Τα λησμονημένα, Άννα να ένα άλλο

Η παραγωγή των βιβλίων είναι σαν τα κεφάλια της Λερναίας Ύδρας που μόλις αποκεφαλίσεις κάποιο, θα αβγατίσει δίνοντας εκατομμύρια καινούργιες κεφαλές προσφιλείς στο χάιδεμα και το νανούρισμα. Στη περίπτωση των βιβλίων η θωπεία μεταφράζεται στην επιλογή του συγκεκριμένου βιβλίου, αυτού ανάμεσα στα άλλα αδελφάκια του που συνωστίζονται στις βιτρίνες και τα ράφια των (παλαιό)βιβλιοπωλείων και που περιμένει μέσω του περιτυλίγματος του και της ενδιαφέρουσας πλοκής του να σου κάνει τη μέγιστη εντύπωση για να το αγοράσεις, να το διαβάσεις και να το σκέφτεσαι, για όσο διαρκέσει η επιρροή του πάνω σου. Η επιλογή σου δεν είναι απαραίτητα πάντα η σωστή αλλά εξαρτάται και από τις δεδομένες συνθήκες κατά τις οποίες σε βρίσκει ένα βιβλίο κι όχι το αντίθετο. Βεβαίως και ισχύει η παραδοχή του ότι η αναμέτρηση τους με τον χρόνο άλλα τα εξυψώνει κάνοντας τα παντοδύναμα, διαχρονικά έπη και λογοτεχνικούς σταθμούς κι άλλα τα καταβαραθρώνει αρνούμενος να τους αποδώσει τη λογοτεχνική αρτιότητα που βρίσκει κανείς στα πρώτα, προσγειώνοντας τα στην κατηγορία των ευτελών, παροδικών διαβασμάτων, σε εκείνων των «ε και τι έγινε» αναγνωσμάτων. Κάποια όμως βιβλία, τα λεγόμενα διαμαντάκια που παραγκωνίστηκαν, έχασαν τον δρόμο τους στη πορεία κι από τις μαζικές βιβλιοθήκες βουλιάξανε στην αφάνεια και αξίζει να τα επαναφέρουμε στο προσκήνιο, να τα προτείνουμε ξανά στο τραπέζι.

Αυτή η στήλη που θα απλωθεί ανά εβδομάδες, γιατί τα ξεχασμένα βιβλία μπορούν να γεμίσουν κι αυτά ένα ολόκληρο δωμάτιο ως απάνω, αφορμάται από τις μικρές παρελθοντικές αναλαμπές βιβλίων  που πέρασαν στα χέρια μου, αγνάντεψαν το καθαρό φως της μέχρι πρότινος λήθης τους και πρόβαλαν με όλο τους το παράστημα μπροστά στα έκπληκτα μου μάτια για να τα αναστυλώσω. Όχι ότι χρήζουν αναστύλωση, πιο πολύ να τα θυμίσω στους βιβλιόφιλους ή να υπενθυμίσω πως η μακρά απουσία τους από τις αναγνωστικές σας απολαύσεις είναι αυτή που τα μέστωσε και τώρα είναι έτοιμα να παρουσιαστούν μπροστά σας σαν από μηχανής θεοί.

Διαβάστε επίσης  Βιβλιοπωλεία στη Βρετανία και στην Ελλάδα

Κάτι τέτοιο συμβαίνει με τη πρώτη συλλογή διηγημάτων της Μαρίας Μήτσορα με τον παραφραστικό τίτλο «Άννα να ένα άλλο». Η αλήθεια είναι ότι ήταν ο τίτλος που σχεδόν σαν μαγνήτης με έφερε κοντά του, αυτό το όνομα, το δικό μου, το παλινδρομικό, που διαβάζεται και ανάποδα, γυρίζει πίσω σαν τα διηγήματα της που έμελλε να ανακαλώ στη μνήμη μου για μήνες.

Άννα να ένα άλλο
Photo by Anna Agrevi

Όταν πρωτοκυκλοφόρησε το 1978 πέρασε λιγάκι απαρατήρητο, είναι απ’ αυτά τα βιβλία που όπως λέω είναι φαινομενικά ήσυχα ποταμάκια αλλά η κραυγαλέα τους ουσία βρίσκεται στο παίδεμα που σου δημιουργούν οι λέξεις για να καταφέρεις να ρουφήξεις το απόσταγμα τους. Στην πρώτη έκδοση το βιβλίο αποτελείται από οκτώ διηγήματα ενώ στη δεύτερη έκδοση που τυπώθηκε το 2007 για λογαριασμό των εκδόσεων Πατάκης, έχουν αφαιρεθεί δύο. Ένα ιδίωμα της γραφής της είναι πως χρειάζεται διπλή ανάγνωση λόγω των νοηματικών επιπέδων, των χαρισματικών, φαντασιακών εικόνων, ενίοτε κοφτερών και ονειροπλασμένων. Αμ παρατηρήσει κανείς πιο στενά θα καταλάβει πως πολλά κομμάτια της γραφής της είναι αυτοβιογραφικά ή αποτελούν αφιερώσεις σε κάποια πραγματικά πρόσωπα της ζωής της. Ο  Βακαλόπουλος- όπως εκμυστηρεύτηκε η ίδια η συγγραφέας σε μια συνέντευξη της στον Χρήστο Αγγελάκο για χάρη της Εφημερίδας των συντακτών- διαβάζοντας το βιβλίο αυτό αναφώνησε «Α, είναι ωραίο. Θα γράψω ένα κι εγώ». Με τη συγκατάθεση του Βακαλόπουλου να κάνει ακόμα πιο πολύτιμο κάτι που είναι ήδη, οι σκέψεις μου γι ‘αυτό το βιβλίο δεν είναι παρά το αληθινό αποτύπωμα του στον ψυχισμό μου και το αίσθημα της περιέργειας που γεύτηκα όταν πρωτανακάλυψα μια τέτοια cult προσωπικότητα, μέρος του παλιού, καλού αθηναϊκού underground.

Advertising

Advertisements
Διαβάστε επίσης  Ιστορίες Μικρού Μήκους: Χωρίς λόγο (Μέρος Α')
Ad 14
Πηγή Εικόνας : AthensVoice

Η Μήτσορα μου δίνει την αίσθηση λόγω της πολύπλευρης, πολυταξιδεμένης, πολυτάραχης και όλα τα “πολύ” ταιριάζουν στη περίπτωση της ζωής της, πως η μυστηριώδης ατμόσφαιρα που πλάθει στις ιστορίες της αποτελεί το βασικό της μέλημα, το κλίμα και τα σκηνικά μέσα στα οποία ο αναγνώστης θα τοποθετήσει τον εαυτό του, θα απεκδυθεί απ ‘αυτόν και θα λάβει κάποιον ρόλο από αυτούς που η ίδια του προσφέρει.  Τεχνάσματα όπως οι χαμηλοί φωτισμοί, τα παλιά αντικείμενα και έπιπλα θέτονται σε πρώτο πλάνο, όπου τα άψυχα μεταμορφώνονται σε έμψυχα θέτοντας τα στο προσκήνιο για να κυριαρχήσει η πολυσημία, δίνοντας την ευκαιρία για περισσότερες από μία ερμηνευτικές προσεγγίσεις. Ο τρόπος γραφής της είναι αρκετά στυλιζαρισμένος, όχι όμως επιτηδευμένος,  με πολλές συνειρμικές κλειδώσεις όσον αφορά τον χωροχρόνο των ιστοριών. Περιγράφει καταστάσεις και πράξεις που διαπνέονται με μια  αισθητική που θυμίζει ντεκόρ ταινιών του Bertolucci και παράλληλα τη σκοτεινή αύρα της μουσικής των Bauhaus και των Χωρίς περιδέραιο. Έτσι τη φαντάζομαι να ντύνεται και να φέρεται τη δεκαετία του ’80, σαν μια Ελληνίδα Siouxsie Sioux.

Τα διηγήματα στο Άννα να ένα άλλο ποικίλουν σε θεματολογία. Έτσι μπορούμε να διαβάσουμε στο «Ο πυράκανθος και το σκοτάδι» για έναν παντρεμένο άνδρα που παίρνει το λεωφορείο για να συναντήσει σε ένα απομονωμένο σπίτι μια γυναίκα και που παγιδεύεται στην ίδια του τη πράξη. Από εκεί να μεταφερθούμε στο «Ξενοδοχείο των δυτών» όπου ο «εκ γενετής διανοητικός κίτρινος» αδελφός της ηρωίδας δέχεται την επίσκεψη της και μαθαίνουμε το οικογενειακό ιστορικό τους και να συνεχίσουμε με το «Σε πήρε κάποιος Αντώνης» που γίνεται λόγος για μια γυναίκα που ζει πλέον έγκλειστη στο σπίτι της με μόνη επίσκεψη τη φίλη της στην οποία και εξομολογείται έναν πλατωνικό της έρωτα.

Αναρίθμητα είναι τα παραδείγματα μέσα στο βιβλίο στα οποία η συγγραφέας παίζει με τις λέξεις, δημιουργώντας ζευγάρια λέξεων που ομοιοκαταληκτούν, «η μπανιέρα- τσαγιέρα, το μαχαίρι-χέρι, η παλάμη-σαλάμι, στο βάθος- λάκος» ή χρησιμοποιώντας μια επαναλαμβανόμενη λέξη καθ’ όλη τη διάρκεια μιας πρότασης είτε ατόφια, είτε παραλλαγμένη, «Στην οδό Κρέμου ο κύριος Κρέμος έτρωγε πάντα στο κρεβάτι του κίτρινες κρέμες φορώντας ένα σκουφάκι του ύπνου κρεμ». Με αυτό τον τρόπο διαφαίνεται η ικανότητα της συγγραφέως να αποδίδει με χαριτωμένη αίσθηση του χιούμορ μια γλωσσική ποικιλία αξιοζήλευτη που θυμίζει την αισθητική της έντονης και παλλόμενης πένας των beatniks αν και η ίδια αρνείται να της αποδοθεί ο οποιοσδήποτε συσχετισμός με το κίνημα αυτό, ή στον ελλαδικό χώρο να πετυχαίνει σχεδόν τη πρωτοπόρα γλωσσική ευφυΐα του Σκαρίμπα.

Διαβάστε επίσης  5+1 Βιβλία Απριλίου από Εκδόσεις Πηγή
Advertising

Ουσιαστικά, η γοητεία της χρυσόσκονης με την οποία επικαλύπτει τα γραπτά της έγκειται στο γεγονός πως η σημασία όσων αφηγείται ή περιγράφει δεν είναι ποτέ αυτή που φαίνεται εξαρχής κι αν κάποιος θέλει να αναζητήσει την αλήθεια των γραπτών της, πρέπει να αφαιρέσει το περιτύλιγμα μιας δεξιοτεχνικής λεξιπλασίας. Να ξεπεράσει τις περίεργες σαν σε παραμύθι σκηνές που διαδραματίζονται στα διηγήματα και να εστιάσει στις σκέψεις και τα κίνητρα των ηρώων που μέσα από τα καθημερινά υλικά αγαθά, τις εποχές του χρόνου, συγκεκριμένες οδούς και χώρες, έρωτες και θανάτους, παραξενιές και ιδιοτροπίες της ηλικίας συνθέτουν το πραγματικό χάος της ζωής όπου όλοι ψάχνουν να βρουν τι τους κρατάει, ακόμα και αν σαν βαστάζο έχουν μόνο τις αναμνήσεις τους.

Για όλα αυτά και για άλλα τόσα, το βιβλίο αυτό πρέπει να «ξαναυπάρξει», να παιχτεί σαν μια παλιά, αγαπημένη κασέτα που βρήκαμε στο κουτί με τα πράγματα της εφηβείας μας.

Άννα να ένα άλλο βιβλίο που δεν είχες ανακαλύψει μέχρι σήμερα. Μπορείς να το διαβάσεις ακούγοντας new wave των 80s.

Advertising

Άννα Αγρέβη που πολύ θα ήθελε να είναι μια σύγχρονη Γλαύκη Αρχοντίδη. Ετών είκοσι τέσσερα. Παρατηρήτρια των ανθρωπίνων παθών και ηδονών χωρίς τηλεσκόπιο, ειλικρινής συλλέκτης του καλού και του κακού με σημειωματάριο. Όλα στα χείλη και από τα χείλη για να καταλήξουν κάποτε στη κόλλα. Θερμή οπαδός των συναυλιακών συνθημάτων και της μυρωδιάς των πολυκαιρισμένων βιβλίων.

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Έθιμα Ταφής της Hannah Kent: Ένοχη κοινωνία σε γοτθική ατμόσφαιρα

Έθιμα ταφής σε γοτθική ατμόσφαιρα Το βιβλίο της βραβευμένης συγγραφέως

Η τεχνολογία και το μέλλον της ψυχαγωγίας: Τι μας επιφυλάσσουν τα επόμενα χρόνια;

Ο κόσμος της ψυχαγωγίας ήταν πάντα δυναμικός και διαμορφώνεται και