
Στην Ιταλική δραματουργία του 17ου αι κυριαρχούσε το Νεοκλασικό Ιδεώδες, το οποίο υποστήριξε την διατήρηση των τριών ενοτήτων (χρόνος, τόπος, δράση) και την αληθοφάνεια, τα ιντερμέδια και η όπερα. Όπως σε κάθε εποχή υπήρχαν και οι ανάλογες σκηνικές αλλαγές. Μεγάλο θαυμασμό είχαν προκαλέσει οι μηχανισμοί και τα ειδικά εφέ.
Οι μηχανικοί της εποχής έκαναν τις πρακτικές του Μεσαίωνα πιο περίτεχνες. Δημιούργησαν φαινομενικά μαγικές μεταμορφώσεις, δημιούργησαν θεούς και τέρατα και πλάσματα που εμφανίζονταν στη θάλασσα, στον αέρα, στον Παράδεισο και την Κόλαση. Στράφηκαν σε κλασσικά θέματα. Οι μηχανισμοί αντλήθηκαν από τον κατάλογο του Πολυδεύκη και στηρίχτηκαν στον αριστοτελικό όρο “όψις”, ένα από τα 6 βασικά μέρη του δράματος. Τα περίτεχνα ειδικά εφέ τα χρησιμοποιούσαν στις όπερες και τα ιντερμέδια.

Μεγάλο μέρος του θεάματος βασίστηκε στους πτητικούς μηχανισμούς. Οι θεοί όπως και άλλοι μυθολογικοί χαρακτήρες, μετεωρίζονταν πάνω στη σκηνή με άρματα, σύννεφα ή πλάτες ζώων. Από μία έως πενήντα φιγούρες μπορούσαν να παρουσιαστούν ενός λαμπρά φωτισμένου παραδείσου από σύννεφα.
Για να πετύχουν τα εφέ κατασκεύαζαν από ξύλο και πανί κατάλληλα σχηματισμένες φιγούρες όπως άρματα, άλογα, και στη συνέχεια τις ζωγράφιζαν. Κάποιες κατασκευές ήταν στηριγμένες έτσι ώστε να τυλίγονται καθώς κατέβαιναν. Επινοήθηκαν επικαλύψεις για την ανοδική και καθοδική μετακίνηση αντικειμένων. Άλλα εφέ βασίζονταν σε καταπακτές που βρίσκονταν στο πάτωμα της σκηνής.
Ο λειτουργικός χώρος κάτω από την σκηνή ήταν περιορισμένος, ωστόσο τα εφέ ήταν εντυπωσιακά. Για την δημιουργία της εμφάνισης ενός φαντάσματος που βγαίνει μέσα από το πάτωμα, ζωγράφιζαν μία φιγούρα σε ένα πανί, τη στήριζαν σε μία δοκό και την ύψωναν μέσω ενός ανοίγματος που υπήρχε στο πάτωμα. Επίσης η φωτιά και ο καπνός ήταν πολύ διαδεδομένα. Υπήρχε ένας μηχανισμός με φλόγες που φαινόταν ότι έβγαιναν από την γη και τοποθετούσαν την φωτιά μπροστά και πίσω από τους ηθοποιούς, ώστε να φαίνεται ότι χορεύουν οι φλόγες.
Αρκετοί μηχανισμοί εφευρέθηκαν και για την προσομοίωση κυμάτων για τις σκηνές με την θάλασσα. Σε έναν από αυτούς, κουνούσαν ένα μεγάλο ζωγραφισμένο πανί, ρυθμικά πάνω-κάτω, με σκοινιά που ήταν περασμένα μέσα του. Σε έναν άλλο, μία σειρά δισδιάστατων γλυπτών σε σχήμα κυμάτων, όπως φαίνονταν από μπροστά, κινούνταν έτσι ώστε, όταν η μία σειρά των κυμάτων σηκωνόταν, η άλλη χαμήλωνε για να μιμηθεί την κίνηση της θάλασσας. Σε έναν τρίτο, μία σειρά από μακρείς, σπειροειδείς κυλίνδρους στροβιλίζονταν ο ένας πίσω από τον άλλο για να δημιουργηθεί η αίσθηση των κυμάτων που φουσκώνουν και πέφτουν.

Πολλοί μηχανισμοί χρησιμοποιήθηκαν για να μιμηθούν τις αλλαγές από την ηρεμία στην καταιγίδα, στο σκοτάδι με το φως και διάφορες άλλες συνθήκες στη θάλασσα. Σε ένα ιντερμέδιο που σχεδίασε ο Μπουονταλέντι στη Φλωρεντία το 1589, παρουσίαζε την Αμφιτρίτη να μετακινείται μέσα στα κύματα πάνω σε ένα όστρακο συνοδευόμενη από δελφίνια και Τρίτωνες. Στη συνέχεια εμφανιζόταν ένα πλοίο με είκοσι άντρες την ίδια ώρα που ένας ναύτης τραγουδούσε στη σκοπιά πάνω στο κατάρτι και ένα δελφίνι χόρευε κάτω στα κύματα.
Η αυλαία τέλος, μπορεί να θεωρηθεί ειδικό εφέ αφού την χρησιμοποιούσαν για να κρύβουν τα σκηνικά θαύματα και να μεγαλώνουν την έκπληξη με την ξαφνική αποκάλυψή τους. Υιοθετήθηκε η αυλαία που μπορούσε να τυλιχτεί ή αυτή που ήταν χωρισμένη στα δύο.
Βιβλιογραφία: Brocket, Hildy Ιστορια Θεατρου Τομος Α, εκδ. ΚΟΑΝ , 2013