Η ιστορία της κυρίας χελώνας της Ειρήνης Δρόσου

Μια φορά κι έναν καιρό σε έναν τόπο πολύ μακρινό, υπήρχε ένα πανέμορφο δάσος. Στο δάσος αυτό ζούσε κάθε λογής μικρό και μεγάλο ζώο και φύτρωνε κάθε λογής δέντρο και λουλουδάκι.
Κάθε πρωί με το πρώτο φως της αυγής, όλα τα ζώα του δάσους ξυπνούσαν και αμέσως πήγαιναν στην πηγή να πιουν γάργαρο και δροσερό νερό. Εκεί ήταν και το λιοντάρι και ο λαγός και η καμηλοπάρδαλη και ο λύκος και όποιο ζώο μπορείτε να σκεφτείτε εκτός από ένα. Μπορείτε να μαντέψετε ποιο;
Η καημένη η χελώνα περπατούσε πολύ αργά. Πάρα πολύ αργά. Τόσο αργά που όταν έφτανε στην πηγή για να πιεί νερό, ο ήλιος είχε ήδη βγει για τα καλά και το νερό ήταν βρώμικο από όλα εκείνα τα ζώα που πατούσαν μέσα και καθόλου γάργαρο για να το ευχαριστηθεί.
Αυτό συνεχιζόταν για καιρό και η φίλη μας η χελώνα ήταν πολύ στεναχωρημένη, όμως δεν ήξερε τι μπορούσε να κάνει γι’ αυτή την κατάσταση. Ώσπου μια μέρα σαν όλες τις άλλες, εκεί που η χελώνα έπινε νερό την πλησιάζει η μελισσούλα.
– «Καλημέρα σας κυρία χελώνα», τη χαιρέτισε.
– «Καλημέρα μελισσούλα», ανταπέδωσε η χελώνα.
– «Σας βλέπω εδώ και πολύ καιρό κυρία χελώνα και ξέρω το πρόβλημά σας», είπε η μελισσούλα.
– «Και τι θέλεις να πεις μελισσούλα;» ρώτησε η χελώνα κάνοντας την ανήξερη.
– «Να, εγώ…εγώ είχα απλά μια ιδέα. Νομίζω ότι κάποιος που ξέρω μπορεί να σας βοηθήσει», απάντησε δειλά η μελισσούλα.
– «Άφησέ με στην ησυχία μου μελισσούλα. Κανείς δεν μπορεί να με βοηθήσει», της είπε η χελώνα φανερά απογοητευμένη.
– «Όχι, όχι αλήθεια σας λέω. Σίγουρα θα έχετε ακουστά τον νάνο τον Γαρύφαλλο. Είναι εξαίρετος μάστορας, όλο και κάτι θα μπορεί να κάνει για σας.»
Μόλις η χελώνα άκουσε για τον νάνο τον Γαρύφαλλο, αμέσως η καρδιά της χοροπήδησε. Είχε ακούσει γι’ αυτόν τον τόσο ικανό μάστορα που ζούσε μέσα στο δάσος και όλα αυτά που είχε καταφέρει. «Αυτός έφτιαξε τη μηχανή που σπάει τα καρύδια για τον σκίουρο. Σίγουρα θα έχει μια λύση και για μένα.» συλλογίστηκε η χελώνα.
«Εμπρός μελισσούλα, πάμε! Θαυμάσια ιδέα, ας μη χάνουμε χρόνο!»
Μια και δυο, η μελισσούλα και η χελώνα χώθηκαν μέσα στο δάσος. Περπατούσαν…και περπατούσαν…και περπατούσαν…όταν τελικά έφτασαν έξω από μια μικρή μικρή περιποιημένη καλύβα. Τοκ! Τοκ! Τοκ! Χτύπησε η μελισσούλα τη πόρτα της καλύβας.
– «Ποιος είναι;» ακούστηκε από μέσα μια βαριεστημένη ανδρική φωνή.
– «Κύριε Γαρύφαλλε, εγώ είμαι η μελισσούλα. Έχω έρθει με τη φίλη μου τη χελώνα.» απάντησε η μελισσούλα. Η χελώνα περίμεμε με κομμένη την ανάσα.
–  «Και τι θέλεις μελισσούλα;» ρώτησε ο νάνος ο Γαρύφαλλος μέσα από την καλύβα του.
–   «Ανοίξτε μας κύριε Γαρύφαλλε, θέλουμε τη βοήθειά σας!» παρακάλεσε η μελισσούλα.
Πέρασαν λιγες στιγμές, που της χελώνας βέβαια της φάνηκαν σαν αιώνες. Ώσπου η πόρτα της καλύβας άνοιξε και πίσω από αυτή εμφανίστηκε ο κύριος Γαρύφαλλος. Ο κύριος Γαρύφαλλος ήταν ένας κοντός κοντός ανθρωπάκος με μεγάλη γενειάδα που έφτανε ως τα γόνατά του και κατακόκκινα μάγουλα σαν ντοματάκια. Τα ρούχα του φαίνονταν παλιά και τα χέρια του ήταν ροζιασμένα απο τα μαστορέματα.
-«Χαίρω πολύ κυρία χελώνα», είπε μόλις τις αντίκρυσε, «λοιπόν πώς θα μπορούσα να σας βοηθήσω;»
-«Να, κύριε Γαρύφαλλε, συγγνώμη αν σας ενοχλούμε, απλά εγώ έχω ένα πρόβλημα, δεν ξέρω πως να σας το πω…», η χελώνα ντρεπόταν τόσο πολύ που δεν μπορούσε να ολοκληρώσει την πρότασή της.
-«Κύριε Γαρύφαλλε, η φίλη μου η χελώνα περπατάει πολύ αργά και κάθε πρωί όταν φτάνει στην πηγή, το νερό είναι πια βρώμικο και η φίλη μου είναι πολύ στεναχωρημένη. Λοιπόν, σκεφτήκαμε ότι μπορείτε να κάνετε κάτι γι’ αυτό», είπε με δυνατή φωνή η μελισσούλα.
-«Χμμ, για να σκεφτώ για να σκεφτώ…ακούγεται σαν ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα,ναι…», είπε ο νάνος σκεπτικός.
Και ξάφνου ο νάνος ο Γαρύφαλλος κάνει μεταβολή και κλείνει την πόρτα της καλύβας του με δύναμη. Η χελώνα και η μελισσούλα έμειναν άφωνες να κοιτάζονται μεταξύ τους. Μήπως τον είχαν νευριάσει; Μήπως τον είχαν καθυστερήσει από το μεσημεριανό του γεύμα; Μήπως ο νάνος ο Γαρύφαλλος δεν ήθελε να τις βοηθήσει;
Η χελώνα χαμήλωσε το κεφάλι της και είπε πιο απογοητευμένη από ποτέ «Δεν πειράζει μελισσούλα, πάμε να φύγουμε, εξάλλου ήξερα ότι δεν μπορεί να λυθεί το πρόβλημά μου.»
-«Όχι, όχι, κυρία χελώνα σε παρακαλώ! Σε παρακαλώ ας μείνουμε λίγο ακόμα, μπορεί να μας ετοιμάζει κάτι ο κύριος Γαρύφαλλος, ας περιμένουμε!»
Η χελώνα ήταν πια απελπισμένη, όμως η μελισσούλα επέμενε τόσο που αποφάσισε να καθίσει και να περιμένει. Οι ώρες περνούσαν, ο ήλιος άρχισε να πέφτει, όμως η πόρτα της καλύβας παρέμενε κλειστή. Που και που ακουγόταν και κανένα μπαμ! από μέσα και κανένα βρουυμ! όμως χωρίς να αλλάζει κάτι.
Είχε πια βραδιάσει, οι δυο φίλες είχαν αρχίσει να κρυώνουν και να πεινούν. Είχε φτάσει πια η ώρα να καταλάβουν ότι περιμένουν δίχως λόγο και έτσι, σηκώθηκαν για να πάρουν το δρόμο της επιστροφής.
Τότε, χωρίς κανείς να το περιμένει, η πόρτα της καλύβας άνοιξε και ο νάνος ο Γαρύφαλλος βγήκε έξω κουρασμένος και καταϊδρωμένος. «Λοιπόν κυρία χελώνα, νομίζω ότι αυτό που σας ετοίμασα, είναι πέρα από κάθε φαντασία!» Η χελώνα κοκκάλωσε σαν να είχε δει φάντασμα! «Τι…τι λέτε κύριε Γαρύφαλλε..εγώ νόμιζα πως…»
Οι δύο φίλες πλησίασαν στην καλύβα, ο νάνος μπήκε μέσα και βγαίνοντας κρατούσε στα χέρια του ένα πανέμορφο κίτρινο πατίνι με τέσσερις ρόδες! «Με αυτό εδώ το πατίνι δε νομίζω ότι θα ξανααργήσετε ποτέ κυρία χελώνα, ούτε θα ξαναπιείτε ποτέ στη ζωή σας βρώμικο νερό.» είπε ο κύριος Γαρύφαλλος. «Μόνο με προσοχή όμως αγαπητή, γιατί δε θέλουμε να γίνονται ατυχήματα σαφώς» συμπλήρωσε.
-«Ναι ναι κύριε Γαρύφαλλε, με κάνετε πολύ ευτυχισμένη! Το πατίνι μου είναι υπέροχο, δε μπορούσα να το φανταστω ποτέ τόσο όμορφο! Δεν ξέρω πώς να σας ευχαριστήσω!»
-«Δε χρειάζεται να με ευχαριστήσεις κυρία χελώνα. Μου αρκεί που σε βλέπω να χαμογελάς. Άντε στο καλό τώρα γιατί έχει βραδιάσει και δε θα βλέπετε τη μύτη σας.»
Το βράδυ πέρασε σαν όλα τα άλλα και ξαναήρθε το πρώτο φως της αυγής στο πανέμορφο αυτό δάσος. Μόνο που αυτή δε θα ήταν μια μέρα σαν όλες τις άλλες! Εκεί που όλα τα ζώα ήταν στο δρόμο τους για να πάνε στην πηγή να πιουν το νεράκι τους, ακούγεται ξαφνικά η δυνατή και αποφασιστική φωνή της χελώνας «Κάνετε στην άκρη σας παρακαλώ κύριε ιπποπόταμε! Προσέχετε κυρία πάπια θα σας πατήσω!» Όλα τα ζώα είχαν μείνει άφωνα με αυτό το ολοκαίνουριο πατίνι της κυρίας χελώνας! Περιττό να πούμε ότι η χελώνα έφτασε πρώτη στην πηγή εκείνη τη μέρα και ήπιε το πιο ωραίο και γάργαρο νερό που έχει πιει στη ζωή της!
Μετά από αυτό το πρωινό περιστατικό, δημιουργήθηκε πανικός σε όλο το δάσος! Όπως ήταν φυσικό, τα ζώα ζήλεψαν! Ήθελαν όλα από ένα τέτοιο πατίνι και σχημάτισαν μια τεράστια ουρά έξω από την καλύβα του νάνου του Γαρύφαλλου! Έτσι, ο κύριος Γαρύφαλλος όλη μέρα μαστόρευε και ξαναμαστόρευε αυτά τα πανέμορφα πατίνια σε όλα τα χρώματα και τα σχέδια που μπορείτε να φανταστείτε! Όλα τα ζώα ήταν τρισευτυχισμένα και κάθε μέρα έκαναν τις πιο συναρπαστικές βόλτες με τα τέλεια πατίνια τους!
Και αφού όλα τα ζώα του δάσους είχαν πια πατίνια και ποδήλατα, δεν άργησαν να έρθουν και τα προβλήματα. Βλέπετε, τα ζώα δε γνώριζαν κανέναν κανόνα κυκλοφορίας! Το δάσος εξελίχθηκε σε μια μικρή πόλη. Τα χωματένια μονοπάτια δε διευκόλυναν την κυκλοφορία με τα οχήματα. Οι κουκουβάγιες είχαν κουραστεί να κάνουν τους τροχονόμους και καθημερινά συνέβαιναν τρακαρίσματα και μποτιλιάρισμα στους δρόμους. Έτσι, ο κύριος Γαρύφαλλος αποφάσισε ότι πρέπει να αναλάβει δράση. Δεν του άρεσε καθόλου να βλέπει το δάσος να καταστρέφεται.
Ένα βράδυ λοιπόν που όλοι κοιμόντουσαν και στο δάσος δεν κουνιόταν ούτε φύλλο, ο κύριος Γαρύφαλλος πήρε πίσω κάθε ποδήλατο και πατίνι που είχε κατασκευάσει. Την επόμενη μέρα τα χάρισε στα παιδιά των πραγματικών πόλεων, που τα είχαν πραγματικά ανάγκη και ήξεραν να τα χρησιμοποιήσουν με μεγαλύτερη προσοχή, γι αυτό καλό θα ήταν να το ψάξετε μήπως το ποδήλατό σας ανήκε πριν σε ένα μεγάλο μαλλιαρό λιοντάρι! Όσο για τη φίλη μας τη χελώνα, της έχτισε ένα όμορφο πέτρινο πηγάδι έξω ακριβώς από την πόρτα του σπιτιού της, για να έχει κάθε μέρα το δικό της γάργαρο νερό!

Διαβάστε επίσης  Ο δράκος που ‘βγάζε από το στόμα του αντί για φωτιά, σοκολάτα της Terra Louda

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Σχολική ετοιμότητα παιδιών με χαμηλό βάρος γέννησης

Το παρόν άρθρο Το παρόν άρθρο, με τίτλο Σχολική ετοιμότητα

Ανατροφή παιδιών με ΑΓΔ: Ανταμοιβές και προκλήσεις

Το παρόν άρθρο Περίπου 7,6% των παιδιών (~ δύο παιδιά