
Ο Nick Zedd δεν είναι μόνο μια από τις κύριες φιγούρες του underground πανκ σινεμά που μεσουράνησε στη Νέα Υόρκη κατά τη δεκαετία του 1980: είναι επίσης ο ιδρυτής του κινήματος «Cinema of Transgression». Όπως αναφέρεται και στο μανιφέστο του κινήματος που κυκλοφόρησε το 1985, το «Cinema of Transgression» παραβιάζει συνειδητά τους νόμους της avant-garde, που όπως υποστηρίζει «έχει εδραιώσει τον ακαδημαϊκό σνομπισμό και έχει χτίσει μνημείο στην έκφανση αυτή της τεμπελιάς που ονομάζεται στρουκτουραλισμός και συνεχίζει να αποκλείει τους κινηματογραφιστές που μπόρεσαν να δουν πέρα από αυτό το φιάσκο.» Έτσι, η εργογραφία του Nick Zedd είναι βαθιά επαναστατική, παραβαίνει σχεδόν όλους τους κινηματογραφικούς κανόνες και καταφεύγει συχνά σε τακτικές σοκ, αλλά και στη σάτιρα. Αυτές είναι μερικές από τις πιο γνωστές ταινίες του Nick Zedd, που θα σας κάνουν είτε να τον μισήσετε, είτε να τον ερωτευτείτε παράφορα:
They Eat Scum (1979)
Δείτε απόσπασμα από την ταινία στο YouTube: https://www.youtube.com/watch?v=DvcC6rhBWwo&feature=emb_logo
Το «They Eat Scum» είναι η πρώτη ταινία του Zedd και την ολοκλήρωσε όταν ήταν ακόμα φοιτητής στο Pratt Institute. Η «πλοκή» της ταινίας αφορά την άνοδο, την πτώση και την επάνοδο μιας πανκ τραγουδίστριας (την οποία ενσαρκώνει η underground καλλιτέχνις, Donna Death), αλλά συχνά ακολουθούμε άλλους, δευτερεύοντες χαρακτήρες της ιστορίας, όπως τον τραβεστί αδερφό της πρωταγωνίστριας. Προς το τέλος της ταινίας, η πανκ μπάντα, που καταλήγει σε συμμορία από κανίβαλους που κηρύσσει πόλεμο στην κοινωνία, προκαλεί ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα και τελικά κατατροπώνεται από τα μεταλλαγμένα τέρατα που δημιουργούνται ως αποτέλεσμα αυτού. Για να κατανοήσει κανείς τη σημασία μιας τέτοιας ταινίας, όπου το μοντάζ είναι επίτηδες κακό και τα «τέρατα» είναι ηθοποιοί ντυμένοι με φτηνά κοστούμια από εποχιακά μαγαζιά, πρέπει να λάβει υπόψη του ότι η Νέα Υόρκη ήταν τότε οικονομικά εξαθλιωμένη και πολλές γειτονιές της θύμιζαν εμπόλεμες ζώνες. Η ταινία χρωστάει πολλά στον πρωτοπόρο του «βρώμικου» σινεμά, Τζον Γουότερς.

The Bogus Man (1980)
Το «Bogus Man» είναι μια ταινία μικρού μήκους (12 λεπτά) που εμπεριέχει μερικά από τα αγαπημένα θέματα του Nick Zedd. Όπως και στο «They Eat Scum», πρωταγωνιστές εδώ είναι τα μέλη μιας πανκ μπάντας που ιδρύθηκε για να καταστρέψει τη ζωή στον πλανήτη. Η ταινία είναι ξεχωριστή για την πανκ αισθητική της (το καλό γούστο θεωρείται εχθρός της τέχνης), την καυστική της σάτιρα και την ερμηνεία του Ντέιβιντ ΜακΝτέρμοτ που παίζει μια εγκληματική μεγαλοφυΐα που κλωνοποιεί προέδρους της Αμερικής. Η φράση, «Γιατί έπρεπε να το δουν αυτό τα μάτια μου;» που επαναλαμβάνεται κατά τη διάρκεια του γκροτέσκου χορού με την αμερικανική σημαία στο τέλος της ταινίας, θα επιστρέψει πολλές φορές στο μυαλό όσων βλέπουν τις ταινίες του Nick Zedd.

Geek Maggot Bingo (1983)
Το «Geek Maggot Bingo» έχει διάρκεια σχεδόν όσο μια κανονική ταινία (περίπου 1 ώρα και 20 λεπτά). Μπορεί βέβαια το σενάριο να «κρεμάει» αλύπητα, όμως η προσπάθεια του Zedd εδώ να ακολουθήσει μια συμβατική πλοκή είναι αξιοσημείωτη. Η ιστορία θυμίζει καλτ ταινίες δευτέρας διαλογής του 1950 και του 1960, όπως το «Manos: The Hands of Fate» (1966) ή το «Plan 9 from Outer Space» (1959) του Εντ Γουντ και ακολουθεί ένα τρελό επιστήμονα που προσπαθεί να φέρει τους νεκρούς πίσω στη ζωή, με τη βοήθεια του καμπούρη υπηρέτη του. Στο καστ της ταινίας συμπεριλαμβάνονται «διασημότητες» της underground σκηνής, όπως η Donna Death και ο Richard Hell.

The Wild World of Lydia Lunch (1983)
Το «Wild World of Lydia Lunch» είναι αδιαμφισβήτητα η πιο προσωπική ταινία του κινηματογραφιστή. Ο Nick Zedd γύρισε την ταινία μικρού μήκους (23’) η οποία ακολουθεί την τραγουδοποιό και καλλιτέχνη Lydia Lunch, όταν οι δυο τους είχαν μόλις χωρίσει. Το φιλμ γυρίστηκε στο Λονδίνο και είναι βωβό με σάουντρακ την κασέτα που η Lydia Lunch είχε στείλει στο Zedd για να του πει πως θέλει να χωρίσουν. Η υποψία ότι ο άνθρωπος πίσω από την κάμερα είναι μια διαταραγμένη προσωπικότητα υπάρχει, όμως η ταινία έχει τη γλυκόπικρη γεύση που αφήνει κάθε τέλος μιας παθιασμένης ερωτικής σχέσης.

Police State (1987)
Δείτε ολόκληρη την ταινία στο YouTube: https://www.youtube.com/watch?v=a7AHfnA-8WM
Το «Police State» είναι φαινομενικά η πιο απλή και ταυτόχρονα η πιο μεστή ταινία του Nick Zedd. Εδώ δεν υπάρχουν τέρατα από άλλους πλανήτες ή ζόμπι-κανίβαλοι που θέλουν να καταστρέψουν την ανθρωπότητα. Στην ασπρόμαυρη ταινία μικρού μήκους το «τέρας» είναι ένα διεφθαρμένο όργανο του νόμου που δείχνει τα δόντια του σε ένα νεαρό πανκιό, το οποίο κοιτάζει ουσιαστικά τη δουλειά του, χωρίς να έχει διάθεση να ενοχλήσει κανέναν. Ο «μπάτσος» σταματάει τον νεαρό (Zedd), κατηγορώντας τον ότι βρωμάει μαριχουάνα. Ο νεαρός το αρνείται και τελικά ο αστυνομικός ασκεί βία επάνω του και τον πηγαίνει στο Τμήμα. Εκεί τα πράγματα γίνονται ολοένα και πιο παράλογα, μέχρι που κατά τη διάρκεια της ανάκρισης, οι αστυνομικοί ευνουχίζουν το νεαρό κρατούμενο. Η ταινία έχει γυριστεί στο Γκρίνουιτς Βίλατζ της Νέας Υόρκης, γειτονιά αφενός του Zedd την εποχή εκείνη, αλλά και κέντρο της πανκ σκηνής στη Νέα Υόρκη.

War Is Menstrual Envy (1992)
Το «War Is Menstrual Envy» είναι ταινία μόνο υπό τη στενή έννοια του όρου. Το γεγονός ότι η ιστορία διαδραματίζεται στο μέλλον ή ότι παρακολουθούμε τους επιζώντες μιας Αποκάλυψης που προσπαθούν να επικοινωνήσουν με δελφίνια, ίσως και να περάσει απαρατήρητο από το θεατή. Το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας αποτελείται από μια συνεχόμενη σκηνή αυνανισμού και σεξ ανάμεσα στην πανκ ροκ τραγουδίστρια Kembra Pfahler (από τους Voluptuous Horror of Karen Black) και ένα γιγάντιο χταπόδι, σε ένα φόντο που θυμίζει πρώιμα γραφικά υπολογιστή Macintosh και με ένα σάουντρακ λευκού θορύβου να παίζει καθ’ όλη τη διάρκεια. Ο τίτλος αναφέρεται στη φεμινιστική θεωρία του «φθόνου της μήτρας», που αντιτίθεται στη Φροϋδική θεωρία του «φθόνου του πέους».

Μπορεί οι ταινίες του Nick Zedd να είναι για γερά νεύρα και σίγουρα απευθύνονται σε συγκεκριμένο κοινό. Η επιρροή του όμως, τόσο στον κινηματογράφο, όσο και στη μουσική είναι τέτοια, που το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης (MoMA) αφιέρωσε σε εκείνον και άλλους σκηνοθέτες της No Wave σκηνής μια μεγάλη αναδρομική έκθεση που διήρκησε από την 1η Δεκεμβρίου του 2017, έως τις 26 Μαρτίου του 2018.