Οι γραμμές και τα κείμενα που έχουν γραφτεί πάνω στο θέμα της οπαδικής κουλτούρας είναι αμέτρητες. Εγώ προσωπικά, πολλές φορές έχω απολαύσει τα γραπτά του Νίκου Ιωαννίδη, του επονομαζόμενου «Ισοβίτη», για τον Π.Α.Ο.Κ. και τις ιστορίες των οπαδών του. Όμως στην Ελλάδα παρατηρείται και το εξής φαινόμενο: τα κείμενα που αναφέρονται στους οπαδούς των «μικρών» ομάδων είναι ελάχιστα… Αυτό το κενό θα προσπαθήσω και να καλύψω σήμερα με τις σειρές αυτές, οι οποίες στην ουσία αποτελούν μία αναδρομή.
Αυτό που δε θα μπορέσω ποτέ ως οπαδός να ξεχάσω είναι η πορεία της ομάδας του τόπου μου, του Α.Ο. Ξάνθης τη διετία 2014-2015, και αυτό διότι το χρονικό διάστημα τούτο, θα μπορούσε να συνοψιστεί στη φράση «ή του ύψους ή του βάθους». Τον Ιούνη του ’14 μπαράζ παραμονής στη Θεσσαλονίκη με αντίπαλο τον Ολυμπιακό Βόλου, το Μάη του ’15 τελικός Κυπέλλου Ελλάδος στο ΟΑΚΑ με αντίπαλο τον Ολυμπιακό -του Πειραιά αυτή τη φορά-…
Οι 2 παραπάνω αγώνες είχαν ένα κοινό: Την απίστευτη κοσμοσυρροή, για τα δεδομένα τη Ξάνθης, τα κονβόι λεωφορείων και τους χιλιάδες Ξανθιώτες που βρισκόντουσαν κοντά στην ομάδα εκείνη τη στιγμή… Πράγμα που δυστυχώς ο μέσος Ξανθιώτης το κάνει μόνο όταν η ομάδα φτάσει στο «αμήν»… Αλλά γι’ αυτό το θέμα θα μιλήσω παρακάτω…
Η αγάπη για την ομάδα δεν είναι μόνο το 90λεπτο και η ανάλυση των φάσεων. Είναι κάτι το βαθύτερο. Είναι η αϋπνία και η αγωνία πριν από τα μπαράζ, τον τελικό, κάποιον σημαντικό αγώνα. Είναι το μάζεμα στο σύνδεσμο, η επαφή, οι φιλίες που δημιουργούνται, το λεωφορείο που μεταφέρει ετερόκλητες προσωπικότητες που τις ενώνει η αγάπη για την ομάδα και τον τόπο τους. Είναι τα πειράγματα μεταξύ των οπαδών, η φωνή του κουρέα που λέει «πάμε τελικό ρε!» κι η σιωπηρή αγωνία του αν θα παραμείνουμε στην κατηγορία… Η γειτονιά μας, η πόλη μας, η ομάδα μας…
Γιατί τα γράφω όλα αυτά; Για να τονίσω κάτι που δεν υπάρχει στους οπαδούς των «υποτιθέμενων» μεγάλων… Αυτοί μετράνε τίτλους… Εμείς στιγμές, αναμνήσεις, χαρά, ψυχή και αγωνία. Μετράμε το φως που είδαμε ανάμεσα στη μετριότητα. Μετράμε κάθε ταξίδι, κάθε Χαριλάου και ΟΑΚΑ, κάθε Ρώμη, Μίντλεσμπρο, Βουκουρέστι, Μπέλφαστ και Λιέγη, μα και Κέρκυρα, Γιάννενα, Λειβαδιά, Καβάλα… Όχι πολλά ταξίδια, μα ανεκτίμητα… Η διαδρομή, η κουβέντα στο λεωφορείο, η είσοδος στο γήπεδο, το κρέμασμα του πανό… Τα κασκόλ που υψώνονται κι οι φωνές που ενώνονται… To σφύριγμα της έναρξης… «Όταν είχα γεννηθεί, στους γονείς μου είχαν πει, δεν είναι καλά, κάτι πάει στραβά, Δημόκριτο έχει στην καρδιά…» Δημόκριτος, η ιστορία της περιοχής πάνω στη φανέλα… Κι εμείς να φωνάζουμε ακόμη δυνατότερα, μέχρι να βραχνιάσουμε στην επιστροφή…
Εδώ ήθελα να καταλήξω με όλα τα παραπάνω. Στο «ηθικό πλεονέκτημα» αυτών που στηρίζουν τους «μικρούς». Στο ότι δε στηρίζουν την ομάδα για τους τίτλους ή την πορεία της, αλλά γιατί είναι ο τόπος, η γειτονιά τους, οι ρίζες που κυλάνε στις φλέβες τους… Στο ότι έχουν «καβαφική σκέψη»: γι’ αυτούς μετράει κάθε ταξίδι, κι ας μη βρει η ομάδα ποτέ την «Ιθάκη» ενός τίτλου. Αυτοί θα είναι πάντα εκεί, μαζί με τα παιδιά τους, τη νέα γενιά που θα μεταδώσουν την ίδια καψούρα που τους μετέδωσε η οικογένειά τους… Ίσως από τα ομορφότερα φαινόμενα στον κόσμο…Και θα ήταν ακόμη πιο όμορφα, αν κάθε Ξανθιώτης, Κορυδαλλιώτης, Σερραίος, Ευοσμιώτης, στήριζε την τοπική του ομάδα κάθε στιγμή, και όχι μόνο όταν το θυμόταν λόγω κάποιου τελικού ή μπαράζ…
Το κείμενο αυτό, αν και γραμμένο για τους οπαδούς της Ξάνθης, αφιερώνεται όχι μόνο σε αυτούς, αλλά και στους οπαδούς της Προοδευτικής, του Αγροτικού Αστέρα, του Πανσερραϊκού, και άλλων τοπικών ομάδων…
Αφιερώνεται με λίγα λόγια σ΄αυτούς που πάντα θα επιμένουν…!