Σημείωση: το παρόν άρθρο δεν συνιστά εργαλείο διάγνωσης.
Ο «πρωτογενής ναρκισσισμός»
Σύμφωνα με τον Φρόιντ, η αγάπη για τον εαυτό εξελικτικά προηγείται της αγάπης για τους άλλους. Η λίμπιντο επενδύεται στο εγώ και αργότερα μέρος αυτής μοιράζεται σε άλλα αντικείμενα. Ο πρωτογενής ναρκισσισμός συνεχίζει να υπάρχει καθώς το άτομο μεγαλώνει. Είναι αυτός που συντηρεί τις αξίες, τα ιδανικά και τους στόχους του. Ο Φρόιντ υποστήριζε ότι ο ναρκισσισμός βρίσκεται και στη γονεϊκή αγάπη. Οι γονείς βλέπουν το παιδί τους ως το καλύτερο (Μπέιτμαν & Χολμς, 2001).
Η ναρκισσιστική κατεύθυνση της λίμπιντο, ή με απλά λόγια η αγάπη προς τον εαυτό, είναι μέρος της ανθρώπινης ανάπτυξης. Σε μία υγιή ανάπτυξη, βέβαια, το άτομο μαθαίνει και μπορεί να ανταποκρίνεται τόσο στις ανάγκες του εγώ όσο και σε εκείνες των άλλων. Η ανάγκη ενός ατόμου να γίνει αντικείμενο αναγνώρισης και θαυμασμού μπορεί να εκδηλωθεί και με κοινωνικά θεμιτούς τρόπους. Εδώ μπορούμε να σκεφτούμε τις καλλιτεχνικές δημιουργίες (Cervone & Pervin, 2013).
Όταν ο ναρκισσισμός κυριαρχεί
Η φυσιολογική αγάπη για τον εαυτό μπορεί να γίνει κυρίαρχη στην οργάνωση του ατόμου. Σύμφωνα με τον Kohut, όταν οι γονείς ενός παιδιού δεν του παρέχουν επιδοκιμασία ή χρησιμοποιούν το παιδί για να ενισχύσουν τη δική τους αυτοεκτίμηση, τότε το παιδί δεν αναπτύσσει υγιή αυτοεκτίμηση. Αυτό με τη σειρά του μπορεί να το οδηγήσει στην ανάπτυξη ναρκισσιστικής προσωπικότητας, προκειμένου να συντηρήσει και να ενισχύσει την αυτοαξία του. Η υπόθεση του Kohut βρίσκει, εν μέρει, υποστήριξη από έρευνες που αποδεικνύουν πως η αυτοεκτίμηση των ναρκισσιστών είναι αρκετά ευάλωτη. Παρ’ όλα αυτά, δεν έχει ελεγχθεί εκτενώς εμπειρικά (Kring, Davison, Neale, & Johnson, 2007).
Η εύθραυστη αυτοεκτίμηση στο ναρκισσισμό
Μερικοί ερευνητές υποστηρίζουν πως ο ναρκισσισμός είναι ένας μηχανισμός που βοηθά το άτομο να διατηρήσει μη ρεαλιστικά, υψηλά επίπεδα αυτοεκτίμησης (Grijalva & Zhang, 2016). Πράγματι, άτομα με υψηλό ναρκισσισμό θέλουν να έχουν την αίσθηση πως είναι σπουδαία. Ως εκ τούτου, η αρνητική κριτική ή οι αποτυχίες τούς απειλούν, ενώ εξοργίζονται όταν οι άλλοι δεν τους θαυμάζουν.
Σε έρευνες έχει βρεθεί πως άτομα που σκόραραν υψηλά σε εργαλεία μέτρησης του ναρκισσισμού απέδιδαν την επιτυχία τους σε δοκιμασίες στις δικές τους ικανότητες, ενώ την αποτυχία τους στους άλλους. Όταν τα άτομα με υψηλό ναρκισσισμό πληροφορηθούν ότι απέτυχαν σε μία δοκιμασία, τείνουν να αντιδρούν πολύ πιο έντονα (π.χ. εκφράζουν θυμό, επιθετικότητα) σε σχέση με τους άλλους. Άτομα με υψηλό ναρκισσισμό, επίσης, μπορεί να διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα, σε μια προσπάθεια να διατηρήσουν την αυτοεκτίμησή τους. Έχει βρεθεί, για παράδειγμα, ότι υπερεκτιμούν τη συμβολή τους σε ομαδικά έργα. Υπερεκτιμούν την ελκυστικότητα, την εξυπνάδα και τη δημιουργικότητά τους, συγκριτικά με τις πραγματικές τους επιδόσεις ή τις παρατηρήσεις του ερευνητή (Kring et al, 2007. Cervone & Pervin, 2013. Grijalva & Zhang, 2016).
Γενικότερα χαρακτηριστικά του ναρκισσισμού
Οι ναρκισσιστές διατηρούν μια μεγαλομανή αίσθηση για τον εαυτό και τη σπουδαιότητά τους. Σε μία μελέτη διαπιστώθηκε πως τα άτομα που σκόραραν υψηλά στο ναρκισσισμό κάθονταν περισσότερη ώρα μπροστά από τον καθρέφτη και προτιμούσαν να δουν ένα βίντεο με τον εαυτό τους, παρά με κάποιον άλλον. Άτομα με έντονο ναρκισσισμό θεωρούν πως είναι μοναδικά και αξίζουν με κάθε τρόπο τον θαυμασμό των υπολοίπων. Ασχολούνται έντονα με την επιτυχία τους, την ελκυστικότητα της εμφάνισής τους και τις ικανότητές τους. Προτιμούν να βρίσκονται σε ηγετικούς ρόλους ή ρόλους που σχετίζονται με δύναμη (Cervone & Pervin, 2013. Grijalva & Zhang, 2016. Kring, Davison, Neale, & Johnson, 2007. Shacter, Gilbert, & Wenger, 2012).
Οι σχέσεις με τους άλλους
Οι σχέσεις των ατόμων με υψηλό ναρκισσισμό δεν έχουν βάθος, δεν είναι δηλαδή είναι ουσιαστικές. Αντίθετα, φαίνεται απλώς να αντανακλούν την ανάγκη του ατόμου για αποδοχή και θαυμασμό. Άτομα με ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας ενδιαφέρονται ελάχιστα, ή και καθόλου, για τις ανάγκες και τα συναισθήματα των άλλων, διαθέτοντας μειωμένη ενσυναίσθηση. Επενδύουν όλη την ενέργεια και την προσοχή τους στον εαυτό τους. Δεν προκαλεί εντύπωση λοιπόν πως αναζητούν συντρόφους που θα τους θαυμάσουν και όχι κάποιους που θα τους φροντίσουν. Τείνουν να εκμεταλλεύονται τους άλλους και θεωρούν δεδομένο ότι οι άλλοι θα εκπληρώσουν τις επιθυμίες τους. Μπορεί να φθονούν τους υπόλοιπους ανθρώπους και να υποτιμήσουν κάποιον που τα κατάφερε καλύτερα από αυτούς, ακόμη και με έκδηλο τρόπο (Cervone & Pervin, 2013. Czarna et al, 2014. Kring et al, 2007).
Χαρακτηριστικό ή ψυχική διαταραχή;
Ο ναρκισσισμός θεωρείται χαρακτηριστικό προσωπικότητας. Σε αυτή την περίπτωση αναφέρεται συχνά ως υποκλινικός ναρκισσισμός. Όταν ο ναρκισσισμός εκδηλώνεται στα άκρα του, δηλαδή χαρακτηρίζει σε μεγάλο βαθμό την προσωπικότητα του ατόμου, επηρεάζοντας σημαντικά τη ζωή του, θεωρείται ψυχική διαταραχή και συγκεκριμένα διαταραχή προσωπικότητας (Shacter et al, 2012). Σε κάθε περίπτωση, η διάγνωση πρέπει να προέρχεται από έμπειρους ψυχολόγους και ψυχιάτρους.
Βιβλιογραφία:
Cervone D., & Pervin, L.A. (2013). Θεωρίες Προσωπικότητας. Έρευνα και εφαρμογές. Αθήνα: Gutenberg.
Czarna, A. Z., Wróbel, M., Dufner, M., & Zeigler-Hill, V. (2014). Narcissism and Emotional Contagion. Do Narcissists “Catch” the Emotions of Others? Social Psychological and Personality Science, 6(3), 318-324.
Grijalva, Ε., & Zhang, L. (2016). Narcissism and Self-Insight: A Review and Meta-Analysis of Narcissists’ Self-Enhancement Tendencies. Personality and Social Psychology Bulletin, 42(1), 3–24.
Kring, A. M., Davison, G. C., Neale, J. M., & Johnson, S. L. (2007). Ψυχοπαθολογία. Αθήνα: Gutenberg, 2010.
Μπέιτμαν, Α., & Χολμς, Τ. (2001). Εισαγωγή στην Ψυχανάλυση. Αθήνα: Καστανιώτη.
Shacter, D. L., Gilbert, D. T., & Wenger, D. M. (2012). Ψυχολογία. Αθήνα: Gutenberg.