Οι τρεις πρίγκιπες της Κατερίνας Μοχράνη

Οι τρεις πρίγκιπες

Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχε ένα χωριό, το χωριό των σοφών, που ήταν κρυμμένο στο πυκνό δάσος του Μεγάλου Βουνού. Εκεί, σ´ ένα πέτρινο κάστρο, ζούσαν οι τρεις πρίγκιπες. Ο ήλιος, ο αέρας και το μικρό τους αδερφάκι, το νερό. Οι γονείς τους, στην πρώτη μεγάλη καταστροφή του πλανήτη, χάθηκαν αφήνοντάς τους μόνους.

Ο ήλιος, ως μεγάλος αδερφός, είχε στεφθεί βασιλιάς κι έκανε ό,τι μπορούσε για να κρατήσει το λαό του ευτυχισμένο και χαρούμενο, όπως έκαναν κι οι γονείς του. Και το κατάφερε…

Όσο όμως περνούσαν τα χρόνια κι ο Ήλιος μεγάλωνε, αντί να γίνεται σοφότερος άρχισε να χάνει το μυαλό του και να παραμελεί το χωριό. Οι σοφοί πίστευαν πως είναι άρρωστος, αλλά ο καιρός περνούσε κι ο λαός δυστυχούσε. Σταμάτησε να υπάρχει χαρά, ευτυχία, αγάπη. Σταμάτησε να υπάρχει ενέργεια και τροφή.

Advertising

Advertisements
Ad 14

Οι σοφοί φοβήθηκαν για δεύτερη καταστροφή και δεν ήταν προετοιμασμένοι για κάτι τέτοιο!

Ο κόσμος άρχισε να νευριάζει. Ξέσπασε πόλεμος γιατί δεν υπήρχε φως στο βασίλειο. Τα χαμόγελα αντικαταστάθηκαν από δάκρυα. Το φως από σκοτάδι κι όλο το βασίλειο στράφηκε ενάντια στο βασιλιά Ήλιο.

Το νερό μεγάλωνε σιγά σιγά και προσέφερε, όσο μπορούσε, τη βοήθεια του στο λαό ώστε τουλάχιστον να υπάρχει τροφή. Φρόντιζε τα ζώα και τα φυτά αλλά και τη θάλασσα. Ήταν, όμως, ακόμα μικρούλης και δεν μπορούσε να δώσει ενέργεια στο λαό. Δεν ήξερε τον τρόπο όμως προσπαθούσε να βοηθήσει το μεγάλο του αδερφό.

Ο αέρας απ’ την άλλη δεν έδινε σημασία στη μιζέρια του λαού. Δεν τον ενδιέφερε. Ήταν ελεύθερο πνεύμα! Ανέβαινε στην κορυφή του βουνού και καθόταν με τις ώρες να παρατηρεί τη δύναμη του. Πως κατάφερνε με ένα άγγιγμα του να κάνει τα πάντα να αιωρούνται. Λάτρευε το ήρεμο αεράκι που απλά δρόσιζε τους ανθρώπους κι έκανε τα μαλλιά να μπλέκονται μεταξύ τους. Αγαπούσε το βοριά γιατί ήταν κρύος και τον νότια γιατί ήταν ζεστός. Χαιρόταν που βοηθούσε τα καράβια να κινηθούν και τα ρούχα να στεγνώσουν. Πίστευε πως ήταν πολύ δυνατός, αλλά αδιαφορούσε για τα αδέρφια του και το λαό. Κι όχι μόνο το πίστευε, αλλά ήταν.

Διαβάστε επίσης  Η γριούλα με τις πάπιες του Γιάννη Λαζαρίδη
Advertising

Μια μέρα επέστρεψε στο παλάτι, όμως μια συζήτηση τον σταμάτησε. Οι δυο μεγαλύτεροι σοφοί του χωριού είχαν κάτσει κάτω από ένα δέντρο κι απολάμβαναν το απαλό πρωινό αεράκι.

  • Τον φοβάμαι το νέο. Αν δε με ξεγελούν τα χρόνια μου, μου θυμίζει τον Βοριά τον καταστροφέα. Έτσι ήταν κι αυτός πριν ξεσπάσει ο Όβιλος και καταστρέψει χωριά και ζωές. Ορφανά τα άφησε τα κακόμοιρα και τώρα, ο μεγάλος σβήνει, ο μικρός προσπαθεί κι εκείνος, οδεύει στα χνάρια του Βοριά. Θα έρθουν δύσκολοι καιροί. Πρέπει να είμαστε Προετοιμασμένοι για όλα.

Ο αέρας άκουγε παραξενεμένος. Ποιος είναι ο Βοριάς ο καταστροφέας και ποιες ζωές κατέστρεψε; Ποιοι είναι οι τρεις και ποιος αρχίζει να του μοιάζει; Έπρεπε να μάθει την αληθεια.

Μπήκε στο παλάτι και κατευθύνθηκε προς τη μεγάλη βιβλιοθήκη. Δεν είχε μπει ποτέ ξανά, οπότε η περιέργειά του ήταν μεγάλη. Απ’ την ησυχία που επικρατούσε κατάλαβε πως ο ήλιος ήταν ξαπλωμένος και το νερό έπαιζε στον κήπο.

Άνοιξε το μεγάλο καφέ βιβλίο που βρισκόταν στο γραφείο του πατέρα του. Δεν το είχαν πειράξει τόσα χρόνια κι όμως ήταν σίγουρος πως εκεί μέσα θα ήταν όλη η αλήθεια. Γύρισε στην πρώτη σελίδα. «Η ιστορία του χωριού των Σοφών απ’ το Βασιλιά Ουρανό και τη Βασίλισσα Γη».

Advertising

Πόσο του έλειπαν οι γονείς του!

Κάθισε στη δερμάτινη καρέκλα και πήρε το βιβλίο στα χέρια του. Ξεκίνησε να διαβάζει. Η αρχή ήταν βαρετή όμως ξαφνικά διάβασε τρεις λέξεις “Βοριάς ο καταστροφέας”.

“Ο  Βοριάς άφησε τα βουνά κι επέστρεψε στον αδερφό του. Ο ουρανός τον υποδέχτηκε στο παλάτι με ανοιχτές αγκάλες. Πίστευε πως θα έκανε καλό στους γιούς του η παρουσία του θείου τους. Έκανε λάθος. Ο Βοριάς άρχισε να χάνει το μυαλό του κι εκμεταλλεύονταν την τεράστια δύναμη του.

Διαβάστε επίσης  Το αγόρι που έψαχνε έναν φίλο της Χριστίνας Μιχελάκη

Δημιουργούσε ισχυρούς ανέμους με στόχο να διαλύσει πόλεις και χωριά. Ο Ουρανός κι η Γη προσπάθησαν να τον σταματήσουν μα ήταν μάταιο. Είχε χάσει τον έλεγχο.

Advertising

Μέχρι εκείνο ξημέρωμα του Δεκέμβρη όπου έκανε την εμφάνιση του ο Όβιλος. Ένα δημιούργημα του Βορρά που έσπειρε το χάος σε όλο το βασίλειο. Οικογένειες χάθηκαν, το φως έσβησε κι η κατάρα έπεσε σ’ όλη την ανθρωπότητα… «Σαν σβήσει ο ήλιος θα χαθεί το φως . Σαν λειψει το νερό θα χαθεί η ζωή μα σαν χαθεί ο αέρας θα γενεί καταστροφή». Ο Ουρανός κι η Γη, φοβούμενοι για τα παιδιά τους, έφυγαν για να τον αντιμετωπίσουν…».

  • Και δεν ξαναγύρισαν ποτέ, σκέφτηκε ο αέρας.

Διάβασε και ξαναδιάβασε την κατάρα. Αποκλείεται να μιλούσε για εκείνον και τα αδέρφια του. Μα, για μισό λεπτό… Ο ήλιος σβήνει και το νερό αν συνεχίσει έτσι θα χαθεί. Άσε που ο μόνος όμοιος του βοριά είναι ο ίδιος.

Έπρεπε να προλάβει το κακό.

Έφυγε τρέχοντας κι ανέβηκε στο δωμάτιο του ηλίου. Δε θύμιζε σε τίποτα το ξανθό αγόρι που έτρεχε κι έλαμπε η πλάση. Είχε αρχίσει να σβήνει και μαζί του όλο το βασίλειο, βουτούσε στο σκοτάδι. Δίπλα του στεκόταν το νερό. Θαμπό και βρόμικο. Δε θύμιζε σε τίποτα το καθαρό πριγκιπόπουλο. Προσπάθησε να θυμηθεί πότε ήταν η τελευταία φορά που τους παρατήρησε προσεκτικά. Είχε περάσει καιρός.

Advertising

Ένιωσε ξανά μικρός και μόνος όπως τότε που έχασε τη μαμά και τον μπαμπά. Έπρεπε εκείνος να βοηθήσει τα αδέρφια του και το βασίλειο. Έπρεπε να αποδείξει πως είναι ικανός πρίγκιπας.

Έκλεισε την πόρτα πίσω του με βρόντο και πήγε στη μεγάλη αίθουσα των σοφών. Γεμάτοι θλίψη κι απαισιοδοξία, έκαναν όνειρα για ένα βασίλειο γεμάτο φως και χαρά. Παραξενεύτηκαν όταν είδαν το νεαρό πρίγκιπα να κάθεται στο θρόνο και να έχει μαζί του σχέδια και χαρτιά.

  • Πρέπει να βρεθεί μια λύση. Ο ήλιος κάποια στιγμή θα σβήσει και το νερό θα εξαντληθεί. Θα χαθούμε αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση.
Διαβάστε επίσης  Ο δράκος που ήθελε να κυνηγά τα σύννεφα της Ελένης Ζοπονίδου

Ο αέρας πήρε τότε το λόγο.

  • Εγώ θα βοηθήσω! Μπορώ να κινήσω ολόκληρα καράβια μ΄ ένα και μόνο “φουυυυ”, οπότε δε νομίζω να μη μπορώ να βοηθήσω το λαό μου. Εξάλλου, είμαι μεγαλύτερος απ’ το νερό.

Οι σοφοί παραξενεμένοι απ’ την πρωτοβουλία του αναρωτήθηκαν πώς.

Advertising

  • Θα φτιάξω μεγάλους σιδερένιους πύργους που θα συνδέονται με όλη την πόλη και τα πρωινά θα πηγαίνω να παίζω μαζί τους. Όπως ξέρετε η δύναμη μου είναι μεγάλη κι αν κρίνω απ τον βοριά τον καταστροφέα, έχει κι άσχημα αποτελέσματα. Επομένως, θα την εκμεταλλευτώ προς όφελος μας κι όχι για να καταστρέψω ζωές και χωριά. Μπορεί να μην έχει αποτέλεσμα, αλλά θα προσπαθήσω. Εγώ δε θέλω να καταστρέψω το βασίλειο. Θέλω να το σώσω όπως και την οικογένεια μου.

Οι σοφοί στο άκουσμα του Βοριά ανατρίχιασαν, όμως έβλεπαν μια σπίθα στα μάτια του νεαρού πρίγκηπα που τους γέμισε ελπίδα. Τον άφησαν να δράσει πιστεύοντας ότι θα τα καταφέρει και τους δικαίωσε!

Έφτιαξε τους σιδερένιους πύργους που τους ονόμασε ανεμογεννήτριες και σταδιακά γέμισε μ’ αυτούς ολόκληρο όλο το βασίλειο. Τους τοποθετούσε τον έναν δίπλα στον άλλον, μέσα σε χώρους φυλαγμένους που τους ονόμασε αιολικά πάρκα. Εκεί φυσούσε δυνατά και τα μεγάλα «φτερά» που κρέμονταν απ’ τους σιδερένιους πύργους μετέτρεπαν το “φουυυυυυ” σε ενέργεια.

Το νερό κι ο ήλιος ξεκουράστηκαν και δυνάμωσαν αρκετά. Κάθε μέρα πήγαιναν με τον αέρα στα πάρκα και βοηθούσαν στην παροχή ενέργειας. Στο βασίλειο επέστρεψε η χαρά και το φως κι αυτό οφειλόταν στον πρίγκηπα αέρα.

Η φήμη των πράξεων του έφτασε μέχρι τα πέρατα της γης κι η Βασιλεία του είναι ξακουστή μέχρι σήμερα. Μπορεί ο Ήλιος να ήταν μεγάλος βασιλιάς και το Νερό αρκετά ικανός, όμως ο αέρας δε σταμάτησε ποτέ να φυσάει τους σιδερένιους πύργους. Είναι για πάντα ο ασταμάτητος κι ελπιδοφόρος βασιλιάς.

Advertising

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Το Πάρκο των Τεράτων

Το Πάρκο των Τεράτων είναι ένας τόπος αναψυχής, ο οποίος

Είναι η δυσλεξία και η ΑΓΔ δύο ξεχωριστές διαταραχές;

Το παρόν άρθρο, με τίτλο Είναι η δυσλεξία και η