Το Παλτό έχει χαρακτηριστεί ως το σπουδαιότερο διήγημα του Νικολάι Γκόγκολ. Μολονότι γράφτηκε το 1839, παραμένει διαχρονικά επίκαιρο. Στο έργο παρακολουθούμε τη ζωή ενός μικρού και άχρωμου ανθρώπου, που εργάζεται ως γραμματέας σε μια δημόσια υπηρεσία και ζει στα όρια της φτώχειας. Εξαιτίας του κρύου της Πετρούπολης, αναγκάζεται να προβεί σε μία αιματηρή οικονομία των εξόδων του, προκειμένου να αγοράσει ένα καινούριο παλτό. Έπειτα από μία μικρή περίοδο λαχτάρας και, εμμονικής σχεδόν, προσμονής, το παλτό παραδίδεται στα χέρια του από τον ράφτη. Επιτέλους ο ήρωας προστατεύεται από το κρύο, τη στιγμή που το όμορφο παλτό τού χαρίζει απρόσμενα μια κοινωνική υποδοχή, στη θέση της πρότερης απόρριψης και χλεύης.
Ώσπου ένα βράδυ ο ήρωας πέφτει θύμα ληστείας. Χάνει το παλτό του, αλλά είναι αποφασισμένος να το πάρει πίσω. Και τότε έρχεται αντιμέτωπος με ένα εφιαλτικό γραφειοκρατικό κατεστημένο… Προκειμένου να μην προϊδεάσουμε όσους δεν έχουν διαβάσει το έργο, δεν θα δώσουμε περιγραφή για το τέλος του διηγήματος. Η πένα του Γκόγκολ, πάντως, επιφυλάσσει μια αναπάντεχη τροπή.
Μέσα από την πλοκή της ιστορίας βλέπουμε να ξεδιπλώνεται ο κόσμος των υπαλλήλων, που υπάγεται σε μια εχθρική γραφειοκρατία και παράλογες ιεραρχίες. Κοινωνική υποκρισία, ματαιοδοξία, κερδοσκοπία, ασφυξία, ισοπέδωση. Το Παλτό έχει χαρακτηριστεί διαχρονικά επαναστατικό έργο, ένα από τα πλέον «βλάσφημα» του Νικολάι Γκόγκολ.
Ο λόγος του συγγραφέα είναι σε πολλά σημεία καυστικός και, καθ’ όλη την έκταση του κειμένου, απολαυστικός. Η συμπόνια και ο οίκτος για τον ήρωα, η αγωνία για την εξέλιξη της ιστορίας, και η μαεστρία στον χειρισμό της αφήγησης μετατρέπουν το Παλτό σε ένα ανάγνωσμα που διαβάζεται από την αρχή ως το τέλος με μια ανάσα.
Λίγα λόγια για τον Νικολάι Γκόγκολ:
Ο Νικολάι Βασίλιεβιτς Γκόγκολ γεννήθηκε στις 20 Μαρτίου του 1809 σε μια μικρή πόλη της Ουκρανίας. Υπήρξε μυθιστοριογράφος, διηγηματογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Τα έργα του Γκόγκολ συγκαταλέγονται ανάμεσα στα μεγαλύτερα αριστουργήματα της ρωσικής ρεαλιστικής λογοτεχνίας του 19ου αιώνα. Ο Νικολάι Γκόγκολ πέθανε το 1852 και ο θάνατός του αποδόθηκε σε ασιτία, έπειτα από μια εξαντλητική νηστεία που ακολούθησε, όντας σε μία νευρική κατάρρευση. Ανάμεσα στα έργα του και οι «Νεκρές ψυχές», που χαρακτηρίζονται ως ένα από σημαντικότερα μυθιστορήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας.