
Σε κάθε στιγμή του παρόντος καλούμαστε –συνειδητά ή ασυνείδητα– να επιλέξουμε ανάμεσα σε δύο χρόνους που δεν μας ανήκουν: το παρελθόν που έχει ήδη γραφτεί και το μέλλον που ακόμη δεν υπάρχει. Το ερώτημα πού στεκόμαστε πραγματικά γίνεται καθ’ αυτόν τον τρόπο πιο κρίσιμο από ποτέ. Ζούμε σε έναν κόσμο όπου τα βιώματα μας μάς τραβούν προς τα πίσω, ενώ οι προσδοκίες μάς σπρώχνουν προς τα εμπρός, κι εμείς, χαμένοι ανάμεσα στα δύο, κινδυνεύουμε να μην υπάρξουμε ποτέ ολοκληρωτικά στο τώρα, αλλά ούτε και να προχωρήσουμε παρακάτω.
Το παρελθόν, όσο γνώριμο κι αν είναι, μπορεί να καταντήσει φυλακή. Αν επιλέξουμε να το επαναλαμβάνουμε, αν αρνηθούμε να το αφήσουμε να καταλαγιάσει, τότε γίνεται ένα είδος «στοιχειού» που μας συνοδεύει παντού· μας υπενθυμίζει λάθη, απώλειες, φόβους, ενδοιασμούς και μας εμποδίζει να κάνουμε το επόμενο βήμα. Αν ζούμε μόνο σε αυτό, κινδυνεύουμε να καταστρέψουμε οι ίδιοι την ευτυχία που θα μπορούσαμε να βιώσουμε σήμερα όπως και προς το μέλλον, αλλά και να απομακρύνουμε ανθρώπους που είναι έτοιμοι να μας προσφέρουν όσα θεωρούμε ότι θα αποκτήσουμε, επειδή τότε κάτι συνέβη – κάποιος έκανε και φοβόμαστε πως στο μέλλον θα έχουμε τις ίδιες καταλήξεις.
Κάπου ανάμεσα λοιπόν, στο ποιοι ήμασταν και ποιοι θέλουμε να γίνουμε, βρίσκεται το πραγματικό ερώτημα: Πού διαλέγουμε να ζήσουμε; Και τι επιλέγουμε; Το παρελθόν ή το μέλλον; Δεν μπορούμε να υπάρχουμε και στα δύο άκρα συγχρόνως—και κάθε επιλογή μας στο παρόν μας φέρνει πιο κοντά είτε στην επανάληψη είτε στην απελευθέρωση. Δεν πρέπει να συγκρίνουμε καμία συνθήκη, εμπειρία ή κατάσταση με οποιοδήποτε άνθρωπο που ανήκει στο παρελθόν με τρέχουσες συνθήκες. Εκτός από μη ρεαλιστικές προσδοκίες, όλο αυτό μπορεί να καταστρέψει μια πολύ καλή ευκαιρία, ένα πολύ καλύτερο μέλλον και φυσικά να καταστρέψει ανθρώπους που δεν τους δίνουμε την ευκαιρία να μας προφέρουν την ευκαιρία επειδή κάποτε κάποιος ή κάτι μας “ποδοπάτησε” σε μια κατάσταση. Κάθε κατάσταση, σχέση, άνθρωπος είναι μοναδικός και η σύγκριση μπορεί να οδηγήσει σε δυστυχία και να καταπνίξει τις δυνατότητες για ένα υγιή παρόν αλλά και μέλλον.
Αυτό που πραγματικά μας κρατά καθηλωμένους δεν είναι ούτε το παρελθόν ούτε το μέλλον, αλλά ο τρόπος που τα συγκρίνουμε. Όταν μετράμε το σήμερα αλλά και το τι μπορεί να συμβεί στο μέλλον με μέτρα χτεσινά, βάζουμε μόνοι μας απαγορευτικά σε όσα θα μπορούσαμε να γίνουμε. Ήρθε η στιγμή να αφήσουμε τον φόβο, να σταματήσουμε να κατηγορούμε τους άλλους και να επιλέξουμε συνειδητά το νέο, το διαφορετικό που ακόμη δεν γνωρίζουμε, το καινούριο που μας τρομάζει αλλά μας καλεί. Να δώσουμε ευκαιρίες — πρώτα στον εαυτό μας και έπειτα στους ανθρώπους γύρω μας. Να βγούμε από το comfort zone μας, να πειραματιστούμε με διαφορετικά μοτίβα και διαφορετικές κινήσεις, γιατί μόνο έτσι θα πάψουμε να αναπαράγουμε τα ίδια αποτελέσματα ξανά και ξανά. Από το παρελθόν αξίζει να κρατήσουμε μονάχα τα μαθήματα: όσα μας έμαθαν τι δεν θέλουμε να ξαναζήσουμε, όσα μας έδειξαν τα όριά μας και τι αξίζουμε. Να βάλουμε ένα σαφές όριο ανάμεσα σε αυτό που υπήρξε και σε αυτό που έρχεται.
Φοβόμαστε τι θα συμβεί στο μέλλον, αλλά αυτό που μας βλάπτει πάντοτε είναι ό,τι προέρχεται από το παρελθόν. Το μέλλον αλλάζει, αρκεί να προσπαθήσουμε στο τώρα, διαφορετικά θα χάσουμε σημαντικά πολλά του μέλλοντος. Πρέπει να επιλέξουμε να εστιάζουμε στα θετικά, στο φως που υπάρχει ακόμη και όταν δεν το βλέπουμε. Γιατί εκεί, στο φως, αρχίζει κάθε πραγματική αλλαγή, γιατί εκεί, στο φως, πρέπει να προσπαθήσουμε και με το παραπάνω για να έρθει αυτή η αλλαγή.