
Το παρόν άρθρο, με τίτλο Η Διάγνωση της Αναπτυξιακής Γλωσσικής Διαταραχής, θα ορίσει την Αναπτυξιακή Γλωσσική Διαταραχή, τα διαγνωστικά κριτήρια, τη διαγνωστική διαδικασία και τη σημασία της έγκαιρης διάγνωσής της, μεταξύ άλλων.
Η Αναπτυξιακή Γλωσσική Διαταραχή (ΑΓΔ), γνωστή διεθνώς ως Developmental Language Disorder (DLD), αποτελεί μία από τις πιο συχνές, αλλά και συχνά μη αναγνωρισμένες νευροαναπτυξιακές διαταραχές. Επηρεάζει περίπου το 7% των παιδιών σχολικής ηλικίας και χαρακτηρίζεται από επίμονες δυσκολίες στην κατανόηση ή/και παραγωγή του προφορικού λόγου, οι οποίες δεν μπορούν να αποδοθούν σε διανοητική αναπηρία, απώλεια της ακοής ή της όρασης, κάποια νευρολογική βλάβη ή ανεπαρκή έκθεση στη γλώσσα. Παρά την υψηλή της συχνότητα, η ΑΓΔ παραμένει υποδιαγνωσμένη, γεγονός που στερεί από πολλά παιδιά την έγκαιρη πρόσβαση σε κατάλληλη υποστήριξη.
Αναπτυξιακή Γλωσσική Διαταραχή (ΑΓΔ): Ορισμός
Η ΑΓΔ αποτελεί μια διά βίου διαταραχή, με ποικίλες εκδηλώσεις ανάλογα με την ηλικία και το γλωσσικό προφίλ του παιδιού. Στα μικρότερα παιδιά, ενδέχεται να εκδηλωθεί ως καθυστέρηση στην πρώτη ομιλία, περιορισμένο λεξιλόγιο και δυσκολίες στη σύνταξη. Στα παιδιά σχολικής ηλικίας, οι δυσκολίες γίνονται πιο εμφανείς μέσα στο εκπαιδευτικό πλαίσιο, καθώς τα παιδιά με ΑΓΔ παρουσιάζουν φτωχή κατανόηση των οδηγιών, δυσκολία στην αφήγηση ιστοριών ή προβλήματα με την εκμάθηση νέων λέξεων και εννοιών.
Η σημασία της έγκαιρης διάγνωσης της ΑΓΔ
Η πρώιμη διάγνωση της ΑΓΔ είναι καθοριστικής σημασίας για την εκπαιδευτική και κοινωνική πορεία του παιδιού. Ένα παιδί με αδιάγνωστη ΑΓΔ ενδέχεται να παρερμηνευθεί ως «τεμπέλης», «αδιάφορος» ή «ανυπάκουος», όταν στην πραγματικότητα δυσκολεύεται να κατανοήσει τις γλωσσικές απαιτήσεις του περιβάλλοντος.
Τα προαναφερόμενα μπορεί να οδηγήσουν σε χαμηλή αυτοεκτίμηση, άγχος και μαθησιακά κενά που συσσωρεύονται με τα χρόνια. Η έγκαιρη παρέμβαση, ωστόσο, μπορεί να ενισχύσει την επικοινωνιακή επάρκεια, να διευκολύνει τη σχολική ένταξη και να μειώσει τις πιθανότητες κοινωνικού αποκλεισμού.
Η διαγνωστική διαδικασία της ΑΓΔ
Η διάγνωση της ΑΓΔ είναι πολύπλευρη και βασίζεται σε έναν συνδυασμό κλινικής αξιολόγησης, παρατήρησης και σταθμισμένων εργαλείων. Οι κύριες διαδικασίες περιλαμβάνουν:
1. Τη λήψη του ιστορικού: Ο λογοθεραπευτής ή ο παιδίατρος συλλέγει πληροφορίες για την αναπτυξιακή πορεία του παιδιού, την οικογενειακή κατάσταση, το ιατρικό ιστορικό και τις γλωσσικές εμπειρίες στο σπίτι.
2. Την αξιολόγηση του προφορικού λόγου: Χρησιμοποιούνται σταθμισμένα τεστ για την κατανόηση, την έκφραση, το λεξιλόγιο, τη μορφολογία, τη σύνταξη και την πραγματολογία. Στην Ελλάδα, υπάρχουν διαθέσιμα εργαλεία όπως η Δοκιμασία Γλωσσικής Αντίληψης και Έκφρασης.
3. Η παρατήρηση σε φυσικά περιβάλλοντα: Η αξιολόγηση μέσα στην τάξη ή στο σπίτι παρέχει χρήσιμες πληροφορίες για τη λειτουργική χρήση της γλώσσας.
4. Η διεπιστημονική συνεργασία: Η ΑΓΔ συχνά να συνυπάρχει με άλλες διαταραχές, επομένως συχνά απαιτείται συνεργασία με παιδοψυχολόγους, εργοθεραπευτές και εκπαιδευτικούς.
Διαγνωστικά κριτήρια της ΑΓΔ
Σύμφωνα με τα διαγνωστικά κριτήρια του ICD-11 και του DSM-5, η διάγνωση βασίζεται:
- Στις επίμονες δυσκολίες στην κατανόηση και/ή την παραγωγή του προφορικού λόγου.
- Στην εμφάνιση των δυσκολιών από την πρώιμη παιδική ηλικία.
- Στον σημαντικό αντίκτυπο στη σχολική, κοινωνική ή επαγγελματική λειτουργικότητα.
- Στην απουσία άλλων αιτιολογικών παραγόντων που εξηγούν τις δυσκολίες (π.χ., η απώλεια της ακοής, η διανοητική αναπηρία).
Διαγνωστικές προκλήσεις
Η ΑΓΔ δεν έχει εμφανή εξωτερικά χαρακτηριστικά και συχνά τα παιδιά μαθαίνουν να «καλύπτουν» τις δυσκολίες τους χρησιμοποιώντας στρατηγικές αποφυγής. Αυτό καθιστά δύσκολη την αναγνώριση της διαταραχής από τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς. Επιπλέον, η ετερογένεια στα γλωσσικά προφίλ των παιδιών απαιτεί μεγάλη εξειδίκευση από τους επαγγελματίες. Ένα ακόμη εμπόδιο είναι η έλλειψη ενημέρωσης. Σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, η ΑΓΔ δεν είναι ευρέως γνωστή ούτε στο κοινό ούτε σε αρκετούς επαγγελματίες υγείας και εκπαίδευσης. Αυτό οδηγεί σε καθυστερήσεις στην παραπομπή και την αξιολόγηση.
Η συμβολή της τεχνολογίας
Τα τελευταία χρόνια, η τεχνολογία συμβάλλει σημαντικά στη διαγνωστική διαδικασία. Η χρήση εφαρμογών αξιολόγησης, προγραμμάτων καταγραφής του προφορικού λόγου και ακόμη και μεθόδων τεχνητής νοημοσύνης, διευκολύνουν την έγκαιρη ανίχνευση των γλωσσικών δυσκολιών. Ωστόσο, η διάγνωση δίνεται από έναν εξειδικευμένο λογοθεραπευτή, έναν αναπτυξιολόγο ή έναν παιδοψυχίατρο.
Συμπεράσματα
Η διάγνωση της ΑΓΔ είναι μια πολύπλοκη, αλλά αναγκαία διαδικασία, που απαιτεί τον συνδυασμό της επιστημονικής τεκμηρίωσης, της διεπιστημονικής συνεργασίας και της ευαισθητοποίησης της κοινωνίας. Η έγκαιρη αναγνώριση μπορεί να αλλάξει την πορεία ενός παιδιού, δίνοντάς του την ευκαιρία να αναπτύξει τις γλωσσικές και κοινωνικές του δεξιότητες στο μέγιστο δυνατό βαθμό. Η ενίσχυση της ενημέρωσης στους γονείς, τους εκπαιδευτικούς και τους επαγγελματίες υγείας είναι καίρια για να διασφαλιστεί ότι κανένα παιδί με ΑΓΔ δεν θα μείνει χωρίς τη βοήθεια που χρειάζεται.
Βιβλιογραφία
American Psychiatric Association. (2013). Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders (5η έκδ.). Author.
Bishop, D. V. M., Snowling, M. J., Thompson, P. A., & Greenhalgh, T. (2017). CATALISE: A multinational and multidisciplinary Delphi consensus study. Journal of Child Psychology and Psychiatry, 58(10), 1068–1080.
Leonard, L. B. (2014). Children with Specific Language Impairment (2η έκδ.). MIT Press.
Norbury, C. F., Gooch, D., Wray, C., Baird, G., Charman, T., Simonoff, E., … & Pickles, A. (2016). The impact of nonverbal ability on prevalence and clinical presentation of language disorder: Evidence from a population study. Journal of Child Psychology and Psychiatry, 57(11), 1247–1257.
World Health Organization. (2019). International Classification of Diseases 11th Revision (ICD-11). WHO.