Μια φορά και έναν καιρό σε μια όμορφη φάρμα ζούσε ο Περικλής, ένα πανέμορφο άλογο εργασίας, μαζί με την γυναίκα του την Ισμήνη. Ήταν και οι δύο πολύ χαρούμενοι γιατί περίμεναν να έρθει στον κόσμο το πρώτο τους παιδάκι. Η γέννα ήταν δύσκολη αλλά τελικά μετά από πολύ προσπάθεια γεννήθηκε ο Ερμής, ένα όμορφο πουλαράκι. Αυτό που παρατήρησαν οι δυο γονείς σχεδόν αμέσως στο νεαρό άλογο, τους προβλημάτισε. Όλα τα πουλάρια όταν γεννιούνται έχουν λεπτά, όμορφα πόδια. Όχι όμως ο Ερμής που τα πόδια του ήταν πολύ χονδρά σε σχέση με το υπόλοιπο κορμί του. Και ενώ όλα τα πουλάρια στέκονται στα πόδια τους σχεδόν αμέσως μετά τη γέννα, ο Ερμής δεν μπορούσε και έπεφτε. Η μαμά του στεναχωριόταν και την ανησυχία της, την έκαναν πιο έντονη, τα διάφορα σχόλια που άκουγε, από τις άλλες φοράδες της φάρμας:
-«Μην ανησυχείς Ισμήνη μου. Θα σταθεί στα πόδια του… αλλά άργησε λίγο… Ο δικός μου αμέσως στάθηκε» της έλεγαν για να την πειράξουν.
Έπειτα από μερικές ημέρες ο Ερμής κατάφερε να σταθεί όρθιος. Αλλα και πάλι τα χονδρά του πόδια δεν του επέτρεπαν να τρέχει. Μόνο να περπατήσει μπορούσε και αυτό με έναν ιδιαίτερο, διαφορετικό τρόπο που φάνταζε πολύ περίεργος στα υπόλοιπα αλογάκια. Τον Ερμή όμως δεν τον πείραζε. Μπορούσε επιτέλους να βγει από τον στάβλο και να γνωρίσει τη φάρμα και τα υπόλοιπα ζώα που ζούσαν σε αυτή. Το πρώτο ζωάκι που τον καλωσόρισε ήταν ο Άρης, ένα μικρό μοσχαράκι ενώ σχεδόν αμέσως του συστήθηκε και ο Ίκαρος το γουρουνάκι. Τα τρία ζωάκια έγιναν σχεδόν αμέσως φίλοι. Άλλωστε το αργό γουρουνάκι και το νωχελικό μοσχαράκι ήταν τα μόνα ζωά που προλάβαινε στο περπάτημα ο Ερμής.
Τα υπόλοιπα αλογάκια της φάρμας δεν έπαιζαν με τον Ερμή. Αυτά έτρεχαν στο λιβάδι κάτι που ο μικρός Ερμής ούτε στα όνειρά του δεν μπορούσε να κάνει. Μάλιστα κάποια από αυτά τον πείραζαν:
-«Τι θα κάνεις όταν μεγαλώσεις στην φάρμα; Πως θα βοηθάς στις αγροτικές εργασίες όταν με δυσκολία περπατάς;». Επίσης κάποια άλλα ζωάκια πίσω από την πλάτη του τον έλεγαν περιπαιχτικά « ο χονδροποδαρούσος»…
Η μαμά του η Ισμήνη στεναχωριόταν πολύ.
-«Γιατί το παιδί μας να βασανίζεται έτσι;» ρωτούσε τον άντρα της τον Περικλή τα βράδια που ο Ερμής κοιμόταν.
-«Όλα γίνονται για κάποιο λόγο», της απαντούσε ο Περικλής
-«Ποιο λόγο; Το παιδί μας πρέπει να προσπαθεί για τα πιο απλά πράγματα. Πράγματα που για τα άλλα πουλάρια είναι αυτονόητα»
-«Έχεις σκεφτεί ότι έτσι μαθαίνει να αγωνίζεται; Να προσπαθεί;» της έλεγε ο Περικλής.
-«Δεν μ’ ενδιαφέρει. Δεν θέλω να ταλαιπωρείται» του απαντούσε η Ισμήνη.
Ο καιρός περνούσε και ο Ερμής μεγάλωνε. Μια όμορφη ανοιξιάτικη ημέρα ο μπαμπάς του, του πρότεινε να πάνε μια βόλτα στο λιβάδι. Εκεί κατέβαιναν και άλλα άλογα της φάρμας όταν δεν είχαν δουλειά, μαζί με τα παιδιά τους, για να τρέξουν, να παίξουν, να χαρούν.
Ο Ερμής όμως δεν μπορούσε να τρέξει. Ο βηματισμός του είχε βελτιωθεί αλλά μέχρι εκεί. Αυθόρμητα, σχεδόν χωρίς να το καταλάβει ρώτησε τον μπαμπά του:
-«Μπαμπα…Σε πειράζει;»
-« Τι πράγμα γιέ μου;» των ρώτησε ο Περικλής.
-«Που δεν μπορούμε να τρέξουμε μαζί, όπως οι άλλοι μπαμπάδες με τα παιδιά τους. Που εγώ δεν μπορώ να τρέξω μαζί σου»
Ο Περικλής κοίταξε τον γιο του στα μάτια και με ήρεμη φωνή του είπε:
-«Γιέ μου σ’ αγαπάω. Είσαι η ίδια μου η ζωή. Είσαι πάνω από τη ζωή μου και είμαι υπερήφανος για εσένα. Από την πρώτη στιγμή που γεννήθηκες.»
-«Γιατί γεννήθηκα έτσι μπαμπά; Γιατί έχω χονδρά πόδια; Γιατί δεν μπορώ να τρέξω;» τον ρώτησε ο Ερμής.
-«Όλα γίνονται για κάποιο λόγο γιέ μου. Και ποιος σου είπε ότι δεν μπορείς να τρέξεις μαζί μου;» τον ρώτησε ο Περικλής και αμέσως κάλπασε.
Εκτός από πολύ καλό άλογο στις αγροτικές εργασίες, ο Περικλής ήταν και πολύ γρήγορος. Του άρεσε στον ελεύθερο χρόνο του να τρέχει στο λιβάδι. Και ο Ερμής καθόταν και τον κοιτούσε. Αυτό που του άρεσε ήταν πως όταν ο μπαμπάς του έτρεχε, φαινόταν τόσο απορροφημένος, τόσο προσηλωμένος σε αυτό που έκανε που σχεδόν τίποτα δεν ήταν ικανό να του αποσπάσει την προσοχή. Τώρα όμως ο μπαμπάς του τον είχε καλέσει να τρέξουν μαζί και ο Ερμής δεν θα νοιαζόταν για το τι θα έλεγαν οι άλλοι. Αν θα τρέχει αργά, ή με περίεργο, αστείο τρόπο. Ήθελε να τρέξει με τον μπαμπά του και έτρεξε.
Όσο μπορούσε… Όπως μπορούσε… Και ήταν χαρούμενος για αυτό. Και από τότε ξαναέτρεξαν μαζί, πολλές φορές.
Τις πρώτες φορές που έτρεξαν, ο Ερμής άκουγε πνιχτά γέλια ή πειράγματα από άλλα ζώα. Κοιτούσε προσεκτικά το πρόσωπο του πατέρα του μήπως δει κάποιον αμυδρό μορφασμό, μια ανεπαίσθητη αλλαγή στο βλεφάρισμα, κάτι που να φανέρωνε ενόχληση από τα σχόλια που ακούγονταν…Τιποτα. Ο Περικλής κάλπαζε αγέρωχος και με βλοσυρό βλέμμα κοιτάζοντας το τέλος της διαδρομής. Ήταν σαν να μην άκουγε τίποτα από όλα αυτά. Ίσως και να μην άκουγε. Με τον καιρό ο Ερμής έμαθε να δίνει σημασία και σε άλλα πράγματα. Έμαθε να νοιώθει το γρασίδι κάτω από τα πόδια του ή τον αέρα που αναπνέει, να μυρίζει τα αρώματα της άνοιξης και του καλοκαιριού, να ακούει τους χτύπους της καρδιάς του, να βλέπει την συστοιχία των δέντρων που σήμαινε το τέλος της διαδρομής. Όσο περνούσε ο καιρός άρχισαν να ξεθωριάζουν στα αυτιά του τα γέλια, τα πειράγματα και τα αστεία. Μέχρι που δεν ακούγονταν πια.
Πλησίαζε το φθινόπωρο. Ο Ερμής είχε πια μεγαλώσει και είχε έρθει η ώρα ο αγρότης να τον δοκιμάσει στις αγροτικές εργασίες. Τον έζεψε στο άροτρο, αλλά μετά από λίγη ώρα τον έβαλε πάλι στο στάβλο.
-«Δεν είσαι εσύ για τέτοιες δουλειές» μονολόγησε ο αγρότης και ο Ερμής στεναχωρήθηκε. Ήταν άλογο φάρμας και αυτός ήταν ο σκοπός του. Να βοηθάει στις αγροτικές εργασίες. Όλα τα άλογα στην φάρμα αυτό έκαναν. Και αν δεν μπορούσε να προσφέρει τι θα γινόταν;
Το επόμενο απόγευμα ο αγρότης μαζί με έναν άγνωστο κύριο μπήκαν στον στάβλο.
-«Αυτός εδώ είναι» είπε ο αγρότης στον άγνωστο κύριο. «Τον έβαλα εχθές να οργώσει. Έχει πολύ δυνατά πόδια. Δεν έχω ξαναδεί τέτοιο άλογο. Για αυτό τον έβγαλα από το χωράφι. Δεν ήθελα να κινδυνέψει να τραυματιστεί πριν τον δεις.
Ο άγνωστος κύριος ήταν υπεύθυνος του μεγάλου ιπποδρόμου και έψαχνε σε όλη τη χώρα για άλογα που θα μπορούσαν να τρέξουν σε αγώνες.
Πήρε λοιπόν τον Ερμή και τον πήγε στον μεγάλο ιππόδρομο. Σε λίγο καιρό ο Ερμής είχε γίνει ένα από τα πιο γρήγορα άλογα αγώνων. Και καθώς πέρασαν τα χρόνια κατάφερε να γίνει ένα από τα πιο διάσημα και επιτυχημένα άλογα ιπποδρόμου, με πάρα πολλές νίκες στο ενεργητικό του.
Όσο μεγάλωνε τα χονδρά του πόδια δυνάμωναν και έδωσαν στον Ερμή αυτή τη μοναδική ταχύτητα.
Για τον μικρό Ερμή το πρώτο βήμα δεν ήταν κάτι αυτονόητο όπως στα υπόλοιπα άλογα, αλλά αποτέλεσμα σκληρής προσπάθειας και αγώνα. Όπως και το δεύτερο…και το τρίτο. Είχε μάθει καλύτερα από όλα τα άλλα άλογα να ορίζει και να καθοδηγεί τα πόδια του κάτι που τον βοήθησε πολύ στο να βελτιώνει συνεχώς τους καλπασμούς του.
Όταν συναντούσε ένα πρόβλημα ο Ερμής είχε μάθει να βρίσκει λύση και να μην τα παρατάει. Εξάλλου από την πρώτη μέρα της ζωής του χρειάστηκε να το κάνει.
Ακόμα και όταν άλλα άλογα αγώνων τον πείραζαν ή τον κορόιδευαν για να του ρίξουν το ηθικό, ο Ερμής δεν επηρεαζόταν. Είχε εξοικειωθεί από μικρός στα πειράγματα και στα περιπαιχτικά σχόλια.
Και όταν έτρεχε μπορούσε να προσηλωθεί εξ’ ολοκλήρου στον αγώνα, όπως τον είχε μάθει ο μπαμπάς του. Είχε μάθει να νοιώθει την άμμο στα πόδια του. Να ακούει τις ανάσες των αντιπάλων του και να γνωρίζει έτσι που βρίσκονται. Να νοιώθει τον αέρα που αναπνέει και να παίρνει δύναμη. Να εστιάζει στο τέλος της διαδρομής, στον τερματισμό που σήμαινε και τη νίκη.
…Όλα τελικά είχαν γίνει για κάποιο λόγο