Το βιβλίο «Αγαπητέ Θεέ» αφηγείται την ιστορία ενός εφτάχρονου παιδιού που οδεύει προς τον θάνατο. Αφηγητής σε πρώτο πρόσωπο είναι ο ίδιος ο Όσκαρ, που, λόγω της κατάστασής του, έχει αποκτήσει τη διορατικότητα και την ωριμότητα ενός ενήλικου ανθρώπου. Το κείμενο εγείρει σκέψεις απέναντι στη σημασία της ανθρώπινης της ζωής και το παροδικό της ανθρώπινης ύπαρξης. Το Αγαπητέ Θεέ είναι από εκείνα τα έργα που διαβάζονται μέσα σ’ ένα απόγευμα, και δεν ξεχνιούνται ποτέ.
Η αγνόηση του θανάτου συνιστά άμυνα απέναντι στον εξελικτικό φόβο που αυτός εγείρει. Μπορούμε εύκολα να φανταστούμε πόσο δύσκολη και επιβαρυντική θα ήταν για τους ανθρώπους η καθημερινή συνειδητοποίηση του θανάτου τους. Από την άλλη, η πλήρης άρνηση του θανάτου, η απροθυμία των ανθρώπων ακόμη και να συζητήσουν γι’ αυτόν, εντείνει τον φόβο και το άγχος. Ο θάνατος χάνει τη φυσικότητά του, σαν να μην αφορά τους ανθρώπους.
«Οι άνθρωποι φοβούνται να πεθάνουν γιατί τρέμουν το άγνωστο. Όμως τι είναι το άγνωστο;»
Advertising
Ένα ακόμη σημαντικό μήνυμα της ιστορίας είναι η βλάβη που μπορεί να προκαλέσει η άρνηση του επερχόμενου θανάτου από τους ανθρώπους που στέκονται απέναντι σε εκείνον που γνωρίζει ότι πεθαίνει. Ο μικρός αφηγητής δηλώνει πως οι γονείς του είναι χαζοί και απορεί: «Γιατί τους τρομάζω τόσο;»
Μέσα από την αφήγηση διαφαίνεται η ανάγκη του πρωταγωνιστή για αποδοχή. Οι γονείς του πρέπει να αποδεχθούν τον επερχόμενο θάνατό του, όπως τον έχει αποδεχτεί και αυτός. Γιατί με αυτόν τον τρόπο ο θάνατος παύει να μοιάζει αφύσικος.
Ένα ακόμη κεντρικό σημείο του έργου είναι η σπουδαιότητα της θρησκευτικής πίστης, που ελαχιστοποιεί τον φόβο του θανάτου. Ο μικρός μας ήρωας αρχικά δεν πιστεύει στον Θεό, ενώ στην πορεία εκφράζει τις αμφιβολίες του γι’ αυτόν: «Γιατί ο Θεός επιτρέπει να είμαστε άρρωστοι; Είναι κακός ή απλώς δεν είναι έξυπνος;» Η φίλη του όμως θα τον οδηγεί στον σωστό δρόμο, δίνοντάς του κουράγιο και δύναμη.
«Η αρρώστια είναι σαν το θάνατο. Είναι γεγονός. Δεν είναι τιμωρία».
Advertising
Παρουσίαση από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:
«Αγαπητέ Θεέ,
»Με λένε Όσκαρ, είμαι δέκα χρονών, έχω βάλει φωτιά στη γάτα, στο σκύλο, στο σπίτι (αν δεν κάνω λάθος έχω ψήσει και τα χρυσόψαρα), κι αυτή είναι η πρώτη φορά που σου γράφω, γιατί μέχρι σήμερα, λόγω του σχολείου, δεν είχα χρόνο. Σου το λέω ευθύς εξαρχής: σιχαίνομαι να γράφω. Για να γράψω, πρέπει πραγματικά να είμαι αναγκασμένος να το κάνω· γιατί το γράψιμο είναι γιρλάντα και στολίδι και μεταξωτή κορδέλα. Τι άλλο είναι το γράψιμο από ένα ωραιοποιημένο ψέμα; Το γράψιμο είναι για τους μεγάλους».
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα:
Ο Eric-Emmanuel Schmitt γεννήθηκε στη Λυόν το 1960. Σπούδασε φιλοσοφία στην Ecole Normale Superieure. Είναι ο σημαντικότερος γάλος θεατρικός συγγραφέας της τελευταίας δεκαετίας, ενώ έχει τιμηθεί με το «Μεγάλο Βραβείο Θεάτρου» για το σύνολο του έργου του. Έργα του έχουν ανέβει στις σκηνές τριάντα τουλάχιστον χωρών, από την Ιαπωνία και την Ισπανία μέχρι τη Γερμανία και τις Η.Π.Α. Εκτός από θέατρο, έχει συγγράψει μυθιστορήματα και δοκίμια.
Το «Αγαπητέ Θεέ» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Οpera.