Ολόκληρη η ανθρωπότητα γνωρίζει την περσόνα με τη θρυλική ονομασία «Κόμης Δράκουλας». Όλοι, επίσης, γνωρίζουν πως το όνομα του Κόμη Δράκουλα είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με ιστορίες τρόμου, στις οποίες πρωταγωνιστούν βρικόλακες και τρομακτικά πλάσματα της νύχτας. Ελάχιστοι, όμως, ξέρουν πως το πραγματικό όνομα του άντρα αυτού ήταν: Βλάντ Γ’ Τσέπες (Ντράκουλ) (ρουμάνικα: Vlad Țepeș, προφορά: [ˈvlad ˈt͡sepeʃ]). Ήταν, επίσης, γνωστός και με το προσωνύμιο «Βλάντ ο Παλουκωτής», λόγω των απάνθρωπων μεθόδων που χρησιμοποιούσε στους αιχμαλώτους του.
Πρώτα χρόνια
Ο Βλάντ Γ’ Τσέπες γεννήθηκε τον Νοέμβριο του 1431 στην πόλη Σιγκισόαρα της Τρανσυλβανίας, μια ορεινή περιοχή στη σύγχρονη Ρουμανία. Καταγόταν από τον ευγενή οίκο του Βασάραβα Α’, θεμελιωτή του Βλαχικού κράτους. Πατέρας του ήταν ο Βλάντ Ντράκουλ Β’, ο οποίος υπήρξε ηγεμόνας της Βλαχίας, του πριγκιπάτου, δηλαδή που βρισκόταν στα νότια της Τρανσυλβανίας, και μητέρα του ήταν η πριγκίπισσα Τσένια, κόρη του Αλέξανδρου του Καλού της Μολδαβίας. Τις πρώτες γνώσεις του ο Βλάντ Γ’ τις πήρε από τη μητέρα του, όμως, οι βασικότερες σπουδές του ξεκίνησαν το 1436, όταν διδάχτηκε την τέχνη του πολέμου και της ειρήνης, τέχνη απαραίτητη για έναν Χριστιανό ιππότη. Το προσωνύμιο Ντράκουλ, που σημαίνει δράκος, το κληρονόμησε μετά την ένταξή του στο Τάγμα του Δράκου, ένα χριστιανικό στρατιωτικό τάγμα αφιερωμένο στην καταπολέμηση της ισλαμικής απειλής. (Οθωμανική Αυτοκρατορία)
Ιστορικά γεγονότα
Καθώς η Τρανσυλβανία και η Βλαχία, βρίσκονταν ανάμεσα ακριβώς στη χριστιανική Ευρώπη και στα μουσουλμανικά εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, πραγματοποιούνταν συχνές και αιματηρές μάχες σε εκείνες τις περιοχές. Συνεπώς, στις συρράξεις αυτές συμμετείχε και ο Βλάντ Β’. Μετά από πολυάριθμες πολεμικές συγκρούσεις, το 1443, ο Βλάντ Β’ κλήθηκε σε μια διπλωματική συνάντηση, ούτως ώστε να αμβλυνθούν τα πνεύματα. Η συνάντηση αυτή προτάθηκε από τον σουλτάνο Μουράτ Β’ και έγινε δεκτή από τον Βλάντ Β’, ο οποίος πήρε μαζί του τους δύο νεαρούς γιους του, τον Βλάντ Γ’ και τον Ραντού. Η συνάντηση, όμως, αποδείχθηκε στην πραγματικότητα μια άριστα οργανωμένη παγίδα, με σκοπό να συλληφθούν οι τρεις άντρες και να κρατηθούν ως όμηροι στην Καλλίπολη. Ο Βλάντ Β’, ωστόσο, απελευθερώθηκε με την προϋπόθεση ότι θα άφηνε πίσω τους γιους του. Έτσι και έγινε. Τα δύο αγόρια φυλακίστηκαν για 4 χρόνια, στην πόλη Εγκριγκόλ της Ανατολίας. Παρ’ όλα αυτά, οι συνθήκες κράτησης τους -πλην ελαχίστων εξαιρέσεων- υπήρξαν αρκετά καλές, καθώς διδάχτηκαν την τουρκική γλώσσα και απέκτησαν εξαιρετική στρατιωτική εκπαίδευση.
Εξέλιξη προσωπικότητας
Ο πατέρας του Βλάντ Γ’, ακόμα και αν αφέθηκε ελεύθερος από τον σουλτάνο, όταν επέστρεψε στην πατρίδα του, δεν είχε καλύτερη τύχη. Εκδιώχθηκε ως ηγεμόνας της Βλαχίας από τους τοπικούς πολέμαρχους (βογιάρους) και, εν τέλει, σκοτώθηκε στους βάλτους κοντά στο Μπαλτένι. Ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο Μιρκέα, που είχε παραμείνει στη Βλαχία, ως διάδοχος του θρόνου, βασανίστηκε, τυφλώθηκε και θάφτηκε ζωντανός. Τα γεγονότα αυτά, σε συνδυασμό με τις πρακτικές βασανιστηρίων και εκτελέσεων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που παρακολουθούσε ο Βλάντ Γ’, επηρέασαν σοβαρά την ψυχική του υγεία. Από πολλές πηγές αναφέρεται πως είχε αρχίσει να αναπτύσσει μια εξαιρετικά ανισόρροπη προσωπικότητα, με διάφορες περίεργες ιδέες και συνήθειες. Η ομηρία του διήρκεσε 4 ολόκληρα χρόνια και το 1448, ο 17χρονος πια Βλάντ, απελευθερώθηκε και η βασιλεία του μόλις ξεκινούσε.
Η βασιλεία του αίματος
Το 1453 η Κωνσταντινούπολη έπεσε στα χέρια των Οθωμανών, οι οποίοι απειλούσαν ολόκληρη τη χριστιανική Ευρώπη. Συνεπώς, ο Βλάντ, που είχε ανέβει στο θρόνο της Βλαχίας το 1456, ανέλαβε να υπερασπιστεί τον τόπο του εναντίον του εισβολέα. Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τον μύθο ο Βλάντ πήρε τον θρόνο με τη βοήθεια της Ουγγαρίας και κάποιων Βλάχων βογιάρων, και σκότωσε σε μονομαχία τον προηγούμενο βασιλιά χρησιμοποιώντας την αγαπημένη του πρακτική, αυτή του παλουκώματος, την οποία είχε μάθει κατά τη διάρκεια της 4χρονης παραμονής του στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Όταν ανέλαβε τα καθήκοντα του, το κράτος βρισκόταν σε μια μακρά περίοδο μαρασμού και, στην ουσία, ήταν υπό διάλυση. Ο λαός του, στην αρχή της βασιλείας του, υπολογίζονταν σε 500 χιλιάδες άτομα. Κύριο μέλημά του υπήρξε η προώθηση του εμπορίου και η ενδυνάμωση του στρατού. Για τον λόγο αυτό συνεργάστηκε με τους ντόπιους βογιάρους για τη συγκέντρωση της κρατικής εξουσίας. Η συνεργασία, βέβαια, αυτή δεν επετεύχθη τόσο αθώα. Ο θρύλος αναφέρει πως για να εδραιώσει την εξουσία του, ο Βλάντ κάλεσε εκατοντάδες βογιάρους, σε ένα συμπόσιο, το οποίο κατέληξε σε λουτρό αίματος, με τους βογιάρους παλουκωμένους σε ξύλα στην αυλή του.
Εκτός των άλλων, έδωσε όπλα στους ελεύθερους αγρότες και στους κατοίκους για να καταπολεμήσουν τις απειλές, τόσο στο εσωτερικό του κράτους όσο και στο εξωτερικό.
Σχέση με την Οθωμανική Αυτοκρατορία
Η Οθωμανική Αυτοκρατορία θεωρούσε πως η Βλαχία ήταν αναπόσπαστο μέρος της, με αποτέλεσμα το 1461, ο σουλτάνος Μωάμεθ ο Πορθητής, να ζητήσει από τον Βλάντ Γ’ να δηλώσει υποτέλεια στον ίδιο και στην Αυτοκρατορία του. Ο περήφανος Βλάντ αρνήθηκε και αποφάσισε να διασχίσει τον Δούναβη και να λεηλατήσει τα εδάφη της Αυτοκρατορίας, στη σημερινή Βουλγαρία. Ο Μωάμεθ Β’ άρχισε τότε να συγκεντρώνει έναν στρατό, που αριθμούσε 60.000 στρατιώτες περίπου και 30.000 ατάκτους. Παρ’ όλη την ισχυρή δύναμη που είχε να αντιμετωπίσει ο Βλάντ, οργάνωσε ενέδρες και σε μια από αυτές, τη «Νύχτα της Επίθεσης» (17 Ιουνίου 1462) σκότωσε 15.000 Τούρκους, οι οποίοι αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Στη συνέχεια, μη εγκαταλείποντας τις προσπάθειες, ο σουλτάνος έπεισε τον μικρότερο αδελφό του Βλάντ, τον Ραντού, να οδηγήσει τους γενίτσαρους στην κατάκτηση της Βλαχίας, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Εξαιτίας ψευδών κατηγοριών για συνεργασία με τους Οθωμανούς, ο Βλάντ φυλακίστηκε στην Ουγγαρία και πέρασε 12 χρόνια εκεί.
Συνολικά, εκτιμάται ότι σκότωσε περίπου 80.000 ανθρώπους εκ των οποίων οι 20.000 παλουκώθηκαν και στήθηκαν έξω από την πόλη της Ταργκοβίστα, κυρίως για λόγους ψυχολογικού πολέμου. Το θέαμα ήταν τόσο αποκρουστικό, ώστε σε μια από τις μάχες με τους Τούρκους, ο σουλτάνος αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Ο Βλάντ Γ’ επανήλθε και κυβέρνησε και πάλι το 1476. Σε μια μάχη με τους Οθωμανούς, έπεσε σε ενέδρα και τον Ιανουάριο του 1477 σκοτώθηκε από τους βογιάρους. Η τραγική ειρωνεία είναι πως σκοτώθηκε με αποκεφαλισμό και το κεφάλι του παραδόθηκε στον Μωάμεθ Β’ στην Κωνσταντινούπολη. Το έμβλημά του ήταν ο δράκος κρεμασμένος από έναν σταυρό. Ο Βλάντ Γ’ Τσέπες επονομάστηκε σε «Κόμης Δράκουλας» (Draculea), που σημαίνει γιος του Δράκου και κατά άλλη εκδοχή γιος του διαβόλου.
Σκοτεινοί θρύλοι
Ένα παράδειγμα της πρακτικής, που υπήρξε και η αγαπημένη του, συνέβη το 1459 σε μια συνάντηση με διπλωματικούς απεσταλμένους των Οθωμανών. Οι διπλωμάτες αρνήθηκαν να βγάλουν τα καπέλα τους, αναφέροντας ότι ήταν θρησκευτικό έθιμο. Επαινώντας τους, λοιπόν, για τη θρησκευτική τους ευλάβεια, ο Βλάντ τους βεβαίωσε ότι τα καπέλα τους θα παραμείνουν για πάντα στα κεφάλια τους, καθώς, τελικά, τους παλούκωσε αφήνοντας τα καπέλα καρφωμένα στα κρανία τους.
Σύμφωνα με έναν άλλο θρύλο, ο ίδιος φέρεται να δείπνησε σε δάσος, έχοντας γύρω του τους ηττημένους αντιπάλους του, μετά τη νίκη του έναντι των Οθωμανών –ζωντανούς ακόμα-, καρφωμένους στα παλούκια. Τέλος, υπάρχουν φήμες πως βουτούσε το ψωμί του στο αίμα των θυμάτων.
Βιβλιογραφία και Κινηματογράφος
Παρόλο που αποδεδειγμένα ιστορικά ο Βλάντ θεωρείται ήρωας, καθώς κατά τη διάρκεια της ηγεμονίας του κατάφερε να απωθήσει αρκετές φορές και επιτυχημένα τους Οθωμανούς, ένα όνομα θα άλλαζε τον τρόπο με τον οποίο τον βλέπει το ευρύ κοινό. Το όνομα του Bram Stoker. Μετά την έκδοση του μυθιστορήματος του, το 1897, ο κόσμος συνέδεσε και μετέφερε ως παράδοση το όνομα του Κόμη Δράκουλα ως συνώνυμο με τρομακτικά φολκλορικά πλάσματα, τους βρικόλακες. Ουσιαστικά, ο Bram Stoker δημιούργησε τον συγκεκριμένο χαρακτήρα εμπνευσμένος από την προσωπικότητα του Βλάντ Γ’ Τσέπες, προσθέτοντας μια δόση τρόμου σε συνδυασμό με φαντασία.
Ο χαρακτήρας του Κόμη Δράκουλα μεταφέρθηκε πολλές φορές στη μεγάλη οθόνη, εισπράττοντας τεράστια αποδοχή από το ευρύ κοινό. Μερικές από τις σπουδαιότερες κινηματογραφικές ταινίες είναι:
- Κόμης Δράκουλας, 1931. Σκηνοθεσία Τοντ Μπρόουνινγκ. Πρωταγωνιστής ο Μπέλα Λουγκόζι.
- Δράκουλας, ο Βρικόλακας των Καρπαθίων, 1958. Σκηνοθεσία Τέρανς Φίσερ. Πρωταγωνιστής ο Κρίστοφερ Λι.
- Δράκουλας: Φυγή από τα Καρπάθια, 1979. Σκηνοθεσία Τζον Μπάντχαμ. Πρωταγωνιστής ο Φρανκ Λάνγκελα.
- Ο Δράκουλας του Bram Stoker, 1992. Σκηνοθεσία Φράνσις Φορντ Κόπολα. Πρωταγωνιστής ο Γκάρι Όλντμαν.
- Dracula Untold, 2014 με τον Λουκ Έβανς.
Πηγές