Αν θα μπορούσαμε να τοποθετήσουμε χρονολογικά την ελληνική γλώσσα, θα μεταφερόμασταν αρκετές χιλιάδες χρόνια πίσω, γύρω στο 3.000 π.Χ και θα φτάναμε έως το σήμερα.
Από τότε, λοιπόν, η ίδια γλώσσα συνεχίζει να υπάρχει παρ’ όλες τις όποιες αλλαγές που έχει υποστεί –σε γραπτό και προφορικό λόγο- ανά τους αιώνες. Ακλόνητο τεκμήριο για το παραπάνω, είναι εκφράσεις ή ακόμα και λέξεις, που χρησιμοποιούμε από τότε, είτε ακούσια, είτε έχοντας πλήρη συνείδηση της προέλευσής τους. Παρακάτω καταγράφονται ελάχιστες από τις αρχαίες εκφράσεις που χρησιμοποιούμε στον καθημερινό μας λόγο, και είτε δεν γνωρίζουμε ακριβώς τη σημασία τους, είτε τις χρησιμοποιούμε λανθασμένα, είτε κρύβουν κάποια ιστορία από πίσω.

- μηδένα προ τοῦ τέλους μακάριζε: «Μην θεωρείς κάποιον καλότυχο πριν από το τέλος του». Ο Σόλων με την παραπάνω ρήση απευθύνθηκε στον βασιλιά της Λυδίας (αρχαία ελληνική πόλη, γεωγραφικά επεκτεινόμενη στον χώρο της Μ. Ασίας) Κροίσο, όταν ο τελευταίος σε συνάντηση που είχαν μεταξύ τους μακάριζε και επαινούσε την τύχη του. Ο Σόλων αρνούμενος να υποδείξει τον Κροίσο ως τον πιο καλότυχο άντρα, υποστηρίζει, ότι επειδή η τύχη είναι ευμετάβλητη και κανείς δεν ξέρει πώς έρχονται τα πράγματα στο τέλος, δεν θα πρέπει να κρίνεται κάποιος για τη ζωή και την τύχη του, μέχρι αυτή να ολοκληρωθεί. Ο Κροίσος, ήταν όντως πάρα πολύ ισχυρός βασιλιά και ιδιαίτερα ξακουστός για τα πλούτη του, ωστόσο έχασε τον γιο του στο κυνήγι και ο ίδιος αιχμαλωτίστηκε από τον Πέρση βασιλιά Κύρο. Λίγο πριν εκτελεστεί, ενθυμούμενος τα λόγια του νομοθέτη αναφώνησε «Σόλων! Σόλων! Σόλων!». Όταν ρωτήθηκε από τον Κύρο για αυτή του τη φράση, εκείνος του αφηγήθηκε την παραπάνω συνάντηση. Σύμφωνα με την ιστορία, ο Κύρος του χάρισε τη ζωή και τον έκανε σύμβουλό του.

- ἄχθος ἀρούρης: Ο Όμηρος βάζοντας τον Αχιλλέα να πει αυτή τη φράση προς τη μητέρα του, ψυχογραφεί τον ήρωα και αναδεικνύει το ηρωικό ιδεώδες. Μια φυσιογνωμία με το κύρος του Αχιλλέα, δεν θα μπορούσε παρά να αισθάνεται βάρος της γης και άντρας άχρηστος, ύστερα από παρατεταμένη απραγία και αποχή από το πεδίο της μάχης. Ετυμολογικά η λέξη «ἄχθος» σημαίνει το βάρος και το επίθετο «ἀρούρης», προέρχεται από το ουσιαστικό «ἄρουρα» που σημαίνει την καλλιεργήσιμη γη ή γη γενικότερα.

- ἅμ’ ἔπος τε καὶ ἔργον ἐμήδετο κύδιμος Ἑρμῆς: Με τον λόγο και η πράξη ή εδώ και τώρα ή κατά τους Λατίνους «dictum factum». Την παραπάνω έκφραση τη συναντάμε συχνά ως «ἅμ’ ἔπος ἅμ’ ἔργον», ενώ αποτελεί και σύνθημα του Μηχανικού Όπλου του Ελληνικού Στρατού, το οποίο είναι επιφορτισμένο με διάφορες αρμοδιότητες, μία εκ των οποίων και η εκτέλεση δύσκολων έργων, εξ’ ου και το δάνειο της παραπάνω έκφρασης. Ωστόσο, η φράση προέρχεται από τον ύμνο του Όμηρου προς τον Ερμή:
[…]
ἢ ὅτε δινηθῶσιν ἀπ’ ὀφθαλμῶν ἀμαρυγαί,
Advertising
ὣς ἅμ’ ἔπος τε καὶ ἔργον ἐμήδετο κύδιμος Ἑρμῆς.
πῆξε δ’ ἄρ’ ἐν μέτροισι ταμὼν δόνακας καλάμοιο
πειρήνας διὰ νῶτα διὰ ῥινοῖο χελώνης.

- πράσινα άλογα ή πράσσειν άλ(λ)ογα: Μια έκφραση χιλιοειπωμένη, η οποία όμως διχάζει για το ποιος είναι ο σωστός και ποιος ο λάθος τρόπος έκφρασής της. Μερικοί υποστηρίζουν ότι προέρχεται από το ρήμα «πράττει» (<πράττω = κάνω) και το επίρρημα «άλογα» (=χωρίς λογική), ενώ μερικοί άλλοι, πιστεύουν, ότι η παραπάνω ερμηνεία δίνεται λανθασμένα και πως το σωστό είναι όντως «πράσινα άλογα». Στην τελευταία περίπτωση, αλλάζει και η ερμηνεία, καθώς δεν σημαίνει την παράλογη πράξη αλλά κάτι το ανέφικτο. Με παρεμφερή τρόπο, η έκφραση «πράσινα άλογα», εμφανίζεται στην Ιταλία «cavalli verdi» και στη Ρουμανία. Επιπλέον, υπάρχει μια μικρή ιστορία σχετικά με την προέλευση της δοσμένη από τον λαογράφο Τάκη Νατσούλη: Στα χρόνια της βασιλείας του Γεωργίου Α’, πολλά άλογα από τους βασιλικούς στάβλους πάθαιναν ψώρα. Προκειμένου να αντιμετωπιστεί αυτό, ο βασιλικός κτηνίατρος έδωσε εντολή στους ιπποκόμους να τους χορηγήσουν μία πράσινη αλοιφή προκειμένου να την αλείψουν πάνω στις πληγές τους και να γιατρευτούν. Ως αποτέλεσμα τα ζώα γινόντουσαν πράσινα, ενώ πολλά από αυτά δεν θεραπευόντουσαν και ως εκ τούτου αναγκάζονταν είτε να τα χαρίσουν, είτε να τα πουλήσουν στους χωρικούς. Εκείνη την περίοδο, κάποιος Γιώργης Πρόκας, από τη Θήβα, προσπάθησε να πουλήσει και αυτός κάποια από τα πράσινα άλογα στους χωρικούς και οι τελευταίοι εντυπωσιασμένοι από το χρώμα τους, άρχισαν να υποπτεύονται ότι κάτι συμβαίνει. Ο Πρόκας προκειμένου να τους καθησυχάσει, υποστήριξε ότι πρόκειται για μια ειδική ράτσα από το εξωτερικό που μόνο εκείνος και ο βασιλιάς είχαν το δικαίωμα να εισάγουν. Οι χωρικοί ανακουφισμένοι τα αγόρασαν και όταν ύστερα από μέρες αντιλήφθηκαν τι είχε συμβεί, κάλεσαν την αστυνομία και συνέλαβε τον Πρόκα.

- ἄκρον ἄωτον: Η φράση αυτή αναφέρεται στο ανώτερο σημείο που μπορεί μια κατάσταση να φτάσει. Αποτελείται από τα ουσιαστικά άκρον και άωτον, με το τελευταίο να σημαίνει στην νέα ελληνική γλώσσα, το πιο εκλεκτό δείγμα ενός είδους.
- παρασάγγας: Συνήθως απαντάται στην έκφραση «απέχω παρασάγγας», δηλώνοντας, μεταφορικά, την μεγάλη απόκλιση και διάσταση απόψεων, ιδεών κλπ. Προέρχεται από την περσική λέξη ‘φαρσαγγ’, η οποία ύστερα από τον εξελληνισμό των αρχαίων, την μετέτρεψαν σε ‘παρασάγγης’. Πρόκειται για μια αρχαία μονάδα μέτρησης του μήκους, η οποία σύμφωνα με κάποιες πηγές ισούταν με περίπου 5.554 μέτρα και χρησιμοποιούταν για τη μέτρηση βασιλικών οδών

- μέτρον ἄριστον: Πολλοί είναι εκείνοι που κάνουν σωστή χρήση του αποφθέγματος χρησιμοποιώντας το όπως φαίνεται προηγουμένως, αλλά πολλοί είναι, επίσης, εκείνοι όπου το χρησιμοποιούν λανθασμένα προσθέτοντας το «παν» στην αρχή της φράσης. Ο Ρόδιος φιλόσοφος, ποιητής και τύραννος Κλεόβουλος –και ένας εκ των επτά σοφών της αρχαιότητας- με την παραπάνω φράση, δήλωνε τη σημασία του μέτρου σε κάθε έκφανση της ζωής. Προφανώς, με την προσθήκη του ουσιαστικοποιημένου ουδετέρου του επιθέτου «πας», το νόημα της φράσης αλλάζει και, πλέον, κανείς θα μπορούσε να το ερμηνεύσει ως «κάθε μέτρο είναι καλό», μια σημασία εντελώς διαφορετική από αυτή του Κλεοβούλου.
- ἔκαστος ἐφ’ ῷ ἐτάχθη: Στην προκειμένη έκφραση, το σύνηθες λάθος είναι η αντικατάσταση του επιθέτου «ἔκαστος» , με το «καθ’ εἰς», μετατρέποντας την φράση του Ηροδότου σε «καθ’ εἰς ἐφ’ ῷ ἐτάχθη». Σε κάθε περίπτωση το σωστό είναι «ἔκαστος ἐφ’ ῷ ἐτάχθη», και χρησιμοποιείται για να δηλώσουμε την ενασχόληση κάποιου με αυτό το οποίο έχει σπουδάσει, για το οποίο μπορεί να έχει άποψη μέσω της σπουδής του.
Η ελληνική γλώσσα παραμένει ζωντανή ανά τους αιώνες με ακράδαντα παραδείγματα και στοιχεία, εκ των οποίων είναι και η πληθώρα λέξεων και εκφράσεων που καθημερινά είτε συναντάμε, είτε χρησιμοποιούμε.
Μερικές, επιπλέον, είναι οι: «πάταξον μέν, ἄκουσον δε», «μηδέν ἄγαν», «γνῶθι σαὐτόν», «οὐκ ἐν τῷ πολλῷ τὸ εὖ, ἀλλ᾿ ἐν τῷ εὖ τὸ πολύ», «εὖ ἀγωνίζεσθαι», «ἐξ ἀπαλών όνύχων», «κομίζω γλαύκα εἰς Ἀθῆνας», «κρίνει ἐξ ἰδίων τά ἀλλότρια», «ἐκ των ὧν οὑκ ἄνευ» και πάρα πολλές άλλες.
Η ελληνική γλώσσα είναι σπουδαία, όχι μόνο για την πληθώρα των λέξεων, αλλά κυρίως για την ακρίβεια με την οποία μπορεί να αποδώσει το νόημα και την ιδέα μια λέξης. Αυτό που ξεχνάμε ή παρανοούμε είναι, ότι πρόκειται για μια γλώσσα η οποία είναι ζωντανή, δεν ανήκει σε κάποια περασμένη εποχή που πλέον δεν γίνεται χρήση της. Μπορεί να άλλαξε μορφές ανά τους αιώνες, να καταργήσαμε, στον γραπτό λόγο, τα πνεύματα και την περισπωμένη, να αφαιρέσαμε τη δοτική πτώση ή να αντικαταστήσαμε κάποιες λέξεις με κάποιες άλλες, αλλά παραμένει η ίδια γλώσσα που χρησιμοποιούσε ο Όμηρος για τη δημιουργία των πρώτων λογοτεχνημάτων, των πρώτων ηρωικών προτύπων και των πρώτων ηθικών θεμελίων του δυτικού κόσμου.