Κάθε αρχή και δύσκολη λένε…
Καλή ή κακή…Κάθε φορά το ίδιο συναίσθημα..Πόσες φορές έχουμε αισθανθεί αυτή την περίεργη αίσθηση μεταξύ ανυπομονησίας και φόβου να μας κατακλύζει , με το φόβο να υπερισχύει και να κάνει τα πόδια να τρέμουν και την καρδιά να καρδιοχτυπά αλλά να μην μπορεί να το ελέγξει. Είναι η αντίσταση στη συνήθεια, σ’ αυτό που ξέρει, το γνώριμο, το ασφαλές, το βολικό.
Κρατάς τη συνήθεια σαν το παιδί το αγαπημένο του παιχνίδι. Το βλέπεις να στεναχωριέται, να μην μπορεί να κοιμηθεί χωρίς αυτό, να κλαίει, να το αποζητά. Πόσο άσκοπο, μπορεί να κοιμηθεί και χωρίς αυτό, σκέφτεσαι και γελάς, μα δε βλέπεις πως όσο δυνατός κι αν δείχνεις υπάρχει κάτι που κι εσύ αποζητάς αν στο πάρουν και δεν είναι άλλο από τη συνήθειά σου. Είναι δική σου, φορτωμένη αναμνήσεις , κι αν κάτι στην κλονίσει αλλάζει όλος σου ο κόσμος , και τα βάζεις ακόμα και με τον ίδιο τον εαυτό σου που επέτρεψε να τη χάσει. Τι κι αν αυτή η ρουτίνα έχει πολλά πράγματα που σε πληγώνουν, εσύ αρνείσαι σαν τον πεισματάρικο παιδί να αφήσει το αγαπημένο του παιχνίδι, κι ας χάλασε κι ας μη δουλεύει πια.
Τι ουσία μπορεί να έχει όμως μια τέτοια προσκόλληση σε κάτι που ουσιαστικά δεν είναι λειτουργικό πια. Τι ουσία έχει να διατηρείς κάτι δίπλα σου μόνο και μόνο για να μην το χάσεις γιατί κάποτε σου πρόσφερε πολλά. Ήταν τα πάντα για σένα και έτσι η απουσία του θα είναι οδυνηρή. Άσκοπα οδυνηρή, γιατί πολύ απλά η παρουσία του στη ζωή σου είναι απλά ένα βαρίδι που θα σε παρασέρνει όλο και πιο κάτω. Γιατί η στεναχώρια τίθενται στο γεγονός πως κάτι έπαψε να «λειτουργεί» κι όσο συνεχίζει -ως απόρροια της συνήθειας- να υπάρχει θα σε στεναχωρεί κάθε φορά που βλέπεις κάτι που τόσο αγάπησες να είναι δυσλειτουργικό ή και νεκρό. Ενώ αν αποδεχθείς την απώλεια και αφήσεις πίσω αυτό που ουσιαστικά δεν υπάρχει πια μπορεί να πονέσει πολύ , αλλά ο πόνος θα είναι παροδικός κι όχι περιοδικός. Στην πράξη δε φοβάσαι να χάσεις αυτό που έχεις -μέσα σου το ξέρεις πως χειρότερο θα γίνεται με τον καιρό όσο το κρατάς- αλλά φοβάσαι να ξεκινήσεις οτιδήποτε καινούριο.
Ο φόβος της νέας αρχής, αυτός είναι αυτός που τρομάζει πιο πολύ.
Και πάλι στην αρχή της πίστας του παιχνιδιού. Έχασες την τελευταία σου ζωή και πήγες πάλι στην αρχή. Έκανες τόσο κόπο, έφτασες στο τέλος της τελευταίας κρίσιμης πίστας και λίγο πριν τελειώσει εσύ χάνεις την τελευταία σου ζωή. Άδικο σκέφτεσαι, μόχθησα πολύ να φτάσω ως εδώ. Τι κάνεις λοιπόν; Κάθεσαι και κλαις το παιχνίδι που δεν τελείωσε ποτέ ή παίρνεις μια βαθιά ανάσα και λες θα ξαναπαίξω, με περισσότερο πείσμα και πιο πολύ εμπειρία; Ανάλογα πόσο σημαντικό είναι για σένα αυτό το παιχνίδι.
Αν δηλαδή αξίζει να ρισκάρεις χρόνο, προσπάθεια – με την ήδη υπάρχουσα εμπειρία- και τον καλύτερό σου εαυτό για να το τελειώσεις με αξιοπρέπεια και πάθος , προσφέροντας σου την ικανοποίηση πως τα κατάφερες ή να το αφήσεις ημιτελές αλλά να λες απλά ότι έπαιξες.
Κι έχεις μείνει μ’ αυτό το φόβο και την καρδιά να ακούγεται πιο δυνατά απ’ όλα στα αυτιά σου, να κοιτάς το επόμενο βήμα. Εντάξει, έχασες μια πίστα της ζωής σου κι αυτό σε καθηλώνει να κοιτάς αυτό το κομμάτι που έχεις χάσει λες κι είναι ανεκτίμητο. Είναι δεν αντιλέγω, γιατί χωρίς αυτό δε θα μάθαινες τα όρια σου, δε θα μάζευες εμπειρίες και δε θα ήσουν έτοιμος και προετοιμασμένος για το μετά. Όμως οι πίστες είναι άπειρες και μέχρι στιγμής πολλές απ’ αυτές τις έχεις κερδίσει.
Οπότε τι θα κάνεις; Θα μείνεις να κοιτάς το λάθος σου χωρίς καμία ουσία ή θα κάνεις ένα βήμα χωρίς να κοιτάς πίσω, ξεκινώντας απ’ το μηδέν…;
Στο χέρι σου είναι…