
Το μυθιστόρημα του Πάνου Δημάκη από τις εκδόσεις Διόπτρα.
Σε τι διαφέρει η Μερζένιστα, αυτή η μικρή αρκαδική κωμόπολη, από τις μητροπόλεις; Σε τι διαφέρουν τα χρόνια μετά τον εμφύλιο πόλεμο στην Ελλάδα, με τη σύγχρονη εποχή;
Η Μερζένιστα ίσως να διαφέρει μόνο ως προς τα γραφικά της τοπία και την παραμυθένια φύση της, σε αντίθεση με τα μεγάλα και γκρι κτίρια και την αποπνικτική ατμόσφαιρα της Αθήνας και κάθε άλλης μεγάλης πόλης. Και η δεκαετία του 1950 ίσως να διαφέρει με το σήμερα μόνο ως προς την τεχνολογική εξέλιξη και ανάπτυξη.
Ο κόσμος και η κοινωνία στο βιβλίο με τις καταιγιστικές εξελίξεις, “Το ποτάμι των χιλίων τυφλών”, μας θυμίζει τον κόσμο και την κοινωνία στην οποία έχουμε μάθει να ζούμε.
Σε κάθε γύρισμα της σελίδας, αν και τίποτα από τα όσα εκτυλίσσονται στην πλοκή δεν μπορεί να ταράξει τον σύγχρονο άνθρωπο, ταυτόχρονα ο κάθε αναγνώστης μένει με το στόμα ανοιχτό, συνειδητοποιώντας πόσο τραγικά ίδιος έχει παραμείνει ο κόσμος μας. Στις κοινωνίες μας ακόμα διατηρούνται οι ίδιες παθογένειες, ακόμα κι έπειτα από δεκαετίες. Όλα όσα, ως σύγχρονοι πολίτες, θεωρούμε στίγματα του παρελθόντος, διαβάζοντας “Το ποτάμι των χιλίων τυφλών” ερχόμαστε στην άβολη θέση, δυστυχώς, να παραδεχτούμε στους ίδιους μας τους εαυτούς ότι σαν κοινωνία διαπρέπουμε στη διαιώνιση κάθε λογής κοινωνικής παθογένειας.
Η πολιτική διαφθορά, η βίαιη επιβολή της εξουσίας, η επιλογή του ιδιωτικού συμφέροντος έναντι του δημοσίου, η τρομακτική ετοιμότητα στην οποία βρίσκονται οι άνθρωποι για να πράξουν το “οφθαλμός αντί οφθαλμού”, η κατάχρηση της θρησκείας ως μία μάσκα που καλύπτει τον πραγματικό χαρακτήρα του ανθρώπου. Όλα αυτά και ακόμα περισσότερα καλείται ο αναγνώστης, όχι απλά να διαβάσει, αλλά να τα αντιμετωπίσει πρόσωπο με πρόσωπο.
Με την ανεπανάληπτη λογοτεχνική του δεινότητα και το πλούσιο λεξιλόγιό του ο Πάνος Δημάκης μάς προσφέρει μια ιστορία με πρωταγωνιστές ανθρώπους με πάθη, μίση και αδύναμα σημεία. Από την πλοκή δεν απουσιάζει η εστίαση στις λεπτομέρειες, χωρίς όμως το γεγονός αυτό να κλέβει από την υπερένταση, η οποία προκύπτει από τις εξελίξεις στην πλοκή που κάθε άλλο παρά αναμενόμενες είναι.
Το τέλος αμφιταλαντεύεται μεταξύ χαρούμενου και θλιβερού, δίκαιου και άδικου, αναλόγως από ποιου χαρακτήρα την οπτική θα επιλέξει να το δει ο εκάστοτε αναγνώστης. Αυτό οφείλεται στο γεγονός πως από τις πρώτες κιόλας σελίδες του μυθιστορήματος, ο Πάνος Δημάκης, σκιαγραφόντας κάθε χαρακτήρα με τα καλά και τα άσχημά του, με τα σωστά και τα λάθη του, μάς επιτρέπει να αγαπήσουμε και να μισήσουμε ταυτόχρονα κάθε πρωταγωνιστή. Γιατί δεν πρόκειται για άλλη μια φορά για χαρακτήρες που ξεπήδησαν από ένα ροζ συννεφάκι, αντιθέτως έχουν δημιουργηθεί όλοι τους με ρεαλισμό σε έναν κόσμο που μας υπενθυμίζει, δυστυχώς ή ευτυχώς, πόσο τρομακτικά ρεαλιστικός είναι.
Σημασία έχει αν θέλουμε να γκρεμίσουμε τη δική μας Μερζένιστα και να χτίσουμε μια καινούργια με αγάπη και δικαιοσύνη, ή αν απλά θα επιλέξουμε να ζούμε σε μια Μερζένιστα που βράζει και φλέγεται.