Σημαντικό γεγονός στη σύγχρονη ιστορία της Θεσσαλονίκης υπήρξε η πυρκαγιά, που ξέσπασε τον Αύγουστο του 1917 από φωτιά σε οικία στη μουσουλμανική συνοικία στα όρια της Άνω Πόλης. Η πυρκαγιά επεκτάθηκε με ταχείς ρυθμούς λόγω του Βαρδάρη, των ξύλινων κατασκευών, της λιθόστρωσης και της απουσίας κατάλληλων υποδομών. Για την αντιμετώπισή, ο στρατηγός Σαράιγ είχε αρνηθεί να παραχωρήσει τα αποθέματα των στρατώνων σε νερό. Η πυρκαγιά υπήρξε καταστροφική για το μεγαλύτερο τμήμα του ιστορικού κέντρου της πόλης: κάηκαν 3.900 καταστήματα και 14.200 σπίτια, ενώ 73.448 κάτοικοι έμειναν χωρίς σπίτι, 52.000 από τους οποίους ήταν Εβραίοι. Ο μεγάλος αριθμός των πληγέντων αρχικά φιλοξενήθηκαν στις κατασκηνώσεις των ξένων στρατευμάτων.
Το νέο σχέδιο του πολεοδόμου Ernest Hébrard
H κυβέρνηση του Βενιζέλου αποφάσισε να αγνοήσει την προϋπάρχουσα διάταξη. Η ιδιοκτησία και οι χρήσεις γης, αξιοποιήθηκαν για την ανοικοδόμηση ως μέσο για τον εκσυγχρονισμό της πόλης και «εξελληνισμού» του αστικού χώρου. Η απόφαση, που ελήφθη κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, επηρέασε άμεσα την επιλογή των σχεδιαστών και το μοντέλο σχεδιασμού. Συστάθηκε, λοιπόν, Διεθνής Επιτροπή Νέου Σχεδίου Θεσσαλονίκης με επικεφαλής τον Γάλλο πολεοδόμο Ernest Hébrard, η οποία σε σύντομο χρονικό διάστημα πρότεινε το νέο ρυμοτομικό σχέδιο ολόκληρης της πόλης.
Το σχέδιο πρότεινε μια μοντέρνα ομοιογενή πόλη, μια άλλη πόλη, με νέες επεκτάσεις, όπου προσδιορίζονται και οριοθετούνται εργατικοί οικισμοί, βιομηχανικές ζώνες, αλλά και περιοχές κατοικίας και αναψυχής. Βασικό οργανωτικό στοιχείο του ιστού της αποτελούσε το γεωμετρικό οικοδομικό τετράγωνο, που αντικαθιστά τις ακανόνιστες και λαβυρινθώδεις συνοικίες. Το σχέδιο Εμπάρ είχε δυο στόχους: Ο πρώτος ήταν να διασφαλίσει την φυσική ανάπτυξη της πόλης για μεγάλη χρονική περίοδο. Η συνολική περιοχή του σχεδίου, μαζί με τις μελλοντικές επεκτάσεις του διαμόρφωνε μια πυκνοκατοικημένη και πολύ συνεκτική πόλη. Ο δεύτερος στόχος του σχεδίου ήταν η ανοικοδόμηση του κέντρου, λαμβάνοντας υπόψη το ζήτημα της μικρής ιδιοκτησίας στην πόλη.
Σχεδιάστηκαν κεντρικοί άξονες κάθετοι προς τη θάλασσα και δημιουργήθηκαν τέσσερις ενότητες γραμμικών χώρων (οι άξονες της Αριστοτέλους, της Αγίας Σοφίας, της Δημητρίου Γούναρη και των ανοικτών χώρων από το πανεπιστήμιο ως την παραλία). Η Αριστοτέλους (λεωφόρος Κοινωνίας των Εθνών) ήταν η μεγάλη καινοτομία του σχεδίου. Το λιμάνι επεκτάθηκε προς τα δυτικά, ενώ προτάθηκαν νέες επεκτάσεις. Στα σχέδια προβλεπόταν η Place Civique, όπου θα ανεγείρονταν το δημαρχείο, το δικαστικό μέγαρο και άλλα κτίρια δημοσίων υπηρεσιών.
Το εβραϊκό νεκροταφείο
Ένα μεγάλο θέμα της εποχής ήταν και το ζήτημα των εβραϊκών νεκροταφείων. Από το 1890 είχε απαλλοτριωθεί μια πλατιά λωρίδα του νεκροταφείου με σκοπό τη διάνοιξη δρόμου. Η δημιουργία προσφυγικού συνοικισμού απαιτούσε την απαλλοτρίωση μέρους των εβραϊκών νεκροταφείων της Θεσσαλονίκης. Η εβραϊκή κοινότητα αντέδρασε με υπόμνημά της στην κυβέρνηση Βενιζέλου. Οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης έδωσαν διεθνή διάσταση στο ζήτημα της μεταφοράς του νεκροταφείου τους και ο Βενιζέλος έγινε αποδέκτης επιστολών διαμαρτυρίας από διεθνείς εβραϊκές οργανώσεις.
Ο χώρος του εβραϊκού νεκροταφείου υποδείχθηκε επίσης για την χωροθέτηση της Πανεπιστημιούπολης, μετά την πυρκαγιά. Στις αρχές του 1919 ο Δήμος Θεσσαλονίκης είχε συγκροτήσει επιτροπή με τη συμμετοχή των επικεφαλής των τριών θρησκευτικών κοινοτήτων, για να μελετήσουν την χωροθέτηση των νεκροταφείων. Η έλευση των προσφύγων όμως και η εγκατάστασή τους στο μεγαλύτερο μέρος του αδόμητου χώρου, νοτιοανατολικά του ισραηλιτικού νεκροταφείου καθυστερούν τις εξελίξεις. Στα 1929 η κυβέρνηση παραχωρεί την έκτασή τους στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης.
Η εγκατάσταση των προσφύγων
Την περίοδο 1922-1924 έφθασαν στη Θεσσαλονίκη πάνω από 130.000 πρόσφυγες, που προστέθηκαν στους 30.000 περίπου πρόσφυγες ομογενείς από τη Βουλγαρία, τη Σερβία, τη Μικρά Ασία, τη Ρωσία και τον Καύκασο. Οι χώροι στους οποίους εγκαταστάθηκαν ήταν παλιά στρατόπεδα, επιταγμένα δωμάτια, εκκλησίες, σχολεία και δημόσια κτίρια. Επιπλέον, οι πρόσφυγες αντιμετώπισαν, σύμφωνα με τη νομοθεσία, εμπόδια στη θεσμική κατοχύρωση τους στο δικαίωμα εκλέγειν και εκλέγεσθαι.
Η ανάγκη στη παροχή κατοικίας, λαμβάνοντας υπ’ όψη το συναισθηματικό δέσιμο με τη «πατρίδα», καθιστούσε ιδιαίτερη φροντίδα και μέτρα πολιτικής στη κατοικία και στη παροχή στέγασης. Ωστόσο τα εμπόδια της πολιτείας λειτουργούσαν επιπρόσθετα στο προσωπικό δράμα των προσφύγων, ενώ τελικά οι εκκλησίες και μεμονωμένοι πολίτες με φιλανθρωπίες αποτελούσαν στήριγμα.
Ο πολεοδομικός και κοινωνικός μετασχηματισμός της Θεσσαλονίκης
Η έλευση τον προσφύγων αποτέλεσε αφετηρία του χωρικού και κοινωνικού μετασχηματισμού της Θεσσαλονίκης. Επηρεάστηκαν χωρικά κυρίως οι δυτικές συνοικίες, στις οποίες άλλαξαν τα πολεοδομικά τους χαρακτηριστικά. Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή του 1922, καθιερώθηκε στη συνείδηση των προσφύγων η ζήτηση μόνιμης κατοικίας στους συνοικισμούς της Θεσσαλονίκης, οι οποίοι προϋπήρχαν σε κάποιο βαθμό από τη περίοδο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Επιπλέον, ο όρος της καθομιλουμένης «Χαμένες Πατρίδες», δημιούργησε περισσότερη νοσταλγία στους πρόσφυγες, λόγω της αγωνίας ενσωμάτωσης και αφομοίωσης τους στον κοινωνικό ιστό, αλλά και στην επανεκκίνηση της καινούργιας ζωής.
Οι Κώστογλου και Μήτση (2011, 12) αναφέρουν χαρακτηριστικά:
«Οι επιδράσεις του προσφυγικού εποικισμού στη διάρθρωση των προαστίων της Θεσσαλονίκης είναι αποφασιστικές. Η αυτοστέγαση και η αυθαίρετη δόµηση ήταν οι συνηθέστεροι τρόποι οικοδόµησης συνοικισµών, όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Η πόλη γίνεται μια πόλη αντιθέσεων. Περίλαμπρα μέγαρα από τη µία και χιλιάδες παραπήγματα από την άλλη διασκορπισμένα από άκρη σε άκρη της Θεσσαλονίκης. Λίγα µόνο μέτρα από τη Τσιµισκή, στον Τενεκέ Μαχαλά, εξελίσσεται φρικιαστική για τα µάτια του επισκέπτη η ανθρώπινη εξαθλίωση και η ανισότητα της ζωής. Το κράτος μπροστά σε αυτή την κατάσταση θεσπίζει το πρώτο πολεοδομικό πλαίσιο, µε το οποίο οργανώνονται οι νέοι προσφυγικοί συνοικισµοί. Κάθε συνοικισµός ρυµοτοµείται προχείρως και χωρίζεται σε οικόπεδα.»
Πηγές:
- Γερόλυμπου-Kαραδήμου Α. 1995. Η ανοικοδόμηση της Θεσσαλονίκης μετά την πυρκαγιά του 1917, Εκδ. University Studio Press, Θεσσαλονίκη.
- Μαχαιρά, Α. 2002. Η Θεσσαλονίκη του Μεσοπολέμου. Ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα, 1922 – 1940. Στο: Χ. Χατζηιωσήφ (Επιμ.), Ο Μεσοπόλεμος.Αθήνα: Βιβλιόραμα, σσ.107-131.
- Γιαννακού A.2015. Προγράμματα πολιτικής γης στη Θεσσαλονίκη από τον μεσοπόλεμο μέχρι τη δεκαετία του 1960: η μετάβαση προς μια σύγχρονη μητροπολιτική περιοχή. Στο: Δ.Καιρίδης (Επιμ.), Θεσσαλονίκη: Mια Πόλη σε μετάβαση 1912-2012. Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο Α.Ε, σσ 487-488.
- Σαββαΐδης Π: Θεσσαλονίκης ανάδειξης –χαρτών αναμνήσεις, Λεύκωμα έκθεσης χαρτών Θεσσαλονίκης, ΕΚΕΠΠ-ΕΚΕΧΧΑΚ –Εθνική Χαρτοθήκη, Θεσσαλονίκη, σελ. 19-50, 2008.
Σύνταξη κειμένου: Ευθύμιος-Σπυρίδων Γεωργίου
Επιμέλεια κειμένου: Ελευθερία Σακελλαρίου