Ήταν θυμωμένη, στα αλήθεια πολύ θυμωμένη. Τα μαλλιά της ήταν μπλεγμένα, τα ρούχα της λερωμένα και πεινούσε πολύ. Δεν είχε ασχοληθεί κανείς μαζί της από το πρωί. Αυτό ήταν φοβερό! Ήταν η πριγκίπισσα Αρέλια της Πορτοκαλί Μεγάλης Χώρας Πέρα από τα Δύο Μεγάλα Βουνά και όλοι την αγνοούσαν. Και ο λόγος; Το καινούργιο μωρό. Ακούς εκεί; Ένα καινούργιο μωρό και όλοι την είχαν ξεχάσει. Ουφ! Ήταν πολύ δυστυχισμένη. Ο μπαμπάς της δεν είχε εμφανιστεί από το πρωί. Η μαμά της δεν της είχε δώσει το πρώτο φιλί της ημέρας και χωρίς εκείνο τίποτα δεν μπορούσε να πάει καλά. Μόνο φασαρία άκουγε από την ώρα που ξύπνησε, γρήγορα βήματα, αγχωμένα λόγια και ζωηρές συζητήσεις. Η νταντά της η Μαρία είχε εμφανιστεί για λίγο μονάχα λεπτά και της είχε πει να κάτσει σαν καλό κορίτσι και να περιμένει να γεννηθεί ο αδερφούλης της ή η αδερφούλα της, δεν ήξεραν ακόμη. Και εκείνη, η πριγκίπισσα Αρέλια της Πορτοκαλί Μεγάλης Χώρας Πέρα από τα Δύο Μεγάλα Βουνά, αυτό είχε κάνει και μέχρι τώρα δεν είχε διαμαρτυρηθεί καθόλου. Περίμενε και περίμενε και περίμενε για ώρες. Είχε κουραστεί! Είχε βαρεθεί! Δεν ήθελε να περιμένει άλλο! Ήθελε να βγει από το δωμάτιο της και να πει σε όλους να της δώσουν σημασία, να παίξουν λίγο μαζί της. Καινούργιο μωρό και χαζομάρες. Εκείνη δεν ήθελε καινούργιο μωρό. Είχε δει πως έκλαιγε το μωρό της μαγείρισσας και δεν άντεχε να έχει και αυτή ένα μωρό να κλαίει. Και αν το έβαζαν στο δωμάτιο της και δεν την άφηνε να κοιμηθεί τα βράδια; Και αν πεινούσε πολύ και έπαιρνε όλο το φαγητό της; Τα φορέματα της, τα αρκουδάκια της, τα βιβλία της; Ουφ! Καταστροφή! Όσο σκεφτόταν πόσο χαρούμενοι ήταν ο μπαμπάς της και η μαμά της με αυτό το μωρό, τόσο πιο πολύ ανησυχούσε. Θα την ξεχνούσαν, ήταν σίγουρο, δεν θα την αγαπούσαν άλλο. Το καινούργιο μωρό θα είχε όλη την προσοχή τους. Βέβαια δεν είχε αποκαλύψει σε κανέναν ότι το ήξερε. Περίμενε να δει τα πράγματα να πηγαίνουν όμως, όπως ακριβώς τα σκεφτόταν. Πριν μια εβδομάδα της είχαν πει και το όνομα που θα έδιναν στο αδερφάκι της. Ορέστης αν ήταν αγόρι και Μαργαρίτα αν ήταν κορίτσι. Ωραία ονόματα και τα δύο αλλά δεν θα το παραδεχόταν. Το Αρέλια ήταν καλύτερο. Α-Ρ-Ε-Λ-Ι-Α . Α για την αγάπη, Ρ για το ρούμι- το ρούμι που άρεζε πολύ στον μπαμπά της-, Ε την για ελπίδα, Λ για την λαιμαργία –αυτό που την έπιανε εκείνη όταν ήθελε να φάει πολλά σοκολατένια μπισκότα και την μαμά της όταν ήθελε να φάει πολλές φράουλες. Η νταντά της η Μαρία της έλεγε συνέχεια να μην είναι λαίμαργη. Ι για τον Ιούλιο, τον μήνα που είχε τα γενέθλια της και ξανά Α για την αγάπη. Ορίστε δύο Α, πολύ αγάπη. Μόνο εκείνη έπρεπε να αγαπάνε, όχι το καινούργιο μωρό. Είχε περάσει περίπου μια ακόμη ώρα και το μόνο που έκανε ήταν να παίζει κουτσό με τα πλακάκια στο δωμάτιο της, αα να μην έλεγε ψέματα είχε χορέψει και λίγο μπροστά στον καθρέφτη, είχε κοιτάξει και λίγο τον κηπουρό να ποτίζει τα λουλούδια στο μεγάλο κήπο. Όλα όμως σταμάτησαν όταν άκουσε την μαμά της να φωνάζει. Τρόμαξε η Αρέλια, ανησύχησε. Κάτι είχε πάθει η μαμά της. Βγήκε τρέχοντας από το δωμάτιο της. Κατέβηκε γρήγορα γρήγορα τις μεγάλες σκάλες, χαμογέλασε στις δύο καμαριέρες που την κοιτούσαν έκπληκτες και μετά από πολύ κόπο και προσπάθεια έφτασε στην κρεβατοκάμαρα των γονιών της. Η πόρτα ήταν ανοιχτή, το δωμάτιο ήταν γεμάτο με γιατρούς και νοσοκόμες και εκεί που περίμενε να δει την μαμά της να πονάει, την είδε χαρούμενη και κοιτάει με λατρεία το καινούργιο μωρό. «Έλα Αρέλια να γνωρίσεις τον αδερφό σου», της φώναξε ο μπαμπάς της που καθόταν και εκείνος πάνω στο μεγάλο κρεβάτι δίπλα στην μαμά της και το μωρό. Η Αρέλια καθόλου δεν ήθελε να γνωρίσει τον αδερφό της αλλά μετά από τόσες ώρες μόνη της στο δικό της δωμάτιο ήθελε να καθίσει μαζί με τους γονείς της. Άρχισε να πλησιάζει ντροπαλά και αργά προς το μέρος τους. Ο μπαμπάς της την σήκωσε τα μεγάλα του χέρια και την έβαλε να καθίσει πάνω του. Η μαμά της, της χάιδεψε απαλά τα μαλλιά. «Αρέλια δεν σου έδωσα φιλάκι το πρωί», της είπε και έσκυψε προς το μέρος της. Και τότε εκείνη βρήκε την ευκαιρία να κοιτάξει τον καινούργιο μωρό, τον αδερφό της, τον πρίγκιπα Ορέστη της Πορτοκαλί Μεγάλης Χώρας Πέρα από τα Δύο Μεγάλα Βουνά και έμεινε έκπληκτη. Δεν ήταν κανένα φοβερό και άσχημο πλάσμα, όπως περίμενε. Δεν είχε μεγάλα αυτιά, ούτε μεγάλη μύτη όπως οι κακές μάγισσες. Δεν είχε καν δόντια. Ήταν ένα στρουμπουλό, άσπρο μωρό με μικρά χεράκια και μικρά ποδαράκια όπως ήταν και εκείνη στις φωτογραφίες που της είχαν δείξει απ όταν ήταν μικρή. Τα ματάκια του μωρού ήταν κλειστά αλλά η Αρέλια ομολόγησε στον εαυτό της πως δεν θα την πείραζε ακόμη και αν το ο Ορέστης είχε τα ίδια γαλάζια μάτια σαν τα δικά της. Οι γονείς της τώρα την κοιτούσαν με μεγάλη αγωνία σαν να περίμεναν την έγκριση της. Εντάξει δεν θα έδειχνε και πολύ ευχαριστημένη γιατί μπορεί τότε εκείνοι να αποφάσιζαν να κάνουν κι άλλο τέτοιο μωρό αλλά δεν ήθελε να τους στεναχωρήσει . Ειδικά τώρα που έβλεπε πως η μαμά της δεν είχε πάθει κάτι κακό. «Είναι όμορφο μωρό» τους είπε και τότε ο μπαμπάς της την αγκάλιασε και έδωσε ένα φιλί στην γυναίκα του στα χείλια. Η Αρέλια ήξερε πως μόνο οι μεγάλοι μπορούσαν να φιληθούν εκεί. Είχε ρωτήσει μια φορά την μαμά της και της το είχε πει. Τελικά δεν ήταν και τόσο άσχημη αυτή η μέρα, όλοι έμοιαζαν να είναι χαρούμενοι και η μαμά της δεν είχε πια εκείνη την μεγάλη κοιλιά που την εμπόδιζε να την πάρει αγκαλιά και να κάνει απότομες κινήσεις. Μάλλον ήταν καλύτερα που το καινούργιο μωρό είχε γεννηθεί. Όμως… Έπρεπε να μάθει που θα κοιμόταν το μωρό. Δεν το ήθελε στο δωμάτιο της όσο κι αν το είχε συμπαθήσει. Γύρισε στον πατέρα της γεμάτη απορία. « Μπαμπά, που θα κοιμηθεί το βράδυ το μωρό;», τον ρώτησε. Ο μπαμπάς της κοίταξε αρκετά προβληματισμένος την γυναίκα του. «Σήμερα θα κοιμηθεί μαζί με την μαμά γιατί δεν θέλουμε να πάθει κάτι και όταν μεγαλώσει θα έχει κι εκείνος δικό του δωμάτιο όπως εσύ», της απάντησε. Η αλήθεια είναι πως αυτή η απάντηση δεν της άρεσε πολύ. Γιατί να κοιμηθεί μαζί με τους γονείς της; Εκείνη δεν κοιμόταν μαζί τους. Ήταν έτοιμη να διαμαρτυρηθεί αλλά ξαφνικά μπήκε στην κρεβατοκάμαρα η νταντά της η Μαρία. «Αρέλια, έλα να δοκιμάσεις πρώτη το γλυκό που έκανε η μαγείρισσα για να γιορτάσουμε την γέννηση του πρίγκιπα», της φώναξε και η Αρέλια ξέχασε τον προβληματισμό της. Το μωρό είχε κάνει την μαγείρισσα να φτιάξει γλυκό. Αυτό ήταν ένα πάρα πολύ καλό νέο. Μπορούσε να φάει ένα πολύ μεγάλο κομμάτι και να πιεί και ένα ποτήρι γάλα. Και αυτή που νόμιζε πως το καινούργιο μωρό θα έφερνε την καταστροφή στον βασίλειο τους! Πόσο λάθος είχε κάνει! «Τελικά είναι ωραίο να έχεις αδερφό» σκεφτόταν την ώρα που πηδούσε από την αγκαλιά του μπαμπά της και έπιασε το χέρι της νταντάς Μαρίας που περίμενε για να την οδηγήσει στο μεγάλο δωμάτιο κάτω από τις σκάλες που μύριζε πάρα πολύ ωραία κάθε μέρα, δηλαδή στη μεγάλη κουζίνα. Το γλυκό την περίμενε και εκείνη δεν έβλεπε την ώρα να το απολαύσει!
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

16 Μαΐου 2018
Τελικά αποτελέσματα του Διαγωνισμού Παραμυθιού

3 Μαΐου 2018
Η ψηφοφορία του κοινού ολοκληρώθηκε!

4 Απριλίου 2018
Ψηφοφορία: Διάλεξε το αγαπημένο σου παραμύθι

2 Απριλίου 2018
Λίγο μετά την ώρα Χ της nessielock

2 Απριλίου 2018
Η ζωή μέσα από τον υπόνομο του Fadoma

2 Απριλίου 2018
Οι ανύπαρκτες χώρες και τα ταξίδια της Χρυσής

2 Απριλίου 2018
Ο Γιώργος και οι Γίγαντες του Δημήτρης Καφετζή

2 Απριλίου 2018