Η Ευχή του πρίγκιπα του Νίκου Κατέχη

Κάποτε, σε έναν μακρινό πλανήτη κάπου ανάμεσα στα αστέρια, υπήρχαν τέσσερα βασίλεια ανάμεσα στα οποία, εδώ και πολλούς αιώνες, κυριαρχούσε η διχόνοια και η εχθρότητα.

Αφού ο πόλεμος έμοιαζε ατέλειωτος, ο βασιλιάς του Γουίλαντ, του βόρειου βασιλείου αποφάσισε να συγκαλέσει ένα συμβούλιο με τους κοντινότερους του ανθρώπους για να αποφασίσουν μαζί τι θα έκαναν,  έτσι ώστε το δικό τους βασίλειο να κατακτούσε ολόκληρο τον κόσμο.

 

Ο σύμβουλος του βασιλιά πρότεινε να εξαπολύσουν μια τεράστια επίθεση προς όλες τις μεριές, όμως ένας σοφός μάγος με  λευκά γένια, που δεν άντεχε να διακινδυνέψει την ζωή του γιού του πρότεινε να σταλθεί μια μικρή ομάδα στην άλλη άκρη του κόσμου, για να βρει το μαγικό πετράδι, που σύμφωνα με τους μύθους του λαού τους, είχε την δύναμη να πραγματοποιήσει μια οποιαδήποτε ευχή.

Advertising

Advertisements
Ad 14

 

《Ανόητη ιδέα》 είπε ο σύμβουλος με την βαθιά φωνή του και κόρδωσε το ασημοντυμένο σώμα του σαν φασιανός. 《Η λύση κάθε πολέμου είναι ο ίδιος ο πόλεμος και κάθε άλλη εύκολη λύση είναι δειλία》.

 

Οι περισσότεροι παρευρισκόμενοι συμφώνησαν μαζί του και ο μάγος ετοιμάστηκε να φύγει, όταν σηκώθηκε ο γιος του βασιλιά και είπε, με τα μάτια του να γυαλίζουν από τον ενθουσιασμό του καταπιεσμένου εξερευνητή,  ότι έβρισκε την ιδέα του γέρου έξυπνη και ότι μάλιστα, ήθελε κι ο ίδιος να ηγηθεί αυτής της μαγικής αναζήτησης.

 

Ο βασιλιάς κόμπιασε, έριξε μια ματιά σε όλους και ύστερα απάντησε ότι το ταξίδι θα ήταν επικίνδυνο για ένα παιδί μόλις δεκαέξι χρονών. Όμως, ο πρίγκιπας επέμεινε και αφού έπεισε τον πατέρα του ότι αυτή θα ήταν η πιο σίγουρη λύση για να κατακτήσουν τον κόσμο, ο βασιλιάς τελικά συμφώνησε με βαριά καρδιά.

 

Για την αποστολή επιλέχθηκαν πέντε ακόμη άτομα και μαζί με τον πρίγκιπα ξεκίνησαν την επόμενη μέρα προς τα νότια, καβάλα στα πράσινα ζώα τους, που έμοιαζαν πολύ με τα δικά μας άλογα.

Advertising

 

Το πρώτο χωριό που θα συναντούσαν άνηκε στο ανατολικό βασίλειο και δεν θα αργούσαν να το δουν, μιας και τα τέσσερα βασίλεια χωρίζονταν σχεδόν από μια λεπτή κλωστή. Ο πρίγκιπας είχε ακούσει άσχημα πράγματα από τον πατέρα του για τους ανθρώπους σε αυτό το κομμάτι του πλανήτη, όπως και για όλους τους άλλους που δεν ανήκαν στους υπηκόους του. Οι κάτοικοι του βασιλείου της Δειλάνδης είναι βρώμικοι, βάρβαροι και τόσο φανατικοί με τον σκληρό, ψεύτικο θεό τους που θα σε σκότωναν αν απλά μιλούσες για αυτόν, του είχε πει και έτσι προσευχόταν στον δικό τους θεό να μην συναντούσαν κανέναν από δαύτους στην διαδρομή τους.

Διαβάστε επίσης  Ο Πόλεμος των δύο βασιλείων του sogou

 

Παρ’ όλα αυτά, ο ήλιος της ανατολής ήταν τόσο δυνατός που τα ζώα τους  σύντομα δίψασαν  και δεν υπήρχε άλλος τρόπος να τα ξεδιψάσουν, παρά μόνο ζητώντας νερό από τους βάρβαρους ντόπιους.

 

Οι αναβάτες κατέβηκαν από τα ζώα τους και πήγαν στο κοντινό χωριό, με τα χέρια τους κολλημένα αντανακλαστικά στα σπαθιά τους. Το πρώτο πράγμα που αντίκρυσαν ήταν τριάντα περίπου μορφές ντυμένες με μακριά ρούχα να είναι μαζεμένες σε έναν  κύκλο στη μέση ενός χερσότοπου και να ψέλνουν κάτι που έμοιαζε με ένα βάρβαρο ξόρκι.

 

Πλησιάζοντας περισσότερο όμως είδαν ότι οι μορφές δεν ήταν τίποτα παρά άνθρωποι, που τραγουδούσαν κάτι στην βαριά τους γλώσσα, ενώ μια μερίδα από παιδιά χόρευε στριφογυρίζοντας στην μέση του κύκλου.

Advertising

 

Ο πρίγκιπας, ως επικεφαλής της ομάδας, πήγε και ζήτησε με ψυχρό ύφος δύο βαρέλια με νερό από τον μεγαλύτερο άντρα του κύκλου, σχεδόν σίγουρος ότι δεν θα έπαιρνε τίποτα δίχως να ασκούσε βία και έμεινε έκπληκτος όταν ο γέρος, παρότι σκυθρωπός, δεν του έφερε δύο, αλλά έξι βαρέλια με το πιο καθαρό νερό. Ο πρίγκιπας, όντας γιος του βασιλιά, είδε με καχυποψία αυτή την χειρονομία  και ζήτησε από τον γέρο να αφήσει έναν δικό του άνθρωπο να δοκιμάσει και από τα έξι βαρέλια προτού τα πάρει ο ίδιος. Εκείνος υπάκουσε και αποδείχτηκε ότι το νερό ήταν καθαρό, όμως μόλις ο Πρίγκιπας είπε τα νέα στο ασκέρι του,  που περίμενε πίσω, ο σύμβουλος του βασιλιά που είχε έρθει και αυτός μαζί, του είπε ότι ο γέρος μάλλον αναγκάστηκε να τους δώσει καθαρό νερό επειδή ήξερε ότι θα χρειαζόταν να το δοκιμάσει. Σε κάθε άλλη περίπτωση, το νερό θα ήταν γεμάτο με δηλητήριο.

 

Φεύγοντας από το χωριό, ο Πρίγκιπας άκουσε μια ντουζίνα από γυναίκες να μουρμουρίζουν προσευχές στον δικό τους θεό. Την ίδια ώρα ο ιερέας  της Γουιλάνδης,  που είχε ακολουθήσει και αυτός την ομάδα του πρίγκιπα, προσευχόταν κι εκείνος. Αν η ομάδα δεν κοιτούσε την ομορφιά του καταγάλανου ουρανού εκείνη την στιγμή,  θα καταλάβαινε ότι και οι δύο προσευχές ήταν ίδιες, με μόνη διαφορά το όνομα του θεού στο τέλος.

 

Αφού διέσχισαν ένα μικρό, μα πολύπλοκο δάσος κατάλαβαν ότι δεν βρίσκονταν πια στο ανατολικό βασίλειο, αλλά στο δυτικό βασίλειο της Νοτασιλάνδης, με τους άξεστους, αγράμματους κατοίκους που διέφεραν κιόλας σε χρώμα δέρματος από τους ίδιους, αφού δεν είχαν την χρυσή επιδερμίδα των Γουιλανδών, αλλά μια σκούρα, μπρούτζινη επιδερμίδα, όμοια με λάσπη.

Διαβάστε επίσης  Η χαρούμενη Πριγκίπισσα της Θεοδώρας Κανήρου

 

《Για ένα λεπτό》 είπε ο Πρίγκιπας, σταματώντας απότομα το ασκέρι του. 《Από εδώ και πέρα, προς τα που πάμε;》.

Advertising

 

Οι σοφότεροι και ισχυρότεροι άντρες του βασιλείου κοιτάχτηκαν μεταξύ τους, χωρίς κανείς να ξέρει τι να απαντήσει. Η διάσχιση του δάσους και η δύση του ηλίου τους είχε αποπροσανατολίσει και ο μόνος τρόπος για να επιστρέψουν στον δρόμο τους ήταν να ρωτήσουν κάποιον.

 

Αφού βρήκαν έναν μικρό ταξιδιώτη σε έναν κοντινό λόφο, ο πρίγκιπας άφησε ξανά τους συνταξιδιώτες του και πήγε να του μιλήσει.

 

《Προς τα που είναι ο νότος;》 ρώτησε τον σκούρο άνθρωπο που έσερνε πίσω του ένα μικρό πράσινο γαϊδουράκι με καλάθια γεμάτα φρούτα. Το βλέμμα του ήταν επιφυλακτικό, μα καλοσυνάτο.

 

Αφού έριξε μια ματιά στους άλλους αναβάτες που περίμεναν λίγα μέτρα μακριά,  έδειξε με το ένα του χέρι προς τα δεξιά και όταν ο πρίγκιπας τον ρώτησε πως το ήξερε αυτό, εκείνος του απάντησε ότι απλώς διάβασε τα άστρα, αυτό ήταν όλο.

Advertising

 

Όταν επέστρεψε στην ομάδα του  και τους είπε για την συζήτηση με τον μπρούτζινο άνθρωπο, ο σύμβουλος του βασιλιά είπε ότι μάλλον τους έδειξε τον δρόμο γιατί ήταν περισσότεροι και φοβήθηκε μην του επιτεθούν. Αν ο πρίγκιπας ήταν μόνος του, τότε μάλλον θα του έδειχνε την αντίθετη κατεύθυνση.

 

Καλπάζοντας προς τον νότο, η ομάδα ήταν αρκετά απασχολημένη με το να κοιτάζει τα άστρα για να δει ότι  ο σκούρος ταξιδιώτης είχε βγάλει ένα χοντρό βιβλίο και διάβαζε καθώς προχωρούσε αργά προς το κέντρο του βασιλείου του.

 

Μετά από λίγες ημέρες ταξιδιού η ομάδα έφτασε τελικά στο νότιο βασίλειο της Αδερλάνδης και ο πρίγκιπας θυμήθηκε τι του είχε πει ο βασιλιάς για τους ανθρώπους αυτής της περιοχής. Είναι οι πιο τεμπέληδες  και αυτό που αγαπούν περισσότερο από όλα, είναι να κοιμούνται όλη μέρα.

 

Και αυτό πίστεψε ο πρίγκιπας γιατί ο πρώτος άνθρωπος που αντίκρυσαν εκεί ήταν ένας άντρας που κοιμόταν γερμένος κάτω από την σκιά ενός μεγάλου δέντρου.

Advertising

 

Αυτή την φορά η ομάδα δεν χωρίστηκε και πλησίασαν όλοι μαζί τον άντρα με το ξεκούμπωτο πουκάμισο, για να του ζητήσουν ένα πιάτο φαΐ για τους ίδιους και λίγη τροφή για τα ζώα τους.

Διαβάστε επίσης  Η Αρέλια και το καινούργιο μωρό της Διαμαντία Αρβανίτη

 

Ο άντρας τους άκουσε με μισόκλειστα μάτια και σηκώθηκε νωθρά από το έδαφος, ζητώντας τους να τον ακολουθήσουν. Τον ακολούθησαν, διασχίζοντας ένα τεράστιο χωράφι γεμάτο από φρούτα,  λαχανικά και δημητριακά, που έμοιαζε σαν τη συνολική δουλειά ενός ολόκληρου χωριού, χωρίς όμως να δούνε κάποιον άλλον εκεί κοντά, εκτός από τον ίδιο και τα εργαλεία του.

 

Ο άντρας τους έβαλε στην μεγάλη τραπεζαρία του και τους τάισε με κάθε λογής φρέσκα φρούτα και λαχανικά που έψησε ο ίδιος σε μια τεράστια σχάρα. Έπειτα τάισε τα ζώα τους και τους άφησε να ξεκουραστούν, λίγο προτού συνεχίσουν το ταξίδι προς το μαγικό βουνό, που τώρα φαινόταν στον ορίζοντα σαν ένα γιγαντιαίο, γαλάζιο κύμα.

 

Καθώς προχωρούσαν προς τα εκεί, ο σύμβουλος παρέμεινε για λίγο σιωπηλός ώσπου δικαιολόγησε την γενναιοδωρία του άντρα λέγοντας πως μάλλον ένιωθε μοναξιά σε ένα τέτοιο χωράφι και απλώς ήθελε λίγη παρέα. Αν δεν έμενε μόνος του, όλα θα ήταν διαφορετικά.

Advertising

 

Φεύγοντας από το χωριό η ομάδα ήταν αρκετά απορροφημένη από το τεράστιο βουνό, που δεν πρόσεξε ότι υπήρχαν αμέτρητα ίδια χωράφια τα οποία καλλιεργούσαν αγρότες μόνοι τους.

 

Όταν έφτασαν τελικά στο βουνό και βρήκαν το μαγικό πετράδι μέσα σε μια σπηλιά, επιλέχθηκε ο πρίγκιπας για να κάνει την ευχή. Εκείνος το έσφιξε στο χέρι του και θυμήθηκε όσα είδε στο ταξίδι του, συνειδητοποιώντας πόσα λάθος πράγματα είχε μάθει από τον πατέρα του.

 

Κλείνοντας τα μάτια  έκανε μια σιωπηλή ευχή και επέστρεψε πίσω στο βασίλειο με ένα χαμόγελο ζωγραφισμένο στα χείλη του.

 

Όταν οι συνοδοί του πρίγκιπα έφτασαν στο παλάτι και είδαν ότι είχαν επισκέπτες από τα άλλα βασίλεια, σκέφτηκαν ότι ήταν βασιλείς που είχαν έρθει να παραδώσουν τα εδάφη τους και έμειναν έκπληκτοι όταν είδαν τον βασιλιά να γλεντάει μαζί τους σαν να ήταν παλιοί του φίλοι. Δεν έμοιαζε με κυρίαρχο, αλλά ούτε δυστυχισμένος ήταν. Γέλαγε, τραγούδαγε και έδινε υποσχέσεις στους άλλους βασιλείς ότι θα περνούσε κάποια στιγμή και από τα δικά τους βασίλεια για να τα δει.

Advertising

 

《Μα τι ευχή έκανες και είναι όλα τόσο… ωραία;》 ρώτησε κάποια στιγμή ο σύμβουλος τον πρίγκιπα και εκείνος απάντησε χαμογελώντας.

 

《Ευχήθηκα απλά να πάψουν να υπάρχουν προκαταλήψεις》.

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Το Πάρκο των Τεράτων

Το Πάρκο των Τεράτων είναι ένας τόπος αναψυχής, ο οποίος

Είναι η δυσλεξία και η ΑΓΔ δύο ξεχωριστές διαταραχές;

Το παρόν άρθρο, με τίτλο Είναι η δυσλεξία και η