχνικούς κύκλους τους και εξελισσόταν σ’ έναν καλό ποιητή της ιταλικής γλώσσας.
Το 1818 επέστρεψε στη Ζάκυνθο, όπου παρέμεινε εκεί για 10 χρόνια. Το εγχείρημα του Σολωμού να γράψει ποίηση στα ελληνικά ήταν δύσκολο, όχι μόνο επειδή ο ποιητής δεν γνώριζε καλά την ελληνική γλώσσα, αφού η παιδεία του ήταν κλασική και ιταλική, αλλά και επειδή δεν υπήρχαν πολλά αξιόλογα ποιητικά έργα στη δημοτική γλώσσα. Όμως ο Σολωμός, αξιοποιώντας το ταλέντο του, τη θέληση και το πείσμα του να γράψει στα ελληνικά, επιχείρησε να διαμορφώσει το γλωσσικό του όργανο, μελετώντας συστηματικά τα δημοτικά τραγούδια, το έργο άλλων ποιητών και δημώδη κρητική λογοτεχνία.
Άρχισε να γράφει τα πρώτα του αξιόλογα στιχουργήματα στα ελληνικά και το πρώτο εκτενές ελληνικό ποίημα του είναι το ευρέως γνωστό «Ύμνος εις την Ελευθερίαν», το οποίο ολοκληρώθηκε τον Μάιο του 1823. Ένα ποίημα εμπνευσμένο από την Ελληνική Επανάσταση του 1821, όπου οι δύο πρώτες στροφές του καθιερώθηκαν ως Εθνικός Ύμνος της Ελλάδας και της Κύπρου. Το ποίημα δημοσιεύθηκε στην Ελλάδα το 1824 στο πολιορκούμενο Μεσολόγγι και ένα χρόνο μετά στο Παρίσι και αργότερα και σε άλλες γλώσσες στην Ευρώπη.
Σε γνωρίζω από την κόψη
Του σπαθιού την τρομερή,
Σε γνωρίζω από την όψη
Που με βία μετρά τη γη.Απ’ τα κόκαλα βγαλμένη
Των Ελλήνων τα ιερά,
Και σαν πρώτα ανδρειωμένη,
Χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!
Εκοίταα, κι ήτανε μακριά ακόμη τ’ ακρογιάλι
«αστροπελέκι μου καλό, για ξαναφέξε πάλι!»
Τρία αστροπελέκια επέσανε, ένα ξοπίσω στ’ άλλο,
Πολύ κοντά στην κορασιά, με βρήντημα μεγάλο
τα πέλαγα στην αστραπή κι ο ουρανός αντήχαν,
οι ακρογιαλιές και τα βουνά μ’ όσες φωνές κι αν είχαν.Απόσπασμα από το ποίημα «Ο Κρητικός»
Advertising