
Είναι Αύγουστος του 2014. Η αρχαιολόγος Αικατερίνη Περιστέρη έρχεται αντιμέτωπη με ένα από τα πιο πολυσυζητημένα ευρήματα τις δεκαετίας: τη μεγαλοπρεπή είσοδο του Τύμβου Καστάστην περιοχή της αρχαίας Αμφίπολης που συσχετίζεται με τον Μέγα Αλέξανδρο και τον τάφο του. Όσο η έρευνα προχωρά, τόσο το εν αγωνιώδες κοινό όσο και η ίδια η επιστημονική κοινότητα εντυπωσιάζονται από τα ευρήματά του, χωρίς ωστόσο να εμμένουν στα επιμέρους χαρακτηριστικά του ταφικού συνόλου. Το κύριο ερώτημα όλων ήταν ένα: ποιος είναι ο ένοικος του τάφου; Ξεκίνησε τότε η βεβιασμένη απόδοσή του σε υπαρκτά πρόσωπα που σφράγισαν με την παρουσία τους κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους, με πρωταγωνιστή όλων τον Μέγα Αλέξανδρο. Η συνέχεια είναι γνωστή λίγο πολύ σε όλους και οδηγεί στο να συμπεράνει κανείς αν τελικά οι ταυτίσεις και η προσπάθεια σύνδεσης ενός ευρήματος με ιστορικά ή μυθικά γεγονότα και πρόσωπα είναι πάντοτε εφικτή.

Πηγή εικόνας: https://greektoys.org
Ο Τύμβος Καστά δεν είναι ωστόσο το μοναδικό εύρημα που ταυτίστηκε τόσο γρήγορα με πασίγνωστα ιστορικά πρόσωπα της Ελληνικής ιστορίας. Το ίδιο έχει συμβεί και με τους Δεσμώτες του Φαλήρου, για τους οποίους πλέον η έρευνα αφήνει ανοιχτή την ταύτισή τους με γεγονότα και πρόσωπα της Αθήνας του 6ου αι., για τη νεκρική μάσκα του Αγαμέμνονα κ.α. Αυτή η πρακτική δεν είναι άγνωστη στην αρχαιολογική κοινότητα. Είναι άλλωστε γνωστή συνήθεια ήδη από την εποχή του Ερρίκου Σλήμαν, ο οποίος προσπάθησε ανεπιτυχώς να ταυτίσει τις φάσεις της Τροίας με το μυθικό παρελθόν της. Στα τέλη της δεκαετίας του ’70, η Μεταδιαδικαστική Αρχαιολογία (Post-Processual Archaeology) ξεκινά να αντιμετωπίζει τα ευρήματα μέσα στο κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον (context) από το οποίο προήλθαν, αποδίδοντάς τους πιο έντονα ιστορικό πλαίσιο και ερμηνεία απ’ ότι παλαιότερα. Από τότε και στο εξής τα ευρήματα αποκτούν θέση στον χρόνο, πολλές φορές ιδιοκτήτη ή επιτελούν κάποιον σκοπό.
Ο συμβολισμός κυρίως εντοπίζεται στον διάκοσμο που τυχών φέρει το εύρημα, είτε αυτό είναι αγγείο, ψηφιδωτό, γλυπτός ή ζωγραφικός διάκοσμος ναών και οικιών. Αυτή η τακτική δεν εξυπηρετεί μόνο την αρχέγονη ανάγκη του ανθρώπου να ανήκει κάπου τόσο ο ίδιος όσο και η ιστορία του. Κυρίως επιστρατεύει τα ευρήματα ως ένα μέσο πολιτικής προπαγάνδας, όπου αυτό είναι δυνατό ή να κερδίζει την αναγνώριση τόσο του απλού κοινού, όσο και της επιστημονικής κοινότητας. Γιατί άλλωστε, στη συνείδηση όλων όπως διαμορφώθηκε μέσα από το εθνικό αφήγημα και πλήθος ταινιών, δεν είναι το ίδιο να ανακαλύπτεις τον τάφο όπου εκοιμήθηκε ο Μέγας Αλέξανδρος και το ίδιο ενός άγνωστου αριστοκράτη.

Πηγή εικόνας: lifo.gr
Μπορεί, λοιπόν, η αρχαιολογική έρευνα να ταυτίζει πρόσωπα ή να αποδίδει συμβολισμούς σε όλα τα ευρήματά της; Η απάντηση είναι πως όχι, δεν μπορεί αυτό να καταστεί πάντοτε δυνατό. Κι αυτό γιατί πολλές φορές οι γραπτές ή άλλες αξιόπιστες πηγές για την εποχή από την οποία προέρχεται ένα εύρημα μπορεί να εκλείπουν ή να εντοπίζονται σε κατοπινές περιόδους, με αυτό να σημαίνει ότι δεν αποδίδεται απαραίτητα η πραγματικότητα. Θα πρέπει, ακόμη, να αναγνωριστεί και το γεγονός ότι όπως και ο άνθρωπος του 21ου αι. έτσι κι εκείνος της αρχαιότητας, δεν ενδιαφερόταν πάντα να συμβολίσει κάτι συγκεκριμένο με τη διακόσμηση που επέλεγε στο αγγείο πόσεως που χρησιμοποιούσε στη καθημερινότητά του, στους τοίχους της οικείας ή του Ναού του. Ένα τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα ψηφιδωτά που απαντώνται στην Παλαιοχριστιανική Εκκλησία Α της Νικοπόλεως. Σε αυτά οι ιχθύες συνυπάρχουν με οπωροκηπευτικά κι άλλα ζώα, κυρίως υδρόβια πτηνά, που εντοπίζονται στη περιοχή της Πρέβεζας, αποτελώντας κυρίως απλά διακοσμητικά στοιχεία κι όχι τον συμβολισμό του Ιησού Χριστού. Κι ο κατάλογος δεν τελειώνει εδώ.

Πηγή εικόνας: https://www.searchculture.gr
Απ’ όλα αυτά τα παραδείγματα και τόσα άλλα που δεν αναφέρονται παραπάνω, προκύπτει το συμπέρασμα πως η αρχαιολογία δεν είναι εδώ απλά για να ξεθάψει μόνο σημαντικά ιστορικά πρόσωπα και τέχνεργα. Δεν ενδιαφέρει την έρευνα αποκλειστικά η απόδοση συμβολισμών και η ιστορική ταύτιση των ευρημάτων. Φυσικά και κάτι τέτοιο μπορεί πολλές φορές να συμβεί ή να είναι μια από τις αναγκαίες ερευνητικές παραμέτρους, αλλά δεν είναι ωστόσο το μοναδικό ζητούμενο. Κύρια ανάγκη είναι να ανασυσταθεί το παρελθόν σε όλο το φάσμα του δημόσιου και ιδιωτικού βίου. Αυτό θα επιτευχθεί ενώνοντας το παρόν και το παρελθόν από το οποίο προέρχεται ο άνθρωπος, μέσω της τέχνης, των παραδόσεων και της καθημερινότητάς του. Κι ίσως εκεί τελικά να κρύβεται η μαγεία της αρχαιολογίας και οι ανασκαφές για τον Μέγα Αλέξανδρο.
Ενδεικτική βιβλιογραφία
Chryssoulaki, St. (2019). The Excavations at Phaleron Cemetery 2012-2017: An Introduction στο Constanze Graml, Annarita Doronzio, Vincenzo Capozzoli (επιμ.), Rethinking Athens Before the Persian Wars. Πρακτικά του International Workshop του Ludwig Maximilians Universität München. Μόναχο 23-24 Φεβρουαρίου 2017. 103-113.
Schnapp, A. (1998). Η κατάκτηση του παρελθόντος. Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
Βαλαβάνης, Π.(επιμ.) (2018). Μεγάλες στιγμές της ελληνικής αρχαιολογίας. Αθήνα: Εκδόσεις Καπόν.
Βάση δεδομένων Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού: odysseus.culture.gr, culture.gov.gr