Η Μαρίκα Κρεβατά ήταν μια από τις πιο αγαπημένες κι επιτυχημένες ηθοποιούς του θεάτρου και του κινηματογράφου, με δεκάδες μικρούς, αλλά χαρακτηριστικούς ρόλους σε γνωστές ελληνικές ταινίες. Το 1928 έδωσε την πρώτη της συνέντευξη, στο περιοδικό «Εβδομάς».
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Η Μαρίκα Κρεβατά γεννήθηκε στις 12 Ιουνίου 1910. Ήταν το έβδομο από τα οκτώ παιδιά της ηθοποιού Σοφίας Παντελιάδου (1880-1960) και του μουσικού Σταμάτη Κρεβατά. Ο πατέρας της πέθανε όταν εκείνη ήταν μόλις δύο ετών, λίγο μετά τον χαμό της μικρότερης αδερφής της Θάλειας.

Γιαγιά της ήταν η διαπρεπής ηθοποιός εκ Κωνσταντινούπολης Ροζαλία Παντελιάδου και παππούς της ο Αβραάμ Παντελιάδης, ο οποίος μαζί με τον αδερφό του Παντελή Παντελιάδη (1857-1925) υπηρέτησαν το πολυσύνθετο θεατρικό είδος της παντομίμας. Επίσης, θείος της (αδερφός της μητέρας της) ήταν ο ηθοποιός Εμμανουήλ Παντελιάδης (1878-;).

Η Μαρίκα Κρεβατά βγήκε πολύ μικρή στο παλκοσένικο, στον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη, όπου διακρίθηκε σε ρόλους μικρών παιδιών.

Σταθμός στην καριέρα της ήταν οι συνεργασίες της με τους θιάσους του Γεωργίου Ξύδη και της Ροζαλίας Νίκα τη δεκαετία του ’20.

Το καλοκαίρι του 1928 έπαιξε τον ρόλο της Μίλλυ στην οπερέτα των Φώτη Σαμαρτζή – Παρασκευά Οικονόμου «Η Κούκλα του Χωριού», που ανέβηκε στο θέατρο «Σαλόν Ιντεάλ» (εκεί που βρίσκεται ο σημερινός κινηματογράφος «Ιντεάλ» στην Πανεπιστημίου).

Στην παράσταση πρωταγωνιστούσαν πολλοί γνωστοί ηθοποιοί του μουσικού θεάτρου, όπως ο Παρασκευάς Οικονόμου, η Κοντσέτα Μόσχου (η κινηματογραφική παρτενέρ του κωμικού Μιχαήλ Μιχαήλ του Μιχαήλ), ο Γιώργος Πλούτης (ο πρώτος «Χριστός» του Ελληνικού Κινηματογράφου), ο Γιάννης Ιωαννίδης, η Μαρία Κούρμη, η Τοτό Λιάσκα και ο τενόρος Λέανδρος Καβαφάκης.

Πρωταγωνίστησε σε πολλές οπερέτες, όπως στην «Πιπίτσα» των Γιάννη Πρινέα – Στάθη Μάστορα, όπου λάνσαρε το λαοφιλές τραγούδι «Πίτσα Πιπίτσα». Το 1936 συγκρότησε δικό της θίασο μαζί με τον Σπύρο Πατρίκιο κι έκτοτε έπαιξε δεκάδες ρόλους σε διάφορους θιάσους μέχρι το 1973, οπότε και σταμάτησε την καλλιτεχνική της δραστηριότητα.

Άφησε το στίγμα της και στον Ελληνικό Κινηματογράφο. Έπαιξε σε περίπου 40 ταινίες από το 1957 μέχρι το 1973: «Δελησταύρου και Υιός», «Ο Ηλίας του 16ου», «Το ξύλο βγήκε απ’ τον Παράδεισο», «Το Κλωτσοσκούφι», «Όταν λείπει η γάτα!», «Η Κόμισσα της Φάμπρικας», «Ένας τρελός τρελός αεροπειρατής», «Ο αισιόδοξος» κ.ά.

Παντρεύτηκε δύο φορές: τον πρωταγωνιστή της οπερέτας Άγγελο Μαυρόπουλο, με τον οποίο χώρισε γρήγορα, καθώς και τον ηθοποιό Γιώργο Γαβριηλίδη.

Με τον Άγγελο Μαυρόπουλο απέκτησε μία κόρη, τη γνωστή πρωταγωνίστρια του θεάτρου, του κινηματογράφου και της τηλεόρασης Γκέλλυ Μαυροπούλου. Έφυγε στις 14 Σεπτεμβρίου 1994 σε ηλικία 84 ετών.

Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Στις 21 Ιουλίου 1928 κυκλοφόρησε το 41ο τεύχος της εβδομαδιαίας εικονογραφημένης επιθεώρησης «Εβδομάς» (αρχισυντάκτης: Φώτος Γιοφύλλης, διαχειριστής: Κ. Συριανούδης). Στη στήλη «Η ζωή των καλλιτεχνίδων μας» φιλοξενήθηκε η πρώτη συνέντευξη της Μαρίκας Κρεβατά (Μαρίκα Μαυροπούλου τότε) από τον δημοσιογράφο, συγγραφέα και θεατρικό κριτικό Σώτο Πετρά (υπέγραφε ως «ΠΙΜΠΡΙΝΕΤ»). Έχει διατηρηθεί η ορθογραφία του κειμένου.

Η Μαρίκα Μαυροπούλου (Κρεββατά) είνε η πιο μικρή μαμά πούχω γνωρίση μέχρι σήμερα. Είναι 17 ετών κ’ έχει και κοριτσάκι… Μια μαμά που θέλει «ντάντεμα» αυτή πρώτα κ’ ύστερα το παιδί της! Αυτό έχει ο κόσμος και μάλιστα όταν ο κόσμος βρίσκεται στο θέατρο και σε τουρνέ! Σε τουρνέ που ενώνονται αρσενικών και θηλυκών υπάρξεων η τύχες, τα στομάχια, και πολύ συχνά και η καρδιές…

Έτσι ενώθηκαν και η καρδιές του Άγγελου του Μαυροπούλου και της Μαρίκας προ δύο ετών σ’ ένα τουρνέ και σήμερα η Μαρίκα, η μικροσκοπική αυτή καλλιτέχνις που σήμερα παίζει στο «Ιντεάλ», είνε μαμά χωρίς κι’ αυτή να το καταλάβη, πως έτσι γρήγορα έγινε! Κόρη της καλλιτέχνιδος Σοφίας Κρεββατά της απαραίτητης για κάθε περιοδεύοντα θίασο και ιδίως για τον Ξύδη.

-Κρεββατά! Άρον την Κρεββατούλα και περιπάτει! Πάμε τουρνέ… (Αυτή είνε η στερεότυπη κουβέντα των θιασαρχών στην κ. Κρεββατά). Βγήκε στο θέατρο δέκα ετών στη Μαρίκα την Κοτοπούλη μωρό στο «Μυθιστόρημα ενός απόρου νέου» κ’ έκανε ένα μικρό ρολάκο μικρού κοριτσιού. Από τότε πήρε φόρα το κορίτσι κι’ άρχισε να προοδεύη, να πηγαίνη τουρνέ διάφορα και στο τέλος, νάτην εφέτος στην Αθήνα επισήμως πια, που ντεμπουτάρει στην οπερέττα. Χαριτωμένη, πεταχτή, ναζού, καπριτσιόζα με δύο μάτια πονηρά και παιχνιδιάρικα, λεπτούλα με μπεμπεδίστικο και χαδιάρικο ύφος έχει αποχτήση πολλές συμπάθειες στο θέατρο. Έχει μέλλον μεγάλο. Αυτό φαίνεται από δω και κει κάτω…

Ας την ιδούμε λοιπόν και τη Μαρίκα το «καλλιτεχνικό νιάνιαρο» όπως το είπα τότε όταν την γνώρισα στο 1925 στο θέατρο των Πατρών. Είνε ντυμένη, έτοιμη να βγη στη σκηνή. Παίζει ένα ρολάκο στην «Κούκλα του χωριού». Την βλέπω στην πόρτα του καμαρινιού της…
-Είναι ανάγκη να μου πης λίγα πράγματα, Μαρίκα, της λέω.
-Όχου δυστυχία μου. Η τσιμπίδα μ’ έπιασε και μένα; Μου απαντάει με ύφος τσαχπίνικο.
Την κουβέντα μας διακόπτει ένας υπάλληλος της σκηνής…
-Νερό. Λίγο νερό· η Εύα ελιποθύμησε!…
Η Μαρίκα μ’ εγκαταλείπει και τρέχει στα παρασκήνια να ιδή την Εύα.
Η Εύα, η κούκλα του μπαλέττου, ο σοκολατένιος αυτός άγγελος που τόσο όλοι συμπαθούνε. Η καρδιά της την έπιασε… Να λοιπόν που και η θεατρίνες έχουνε κάποια καρδιά κάποτε και σε κάποιο μέρος του στήθους τους!
…Το καμαρίνι του κ. Οικονόμου μεταβάλλεται εις σταθμόν πρώτων βοηθειών, (ο Θεός να βοηθήση να μη ξαναχρειαστή γι’ αυτή τη δουλειά). Λίγο αιθέρα, λίγο νερό, λίγο αέρα, λίγα λόγια και η Εύα συνέρχεται…

Τώρα μπορούμε να συνεχίσουμε την κουβέντα μας με την Μαρίκα στο γραφείο της σκηνής.
-Θέλω να μου πης ολίγα λόγια και συ Μαρίκα.
-Τι να σου πω, βρε παιδί μου; -Είμαι τόσο ζαλισμένη απόψε.
-Με είπες παιδί σου; Αχαχούχα «μάνα μου!»… Η Μαρίκα σκάει στα γέλια.
Μπαίνει ο κύριος Ιωαννίδης καλλιτέχνης και τυχερός Μπάρμαν του Μπαρ «Ελεγκάν».
-Τι να πω κ. Ιωαννίδη για την «Εβδομάδα;» ρωτάει τον κ. Ιωαννίδη.
-Εμένα ρωτάς; Τι ξέρω εγώ από αυτά Μαρικάκι μου. «Άσσοι καπάκι» είνε η «κέντα» για να δώσω γνώμη… (ο κ. Ιωαννίδης αστειεύεται ποκερικώς).

Μπαίνει ο κ. Πλούτης… Έχει σκάση από τη ζέστη ο καϋμένος.
-Κύριε Πλούτη τι να πω για την «Εβδομάδα»; ρωτάει τον κ. Πλούτη.
-Έχεις καμμιά βεντάγια; Της απαντάει ξεφυσσώντας ο κ. Πλούτης.
-Απελπισία βρε αδερφέ!…
Έρχεται η Τοτώ η Λιάσκα η κουμπάρα της που θα της βαφτίση το παιδί…
-Κουμπάρα βγαίνεις! Της λέει.

Φεύγει η Μαρίκα και τρέχει να βγη στη σκηνή και μένω μόνος με τη μαμά της… Μια θεατρική μαμά τόσων χρονών όταν μιλήση έστω και για πέντε λεπτά μπορεί να σου δώση ύλη για δέκα σελίδες και όχι για μια. Τι να σας πω; Αν και τις θεατρικές «μανάδες» εξ αιτίας ωρισμένων δεν τις χωνεύω (όπως και όλος ο καλλιτεχνικός κόσμος) σε δυο-τρεις έχω συμπάθεια μεγάλη. Μια από τις τρεις είναι και η μητέρα της Μαρίκας. Είναι καλή κι ευγενική γυναίκα…

-Έχω πολλά πολλά χαριτωμένα πράγματα να σας πω για τη Μαρίκα μου, μού λέει. Σας ήθελα να σας είχα την ώρα που κοιμίζει το παιδί της! Από το ένα μέρος της κούνιας της έχει την κούκλα της κι’ από το άλλο το παιδί της… Έχει δυο παιδιά. Το παιδί της το αγαπάει όχι σαν μάνα γιατί δεν κατάλαβε ακόμα πόνο μάνας, αλλά σαν κούκλα. Διαρκώς παίζει μαζί του… Δεν βλέπει την ώρα να μεγαλώση.
-Θέλω μαμά -μου λέει- να γίνη γρήγορα 15 χρονών η κόρη μου να την παντρέψω… Βιάζεται να μεγαλώση η κόρη της να παντρευτή να κάνη παιδί για να γίνη γιαγιά! Υπολογίζει 32 ετών με 33 να είναι γιαγιά και 47 νάχη δισέγγονο… Μαθηματικοί υπολογισμοί θαυμάσιοι…

Την κουβέντα διακόπτει η είσοδος της Μαρίκας.
-Λιποθύμησα και ήρθα- μας λέει.
-Τι; Και συ;
-Εγώ; Όχι καλέ! Στα ψέμματα. Λιποθύμησα στο έργο γιατί έτσι λέει το μέρος μου!
Τι είπατε λοιπόν; Με ρωτάει. Σας είπε τίποτα της προκοπής η μαμά μου;
-Διάφορα πράγματα. Τώρα θέλω να ακούσω και εσένα. Θέλω να μου πης εσύ κάτι. Τίποτα ερωτικό, καμμιάν ωραία ανάμνησι, κανένα καλό σου περιστατικό…

-Ερωτικό δεν έχω να σου πω τίποτα. Σου τ’ ορκίζομαι ότι δεν θυμάμαι ποτέ, και ξέρεις ότι δεν ξεχνάω ποτέ τίποτα- να αγάπησα κανέναν. Τον άνδρα μου αγάπησα κι’ αυτόν όχι με έρωτα αλλά σαν παιδί που αγαπάει έναν φίλο!… Ωραίες αναμνήσεις έχω πολλές μα ωραίες για μένα! Μήπως έχω και τίποτ’ άλλο από αναμνήσεις; Η ζωή μου στο θέατρο με τη μαμά μου μέχρι σήμερα είνε τουρνέ, περιπέτειες και αναμνήσεις… Ένα ωραίο περιστατικό που το θυμάμαι εγώ και γελάω μόνη μου είναι μια φάρσα που έσκασα στον συνάδελφό μου τον Γρηγοριάδη στα 1923, είνε κάτι που το θυμάμαι χρόνια. Είμαστε στην Μυτιλήνη με τον θίασο του Ξύδη και έδιδα, θυμάμαι, την πρώτη μου τιμητική μαζί με τον τενόρο τον κ. Γρηγοριάδη. Τότε προγράμματα δεν υπήρχαν εκεί, μα υπήρχε μονάχα ένας ντελάλης που εκτελούσε χρέη προγράμματος φεϊβολάν και λοιπών… Αυτός είχε αναλάβη την διαφήμησιν της τιμητικής. Εν τω μεταξύ ο Γρηγοριάδης είχε αυτός πάρη όλα τα εισιτήρια και έκανε ενέργεια στην παράστασι… Η ενέργεια πήγαινε καλά, ο ντελάλης ξελαρυγκιαζόντανε κάθε μέρα, ως που έρχεται η ημέρα της τιμητικής. Ο Γρηγοριάδης είχε γίνη άφαντος· είχα να τον ιδώ δυο μέρες. Είχε χαθή μαζί με όλη την ενέργεια και τα υπόλοιπα τα εισιτήρια.

-Δυστυχία μου! Είχε γούστο, μου λέει η μαμά μου, να πάρη τα λεφτά να πάη να τα γλεντήση και να μείνουμε βέρτζινοι…
-Ένοια σου μαμάκα μου και θα στον φέρω εγώ αμέσως της λέω και μια και δυο τρέχω στον ντελάλη. Τον βρίσκω στην πλατεία να φωνάζη:
-Απόψε ε ε εις το θέατρον (τάδε) η τιμητική της μικρής της Κρεββατίτσας και του τενόρου Γρηγοριάδη η η η… Τον σταματάω…
-Άκου να σου πω, του λέω. Πάψε να φωνάζης για την παράστασι και φώναζε αυτό που θα σου πω. Χάθηκε ο τενόρος με τα λεφτά και τα εισιτήρια, όποιος τον βρη να τον φέρη στο θέατρο… Να σου δείξω εγώ…
Σε λίγα λεπτά της ώρας στην πλατεία της Μυτιλήνης ακούστηκε η φωνή του Ντελάλη.
-«Απωλέσθη η η η… ο τενόρος Γρηγοριάδης μαζί με τα εισιτήρια της τιμητικής και τα ψιλά. Όποιος τον βρη να τον φέρη τσο θέατρο!…»
Ο Γρηγοριάδης ο οποίος είχε πάρη τα λεπτά και είχε πάη και τα κουτσόπινε με μια παρέα, όταν πληροφορήθηκε το γεγονός, τάχασε… Είχε γίνη ρεζίλι. Τενόρος και να του φωνάζη ο ντελάλης ότι χάθηκε μαζί με τα λεπτά; Έτρεξε αμέσως στο θέατρο και ήρθε να δώση λογαριασμό στη μαμά μου και το βράδυ εδόθη η τιμητική με μεγάλη πιέννα.

Το πιο νόστιμο είνε το άλλο… Όταν βγήκε στη σκηνή όλη η πλατεία του φώναζε:
-Πού ήσουν και χάθηκες, ο ένας.
-Καμμιά τσαρκίτσα για κοριτσόπουλα, ο άλλος.
-Τα ψιλά τάφερες σωστά; ο άλλος.
Ώσπου, εχρειάσθη να επέμβη και πάλι ο ντελάλης από την πλατεία και δακόπτων την παράστασιν να ξαναντελαλήση για να δικαιολογήση τον Γρηγοριάδη να πάρη κάνα καλό ρεγάλο.
-Ο κ. Γρηγοριάδης ο τενόρος είχε χαθή από το θέατρο, γιατί κυνήγαγε εσάς πατριώτες μου, σελέμηδες που τούχατε πάρη τα εισιτήρια και δεν πηγαίνατε να του σκάσετε το παραδάκι…
«Όλοι σιωπάσανε, μιλιά κανένας και η παράστασις εξηκολούθησε… Ας πάω και γω τώρα να ξαναβγώ στο μέρος μου…» μου λέει γελαστή η Μαρίκα και φεύγει… Φεύγω και γω…
Ο ΠΙΜΠΡΙΝΕΤ

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Πετράς, Σ. (1974). Το Άγνωστο Θέατρο (Πίσω από την αυλαία). Αθήνα: Α. Μάντελος
- Έξαρχος, Θ. (1995). Έλληνες Ηθοποιοί «Αναζητώντας τις Ρίζες», Από τα τέλη του 18ου αιώνα μέχρι το 1899. Αθήνα-Γιάννινα: Δωδώνη
- Έξαρχος, Θ. (1996). Έλληνες Ηθοποιοί «Αναζητώντας τις Ρίζες», Έτος γέννησης από 1900 μέχρι 1925 (Α-Μ). Αθήνα-Γιάννινα: Δωδώνη
- Έξαρχος, Θ. (1997). Έλληνες Ηθοποιοί «Αναζητώντας τις Ρίζες», Από τα τέλη του 18ου αιώνα μέχρι το 1899 [Συμπλήρωμα του Α’ Τόμου με προσθήκες και διορθώσεις]. Αθήνα-Γιάννινα: Δωδώνη
- Σιδέρης, Γ. (1999). Ιστορία του Νέου Ελληνικού Θεάτρου 1794-1944. Αθήνα: Καστανιώτης
- Μαυροπούλου, Γκ. (1999). Όσα δεν είπαμε τότε... Αθήνα: Σμπίλιας
- Πετράς, Σ. (1928, 21 Ιουλίου). Η ζωή των καλλιτεχνίδων μας: Μαρίκα Μαυροπούλου. Εβδομάς, σελ. 809
- Wikipedia (Ηλεκτρονική Εγκυκλοπαίδεια, έγινε χρήση για εύρεση βιογραφικών στοιχείων)
- IMDb (Βάση Δεδομένων, έγινε χρήση για εύρεση φιλμογραφίας)
- retroDB (Βάση Δεδομένων, έγινε χρήση για έλεγχο φιλμογραφίας)