
Ο Βασίλης Αυλωνίτης αποτελεί ένα πρόσωπο πολύ ξεχωριστό για όλους τους Έλληνες κινηματογραφόφιλους. Ήταν ένας σπουδαίος κωμικός που είχε μια πολύ ξεχωριστή ικανότητα: χάριζε γέλια στο κοινό του μονάχα με τις εκφράσεις του προσώπου του. Δεν χρειαζόταν κανένα σενάριο, πάρα μόνο την ευφυΐα του που του επέτρεπε να αυτοσχεδιάζει και να σατιρίζει με έναν ιδιαίτερα πρωτοποριακό τρόπο.
Τα πρώτα χρόνια του Βασίλη Αυλωνίτη
Ο Βασίλης Αυλωνίτης γεννήθηκε στο Θησείο την πρωτοχρονιά του 1904. Όταν βρισκόταν σε πολύ μικρή ακόμη ηλικία, ο πατέρας του εγκατέλειψε εκείνον, τον μεγαλύτερο αδελφό του, Αντώνη και την μητέρα τους, Κωνσταντίνα και παντρεύτηκε μια άλλη γυναίκα με την οποία απέκτησε πέντε παιδιά. Η απουσία του πατέρα του από την ζωή του τον επηρέασε σε σημαντικό βαθμό και τον έκανε έναν άνθρωπο ιδιαίτερα μελαγχολικό – σύμφωνα με τα λεγόμενα πολλών συναδέλφων του – ακόμα και αν πολλές φορές δεν το έδειχνε.
Αναγκάστηκε να παρατήσει το σχολείο και να δουλέψει από πολύ μικρή ηλικία, όπως και ο αδελφός του, καθώς έπρεπε να βοηθήσει την μητέρα του με τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπιζαν. Ασχολήθηκε με μια πληθώρα χειρωνακτικών εργασιών που ουδεμία σχέση δεν είχαν με το θέατρο, αλλά και την υποκριτική γενικότερα. Για κάποιο καιρό κατασκεύαζε τσάντες και πορτοφόλια σε ένα τσαντάδικο, ενώ άλλοτε μετέφερε μπαούλα. Βεβαίως κατάφερνε και σε αυτές τις δουλειές με τα λίγα μέσα που διέθετε, να δείχνει διαρκώς το ταλέντο του στην υποκριτική και λάτρευε να κάνει τους άλλους να γελάνε με τις σκανταλιές του.
Ενώ βρισκόταν σε νεαρή ακόμα ηλικία, ο Αυλωνίτης ξεκίνησε να εργάζεται στο θέατρο «Έντεν» ως βοηθός σκηνογράφου. Η δουλειά αυτή υπήρξε η εναρκτήρια στιγμή της καριέρας του, την οποία απογείωσε πολύ σύντομα. Η πρώτη του εμφάνιση στην σκηνή δεν ήταν προγραμματισμένη, αλλά σίγουρα στέφθηκε από μεγάλη επιτυχία. Τα γέλια που σκόρπισε στο κοινό με ιδιαίτερη ευκολία, ήταν η μόνη απόδειξη που χρειαζόταν για να πεισθεί πως αυτή ήταν η κατάλληλη δουλειά για εκείνον.

Η καταλυτική παρουσία του ηθοποιού στο ελληνικό θέατρο και κινηματογράφο
Από το 1924 έως και το 1928 εμφανίστηκε σε αρκετές θεατρικές παραστάσεις, στις οποίες ανέλαβε πρωταγωνιστικούς, αλλά και δευτερεύοντες ρόλους. Έκανε την ανεπίσημη αρχή το 1924, στην οπερέτα «Το κορίτσι της γειτονιάς» του Ν. Χατζηαποστόλου και την πρώτη, επίσημη πια, εμφάνισή του, έναν μόλις χρόνο αργότερα στην θεατρική παράσταση «Ερωτικές Γκάφες» στον θίασο της Ελένης Ζαφειρίου. Σχεδόν περιττό, φαίνεται να αναφερθεί εδώ, ότι τα γέλια του κοινού του συνόδευαν πιστά και αβίαστα κάθε αξέχαστη ατάκα και γκριμάτσα του.
Το 1928 ο γίγαντας της κωμωδίας αποφάσισε να συγκροτήσει δικό του θίασο και να ασχοληθεί αποκλειστικά με την επιθεώρηση, αφήνοντας πίσω του τις κωμωδίες και τις οπερέτες. Το 1934 συμμετείχε σε αρκετές επιθεωρήσεις του θεάτρου Περοκέ, ενώ αργότερα συγκρότησε ξανά θίασο σε συνεργασία με τον Κυριάκο Μαυρέα. Σημείωσε ιδιαίτερη επιτυχία την δεκαετία του 1950 και του 1960, κατά τις οποίες συνεργάστηκε με άλλους εξίσου ταλαντούχους ηθοποιούς. Η συνεργασία που ξεχώρισε πιο πολύ από όλες όμως, ήταν εκείνη με τον Νίκο Ρίζο και την Γεωργία Βασιλειάδου, οι οποίοι αναμφισβήτητα αποτέλεσαν μαζί ένα αχτύπητο τρίδυμο.

Παράλληλα το 1929 έκανε την πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση στην ταινία «Μαρία η Πενταγιώτισσα». Αργότερα ακολούθησαν και άλλες ταινίες από τις οποίες ξεχωρίζουν οι εξής: «Λατέρνα, Φτώχεια και Φιλότιμο», «Ο Κλέαρχος, η Μαρίνα και ο Κοντός», «Η Κυρία Δήμαρχος», «Οι Γαμπροί της Ευτυχίας», «Η Σοφερίνα», «Ησαΐα χόρευε», κ.ά. «Η Αριστοκράτισσα και ο Αλήτης» ήταν η τελευταία ταινία στην οποία εμφανίστηκε ο ηθοποιός, καθώς απεβίωσε λίγες μόλις μέρες μετά την λήξη των γυρισμάτων.
Η δολοφονία στο Περοκέ
Το 1931 και σε ηλικία 27 ετών ο Βασίλης Αυλωνίτης εργαζόταν στο θέατρο Περοκέ και έπαιζε στην παράσταση «Κατεργάρα». Επρόκειτο για μία παράσταση στην οποία ο κωμικός σατίριζε τις κωμικοτραγικές πολιτικές εξελίξεις – αλλά και διάφορες πολιτικές φιγούρες – της χώρας, που είχαν διχάσει τον ελληνικό λαό για πολλά χρόνια σε δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις. Ωστόσο, οι φανατικοί οπαδοί της μίας εκ των δυο παρατάξεων (και συγκεκριμένα των Βενιζελικών) είχαν κάνει φανερή την δυσαρέσκειά τους, απειλώντας τον Αυλωνίτη πως αν δεν σταματήσει να σατιρίζει Βενιζελικούς πολιτικούς στις παραστάσεις του, θα τον δολοφονήσουν.
Και αυτό ακριβώς αποπειράθηκαν να κάνουν σε μία από τις παραστάσεις του, όταν ο ηθοποιός αρνήθηκε να υπακούσει. Χωρίς να φοβάται τις απειλές τους, ο Αυλωνίτης συνέχισε να διακωμωδεί πολιτικούς και των δύο παρατάξεων, όταν στην μέση της παράστασης «Κατεργάρα» ένας νεαρός άνδρας όρμησε οπλισμένος πάνω στην σκηνή ακολουθούμενος από άλλους τρεις, ένας από τους οποίους ξεκίνησε να πυροβολεί.
Η παράσταση μετατράπηκε σε τόπο εκτέλεσης μέσα σε λίγα μόλις λεπτά, αφήνοντας όλους τους παρευρισκόμενους σε έντρομη κατάσταση. Πολλοί ήταν οι τραυματίες, αλλά και ένας νεκρός: ο τεχνικός του θεάτρου, Παναγιώτης Μωραΐτης. Μόλις συνειδητοποίησε τι επρόκειτο να ακολουθήσει, ο Μωραΐτης πήδησε μπροστά από τον Αυλωνίτη, σε μια απόπειρα να προστατέψει την ζωή του ηθοποιού και έτσι δέχθηκε στην καρδιά του τη σφαίρα που προοριζόταν για τον Αυλωνίτη. Ο θάνατος του αδικοχαμένου νεαρού τεχνικού ήταν ένα τραγικό γεγονός που τραυμάτισε ιδιαίτερα τον κωμικό και βάραινε την συνείδησή του μέχρι και το τέλος της ζωής του.
Το συμβάν που έλαβε μέρος το 1931 στο θέατρο Περοκέ συγκλόνισε όλη την Ελλάδα, καθώς αποτέλεσε μία από τις πολλές θανατηφόρες συνέπειες που οφείλονταν σε όλα τα δεινά που βασάνιζαν την χώρα εκείνη την εποχή: τη βαθιά οικονομική κρίση, την πτώχευση, αλλά και τις αναταράξεις που επικρατούσαν γενικότερα στο πολιτικό πεδίο.

Μετά το ειδεχθές αυτό γεγονός ο Βασίλης Αυλωνίτης έλειψε από τον χώρο του θεάτρου για τέσσερα χρόνια, απομακρύνοντας τον εαυτό του από τους κοντινούς του ανθρώπους και από την Ελλάδα.
Η προσωπική ζωή του Αυλωνίτη
Αν και δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ δημοσίως από τον ίδιο, αρκετοί υποστηρίζουν ότι ο Αυλωνίτης είχε παντρευτεί για πρώτη φορά πριν το 1931 με μια γυναίκα που ονομαζόταν Πόπη.
Ωστόσο, την χρονιά εκείνη, λίγο αργότερα από το περιστατικό που έλαβε μέρος στο θέατρο Περοκέ και το οποίο παραλίγο να του στοιχίσει τη ζωή, ο γνωστός κωμικός γνώρισε την Νίτσα Παπαδοπούλου, την οποία ερωτεύτηκε παράφορα και έτσι πήρε διαζύγιο για να μπορέσει να ζήσει τον έρωτά του με την καινούργια του αγαπημένη στο Παρίσι.
Παρ’ όλα αυτά, η σχέση αυτή δεν κράτησε πολύ και έχασε γρήγορα την σπίθα της. Ο λόγος που ο Βασίλης Αυλωνίτης τερμάτισε και αυτή την σχέση του και μάλιστα τόσο γρήγορα, ήταν πάλι μια γυναίκα, η οποία ονομαζόταν Γιογιό. Ο Βασίλης και η Γιογιό πολύ σύντομα παντρεύτηκαν και γύρισαν στην Ελλάδα, όπου απέκτησαν 2 παιδιά: τον Γιάννη και την Ελένη.
Η καταγωγή της γυναίκας του Αυλωνίτη δεν είναι επιβεβαιωμένη και αυτό οφείλεται κατά κύριο λόγο στο γεγονός ότι ο Βασίλης Αυλωνίτης επιθυμούσε να κρατά την προσωπική του ζωή μακριά από την δημοσιότητα. Μερικοί υποστηρίζουν ότι η Γιογιό ήταν Γαλλίδα, άλλοι ότι ήταν Αγγλίδα και τέλος υπάρχουν και εκείνοι που πιστεύουν ότι η Γιογιό ήταν Ελληνίδα γεννημένη και μεγαλωμένη στην Γαλλία.
Αυτό που αξίζει όμως να σημειωθεί, είναι ότι οι κοντινότεροι φίλοι και συνάδελφοι του Αυλωνίτη έχουν υποστηρίξει επανειλημμένα πως η Γιογιό ήταν η μεγαλύτερη αγάπη της ζωής του, η οποία παρέμεινε στο πλευρό του μέχρι και την τελευταία μέρα της ζωής του, στις 10 Μαρτίου του 1970.
Το βίντεο που ακολουθεί αναφέρεται στην αγάπη του Βασίλη Αυλωνίτη για τον ιππόδρομο, μια αγάπη που πολλές φορές υπήρξε βλαβερή για εκείνον, αλλά και για την οικογένειά του.
https://youtu.be/vVvEsfsehT4?t=238
Πηγές:
Βασίλης Αυλωνίτης. Ανακτήθηκε από https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%92%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%BB%CE%B7%CF%82_%CE%91%CF%85%CE%BB%CF%89%CE%BD%CE%AF%CF%84%CE%B7%CF%82 (τελευταία πρόσβαση 9.03.2019)
Βασίλης Αυλωνίτης: Σκόρπισε γέλιο!!! (2017). Ανακτήθηκε από https://www.timesnews.gr/%CE%B2%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%BB%CE%B7%CF%82-%CE%B1%CF%85%CE%BB%CF%89%CE%BD%CE%AF%CF%84%CE%B7%CF%82-%CF%83%CE%BA%CF%8C%CF%81%CF%80%CE%B9%CF%83%CE%B5-%CE%B3%CE%AD%CE%BB%CE%B9%CE%BF/(τελευταία πρόσβαση 9.03.2019)
Βασίλης Αυλωνίτης. Ανακτήθηκε από https://www.sansimera.gr/biographies/97 (τελευταία πρόσβαση 9.03.2019)