
Το αμερικανικό γουέστερν έχει ταυτιστεί στο μυαλό μας με μοναδικές ταινίες, χαρακτήρες και ηθοποιούς. Με αυτό το αφιέρωμα θα ταυτιστεί και με τον John Ford, έναν σκληροπυρηνικό σκηνοθέτη που χάρισε στο γουέστερν μία ξεχωριστή σελίδα στην κινηματογραφική ιστορία. Ο ίδιος, ωστόσο, αδιαφορούσε για την εικαστική πλευρά της κινηματογραφικής δημιουργίας και χαρακτηριστικά δήλωνε πως «φτιάχνει ταινίες για να πληρώσει το νοίκι του». Ας γνωρίσουμε, λοιπόν, αυτήν την ιδιαίτερη κινηματογραφική προσωπικότητα μέσα από 6 (+1) όχι και τόσο γνωστά στοιχεία.
John Ford σημαίνει «ταύρος»
Γέννημα θρέμμα της Αμερικής, ο John Ford κατάγεται από το Πόρτλαντ του Μέιν. Με τη γέννησή του την 1η Φεβρουαρίου του 1894, του δόθηκε το όνομα John Martin Feeny, αν και ο ίδιος – ως εκ γενετής μυθομανής – συχνά ισχυριζόταν πως το πραγματικό του όνομα ήταν Sean Aloysius O’Feeney ή O’Fearna. Οι γονείς του δεν είχαν καμία απολύτως σχέση με την τέχνη και τον κινηματογράφο. Η μητέρα του ήταν ταγμένη στην αποτελούμενη από έντεκα παιδιά οικογένειά τους, ενώ ο (ιρλανδικής καταγωγής) πατέρας του είχε ένα τοπικό σαλούν.
Βέβαια, ούτε ο Ford έδειχνε από μικρός ενδιαφέρον για τη βιομηχανία του κινηματογράφου. Οι αγαπημένες του ασχολίες περιορίζονταν στην αδιαφορία για το σχολείο και τα γράμματα, στους καουμπόηδες και τους Ινδιάνους, αλλά και στο ποδόσφαιρο, όπου διακρίθηκε στο σχολείο ως ένας εκ των πιο αδίστακτων παικτών (εξ ου και το προσωνύμιο «ταύρος» που του δόθηκε, προφητικό της μετέπειτα καριέρας και συμπεριφοράς του).
Επάγγελμα: ψεύτης
Αγαπημένη ασχολία του John Ford υπήρξε, κατά βάση, το ψέμα. Ισχυριζόταν πως ήταν κάτοχος πολλών πτυχίων, μολονότι έβγαλε μετά δυσκολίας το γυμνάσιο. Πρωτοδιδάξας του ψέματος και της απάτης ήταν ο μεγαλύτερος αδερφός του Francis, τον οποίο λάτρευε ως ίνδαλμα και προσπαθούσε να μιμηθεί πιστά. O Francis παράτησε γρήγορα το σχολείο, άφησε έγκυο μία κοπέλα, πήγε στρατό και στη συνέχεια στράφηκε προς τον ακμάζοντα χώρο του θεάματος. Αρχικά ως μέλος ενός θιάσου βαριετέ και στη συνέχεια ως ηθοποιός σε παραγωγές του βωβού κινηματογράφου, ο Francis έχτισε μία καριέρα στο Χόλιγουντ με το επώνυμο Ford, που παραπέμπει απατηλά στη γνωστή αυτοκινητοβιομηχανία. Τα ίδια βήματα προς την «επιτυχία» ακολούθησε και ο νεαρός John, αλλάζοντας το επίθετό του και ξεκινώντας την καριέρα του στην υποκριτική.
Ο John Ford και το βωβό Χόλιγουντ
Ο John Ford ήταν το παιδί για όλες τις δουλειές μέσα στα χολιγουντιανά στούντιο. Μάθαινε τα πάντα για κάθε θέση μέσα στην κινηματογραφική βιομηχανία. Συμμετείχε κυρίως στις σκηνοθεσίες του μεγαλύτερου αδερφού του Francis, ωστόσο έπαιξε και σε άλλες παραγωγές, όπως στη «Γέννηση ενός Έθνους» (“The Birth of a Nation”, 1915) του David Wark Griffith.

Οι πρώτες σκηνοθετικές του δουλειές εμφανίζονται από το 1917 και μετά και ξεπερνούν αριθμητικά τις εξήντα, μέχρι το τέλος της εποχής του βωβού σινεμά. Τη μεγαλύτερη επιτυχία του έφερε η σειρά γουέστερν με πρωταγωνιστή τον Harry Carey, στο ρόλο του αλκοολικού παρία που βοηθούσε τους ανήμπορους. Η επιτυχία του John Ford δεν οφείλεται, όμως, στο κάστ ή τις σκηνοθετικές του τεχνικές, μα στην ικανότητά του να παραδίδει εγκαίρως τις δημιουργίες του και πάντα εντός προϋπολογισμού. Αδιαμφισβήτητα, βέβαια, είναι και τα τεράστια κέρδη που έφερνε στις εταιρίες παραγωγής.
Εικαστική σκηνοθεσία

Απο τη δεκαετία του 1930 η φωνή γίνεται πραγματικότητα στη μεγάλη οθόνη και ο John Ford δεν δυσκολεύεται να διαπρέψει στις νέες αυτές συνθήκες. Έχοντας καταξιωθεί ως γκανγκστερικός σκηνοθέτης, φέρνει στο αμερικάνικο σινεμά μοναδικές παραγωγές (“The Prisoner of Shark Island”, 1936), αλλά και καθιερώνει στο αμερικανικό γουέστερν ηθοποιούς και χαρακτήρες, όπως συνέβη με τον John Wayne (“The Man Who Shot Liberty Valance”, 1962). Η τεχνική του περιλάμβανε τεράστιους καμβάδες, εικόνες γυρισμένες σε μοναδικά τοπία της αμερικανικής Δύσης, όπως η «Κοιλάδα των Μνημείων» στη Γιούτα, μακροσκελή πλάνα απλών διαλόγων και στιγμών, ελάχιστες οπτικές γωνίες του φακού, αλλά και πειραματισμό με το χρώμα και το ασπρόμαυρο.

Τα έργα του, με άλλα λόγια, δεν είχαν φιλοσοφικό υπόβαθρο, μα εικαστικό. Γι’ αυτό και ο John Ford, όταν του το επέτρεπε, φυσικά, το budget του, φρόντιζε για την κάθε λεπτομέρεια. Χρησιμοποιούσε συχνά ιθαγενείς Αμερικάνους για κομπάρσους, επενδύοντας στο ρεαλισμό και την αυθεντικότητα. Αγαπημένος του ήταν ένας μάγος της φυλής των Ναβάχο, ο οποίος υποτίθεται πως προέβλεπε ακριβώς τον καιρό. Απεδείχθη, ωστόσο, πως απλώς μετέφερε τις προβλέψεις που άκουγε στο ραδιόφωνο. Επίσης, είχε προσλάβει έναν μουσικό, ο οποίος έπαιζε παραδοσιακούς ήχους στο ακορντεόν, ώστε να δημιουργεί την κατάλληλη ατμόσφαιρα «γουέστερν» για το καστ.
Το Πολεμικό Ναυτικό
Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος υπήρξε πηγή έμπνευσης και υπερηφάνειας για τον John Ford. Ενόσω υπηρετούσε στο Πολεμικό Ναυτικό (στη βαθμίδα του διοικητή) συνέχισε την κινηματογραφική παραγωγή στο φωτογραφικό τμήμα. Έχοντας βιώσει τη φρίκη, το θάνατο, τον πατριωτισμό και την αυτοθυσία, ο Ford προσπάθησε να τα αποτυπώσει σε βραβευμένα με όσκαρ ντοκιμαντέρ (“The Battle of Midway”, 1942 και “December 7th”, 1943) και σε μία μεγάλου μήκους ταινία (“They Were Expendable”, 1945).
Σε μεγάλη ηλικία, ενώ διασκέδαζε με κωμικές τηλεοπτικές σειρές με σκηνές από τον αμερικανικό στρατό στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, εκνευριζόταν όταν έβλεπε να διακωμωδείται το Ναυτικό, όπου πιστά υπηρέτησε.
Η δυνατή φωνή του John Ford
Κατά τον John Ford, η επιτυχία των ταινιών του οφειλόταν στη δυνατή φωνή του. Οι ηθοποιοί – από τους πρωταγωνιστές μέχρι τους κομπάρσους – αλλά και τα υπόλοιπα μέλη του κινηματογραφικού πληρώματος έπεφταν ασταμάτητα θύματα αντιεπαγγελματικής σκληρότητας από τον Ford, ο οποίος διαρκώς τους φοβέριζε και τους υποτιμούσε. Ψυχολογική βία είχε υποστεί και ο John Wayne, μολονότι συμμετείχε σε πάνω από τριάντα δημιουργίες του Ford, ενώ σωματική βία είχε υποστεί ο Henry Fonda στα γυρίσματα του “Mister Roberts” (1954). Οι διαρκείς προσβολές και επιπλήξεις άξια του χάρισαν τον τίτλο του σαδιστή, του τρομοκράτη, του τυράννου. Αντίστοιχα φερόταν και σε συγγραφείς και παραγωγούς, από τους οποίους δεν ανεχόταν παρεμβολές και υποδείξεις.
Η βιαιότητα δεν χαρακτήριζε απαραίτητα και τα προσωπικά του πιστεύω. Δήλωνε αντισημίτης, ωστόσο υποστήριζε μειονότητες, όπως τους μαύρους ή τους κομμουνιστές (την περίοδο του Μακαρθισμού), τις οποίες συχνά προσελάμβανε για να τις προστατέψει. Δεν υποτιμούσε, επίσης, τους ομοφυλόφιλους γεγονός που – σε συνδυασμό με μία μαρτυρία της ηθοποιού Maureen O’Hara – είχε γεννήσει αυξημένες υποψίες πως η αρρενωπότητα του Ford υπέκρυπτε την ομοφυλοφιλία του.
Αντί επιλόγου

Οξύμωρο είναι το ότι οι ταινίες για τις οποίες βραβεύτηκε από τη Ακαδημία ο γκανγκστερικός «πατέρας» John Ford δεν ανήκουν στο είδος του γουέστερν (“The Informer”, 1935, “The Grapes of Wrath”, 1940, “How Green Was My Valley”, 1941, “The Quiet Man”, 1952).
Ο John Ford πέθανε από καρκίνο στην Καλιφόρνια, σαν σήμερα, στις 31 Αυγούστου του 1973.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν σε αυτό το άρθρο:
John Ford. Ανακτήθηκε από https://www.britannica.com/biography/John-Ford-American-director (τελευταία πρόσβαση 07.08.2019)
John Ford. Ανακτήθηκε από https://www.encyclopedia.com/people/literature-and-arts/film-and-television-biographies/john-ford-united-states (τελευταία πρόσβαση 07.08.2019)
John Ford. Ανακτήθηκε από https://www.imdb.com/name/nm0000406/ (τελευταία πρόσβαση 07.08.2019)
Η Μυστική Ζωή των Μεγάλων Σκηνοθετών, Robert Schnakenberg (2010), Eκδόσεις Αιώρα