
Σχεδόν μισό αιώνα μετά τον θάνατό του ο Τζ. Ρ. Ρ. Τόλκιν , ο συγγραφέας του Χόμπιτ παραμένει ο αδιαμφισβήτητος «βασιλιάς» της λογοτεχνίας του φανταστικού, με αποτέλεσμα κάθε νέα αξιόλογη προσθήκη σε αυτό το είδος λογοτεχνίας να έρχεται αυτόματα σε σύγκριση με τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών και την αναζήτηση για τον «διάδοχο του Τόλκιν» να φαντάζει ευσεβής πόθος.
Η Μέση Γη παραμένει το πιο λαμπρό παράδειγμα άρτια δομημένου φανταστικού κόσμου και οι συζητήσεις γύρω από τον μύθο και την ιστορία της δεν εκλείπουν ποτέ στους κύκλους των αναγνωστών. Μάλιστα, με αφορμή την κυκλοφορία της πρωτότυπης σειράς του AmazonPrime Lord of the Rings: The Rings of Power, οι συζητήσεις αυτές έχουν έρθει και πάλι στο προσκήνιο κατακλύζοντας το διαδίκτυο. Δεν πρέπει, όμως να ξεχνάμε πως πριν την κολοσσιαία επιτυχία του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών και το βιβλικών προδιαγραφών Σιλμαρίλιον το εκδοτικό ταξίδι του μαγικού αυτού κόσμου ξεκίνησε απλά, με την φράση «Σε μια τρύπα στη γη ζούσε ένας Χόμπιτ».

Η έμπνευση πίσω από το Χόμπιτ
Από μικρή ηλικία και ιδιαίτερα κατά τα φοιτητικά του χρόνια ο Τόλκιν άρχισε να επινοεί δικές του γλώσσες και, στη συνέχεια, να αναπτύσσει την μυθολογία του κόσμου μέσα στην οποία θα τις ενέτασσε. Η πρώτη ιστορία του κόσμου αυτού ήταν «Η Πτώση της Γκοντόλιν», την οποία έγραψε στη διάρκεια αναρρωτικής άδειας από τον στρατό το 1916, και ακολούθησαν και άλλες ιστορίες, όπως «Η Ιστορία της Λούθιεν Τινούβιελ και του Μπέρεν» και «Η Μουσική των Άινουρ». Την μυθολογία αυτή συνέχισε να εμπλουτίζει καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του με σκοπό να την εκδώσει ως ολοκληρωμένο έργο, κάτι που πραγματοποίησε ο γιος του, Κρίστοφερ, μετά τον θάνατό του με την έκδοση του Σιλμαρίλιον.
Αρχικά, το Χόμπιτ δεν αποτελούσε κομμάτι του μύθου αυτού. Ο ίδιος ο Τόλκιν, σε επιστολή του προς τον Γ.Χ. Όντεν το 1955, αναφέρει πως, στα τέλη της δεκαετίας του ’20, ενώ διόρθωνε βαριεστημένος σχολικά διαγωνίσματα (εκείνη την περίοδο ήταν καθηγητής Αγγλοσαξονικών στο κολέγιο Πέμπροουκ στη Οξφόρδη) έγραψε σε ένα λευκό χαρτί «Σε μια τρύπα στη γη ζούσε ένας Χόμπιτ», χωρίς και ο ίδιος να ξέρει γιατί.
Η πρώτη έκδοση του Χόμπιτ
Για χρόνια δεν προχώρησε καθόλου αυτή την ιδέα, πέρα από τον σχεδιασμό του χάρτη του Θρορ, ώσπου έγραψε τελικά το βιβλίο στις αρχές του 1930, χωρίς να έχει όμως σκοπό να το εκδώσει. Για την ύπαρξη του ήξεραν μόνο τα παιδιά του και ο Κ.Σ. Λιούις, συγγραφέας του «Χρονικά της Νάρνια» και στενός του φίλος.
Αυτό άλλαξε όταν το δάνεισε στην τότε ηγούμενη του Τσέρτσγουελ Έτζε για να τη διασκεδάσει στη διάρκεια της ανάρρωσής της από μία γρίπη, ενώ δεν είχε ολοκληρωθεί ακόμη η συγγραφή των τελευταίων κεφαλαίων. Τότε το πρόσεξε μία νεαρή κοπέλα, η Σούζαν Ντάγκλας, η οποία εργαζόταν στον εκδοτικό οίκο Άλλεν και Άντγουιν στο Λονδίνο, και παρότρυνε τον Τόλκιν να ολοκληρώσει την ιστορία και να την δώσει για έκδοση. Αφού την παρέδωσε στον εκδοτικό οίκο, ο Στάνλει Άνγουιν το έδωσε δοκιμαστικά στο νεότερο γιο του, Ρέινερ, ο οποίος ενθουσιάστηκε. Έτσι, το Χόμπιτ εκδόθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου 1937 σε μόλις 1.500 αντίτυπα, τα οποία ξεπούλησαν ως το Δεκέμβριο.

Το ύφος του βιβλίου
Το Χόμπιτ δημιουργήθηκε ως μία ιστορία για παιδιά, γραμμένη στο ύφος που συνηθιζόταν την εποχή εκείνη να δίνεται στις παιδικές ιστορίες. Το ύφος αυτό ο Τόλκιν στο μέλλον το μετάνιωσε, καθώς το θεώρησε ανόητο, ενώ άσκησε κριτική και σε κάποια σημεία τις ιστορίας, τα οποία πλέον τα θωρούσε σαχλά. Μάλιστα, σε μία διάλεξή του υποστήριξε την ιδέα πως τα παραμύθια αποτελούν μία από τις υψηλότερες μορφές λογοτεχνίας και ότι εντελώς λανθασμένα συνδέονται με τα παιδιά. Ως εκ τούτου μετάνιωσε την «ένδυση» του Χόμπιτ με παιδικό, κατά τα πρότυπα της εποχής, χαρακτήρα, ενώ πιστεύει πως είναι κάτι που μετάνιωσαν και τα ίδια τα παιδιά (τουλάχιστον τα πιο έξυπνα από αυτά), καθώς στο κάτω κάτω ήταν κατά κύριο λόγο φιλόλογος και γλωσσολόγος παρά «παραμυθάς».
Το πολύκροτο sequel
Μετά την μεγάλη επιτυχία του Χόμπιτ οι εκδότες ζήτησαν μία συνέχεια. Όταν όμως ο Τόλκιν, θέλοντας να παρουσιάσει στο ευρύ κοινό τον κόσμο που επί χρόνια ανέπτυσσε , τους παρέδωσε τους θρύλους των Αρχαίων Ημερών (αυτό που στην ολοκληρωμένη πλέον μορφή του αποτελεί το Σιλμαρίλιον) εκείνοι το απέρριψαν. Ο συγγραφέας δεν ενδιαφερόταν να γράψει άλλη μία παιδική ιστορία, καθώς επιθυμούσε ηρωικούς θρύλους και δυνατές ρομαντικές ιστορίες, οπότε άρχισε να γράφει ένα έργο με πολύ διαφορετικό ύφος, το οποίο έμελλε να είναι και αξιοσημείωτα μεγαλύτερο σε έκταση.
Η δουλειά που είχε μπροστά του δεν ήταν καθόλου εύκολη καθώς αφενός αποσκοπούσε να συνδέσει τη νέα αυτή ιστορία με το Χόμπιτ και αφετέρου με το ευρύτερο μυθολογικό υπόβαθρο του κόσμου του. Το αντικείμενο που σήκωσε το μεγαλύτερο βάρος αυτής της σύνδεσης είναι το μαγικό δαχτυλίδι, αλλά για να γίνει αυτό και ταυτόχρονα να διατηρηθεί η συνοχή ανάμεσα στα δύο έργα χρειάστηκε να γίνουν αλλαγές στην δεύτερη έκδοση του Χόμπιτ, Οι αλλαγές αυτές αφορούσαν κυρίως τη σκηνή της συνάντησης του Μπίλμπο με το Γκόλουμ, καθώς στο αρχικό κείμενο το Γκόλουμ είναι πολύ πρόθυμο να στοιχηματίσει το δαχτυλίδι του, κάτι που δεν θα μπορούσε να ευσταθεί με τη νέα σημασία που έλαβε το αντικείμενο και την βαριά επιρροή που ασκεί στο πλάσμα.
Χρειάστηκαν 17 ολόκληρα χρόνια για την ολοκλήρωση αυτού του έργου, το οποίο, αν και προορισμένο να είναι ένα βιβλίο, λόγω μεγάλης έκτασης εκδόθηκε σε τρεις τόμους. Η τριλογία αυτή δεν είναι άλλη από τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, το οποίο όχι μόνο θεωρείται ένα από τα κορυφαία λογοτεχνικά έργα όλων των εποχών αλλά αποτέλεσε την αφετηρία ενός νέου λογοτεχνικού είδος, της λογοτεχνίας του φανταστικού.
Παρακάτω ακολουθεί βίντεο με αφιέρωμα στο βιβλίο Χόμπιτ.

Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν για το άρθρο:
The Hobbit, Ανακτήθηκε από: https://tolkiengateway.net
Τζ. Ρ. Ρ. Τόλκιν. (1981). Οι επιστολές του Τζ. Ρ. Ρ. Τόλκιν. Αθήνα: ΑΙΟΛΟΣ