
Η κοινωνία της Ελλάδας του Μεσοπολέμου επηρεάστηκε από διάφορα κοινωνικοπολιτικά γεγονότα που συνέβησαν στις αρχές του 20ου αιώνα. Ενώ για την Ευρώπη η περίοδος του Μεσοπολέμου ξεκινά με τον τερματισμό του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου με την υπογραφή συνθηκών (όπως η συνθήκη των Βερσαλλιών) το 1919 και τελειώνει με την εισβολή του Χίτλερ στην Πολωνία το 1939, στην Ελλάδα ξεκινά με τη Μικρασιατική καταστροφή το 1922 και το τέλος της Μεγάλης Ιδέας, και τελειώνει με την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου το 1940. Η έλευση των προσφύγων έφερε μεγάλες αλλαγές και μετασχηματισμούς στην κοινωνική πραγματικότητα της Ελλάδας του Μεσοπολέμου.
Το προσφυγικό ζήτημα
Το 1922, με τη λήξη της Μικρασιατικής εκστρατείας, περίπου 1,5 εκατομμύριο πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία εγκαταστάθηκαν στην ελληνική επικράτεια (στη Μακεδονία, τη Θράκη, την Αττική καθώς και σε άλλα μέρη της χώρας). Οι ισορροπίες του ελληνικού κράτους είχαν διασαλευτεί από τον μεγάλο αριθμό προσφύγων δέχονταν. Η χώρα δεν μπορούσε να φιλοξενήσει τόσους ανθρώπους. Δεν υπήρχαν σπίτια ούτε καταλύματα. Κατασκευάστηκαν με εντολή της κυβέρνησης πρόχειρα παραπήγματα και παράγκες όπου θα φιλοξενούσαν τους πρόσφυγες προσωρινά. Η καχυποψία και η εχθρότητα του ντόπιου πληθυσμού απέναντι στους “ξένους” ήταν μεγάλη. Πολλοί μάλιστα διαμαρτύρονταν και δεν ήθελαν πρόσφυγες στην γειτονιά τους.

Ο αριθμός των προσφύγων στα αστικά κέντρα ήταν τόσο μεγάλος που δημιουργήθηκαν συνοικίες όπως η Νέα Ιωνία, η Καισαριανή, η Κοκκινιά κλπ.). Τότε άρχισε να σημειώνεται το φαινόμενο της αστικοποίησης με τη συγκέντρωση του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού στα αστικά κέντρα.
Κοινωνικές τάξεις
Η έλευση των προσφύγων άλλαξε τις κοινωνικές δομές και οι κοινωνικές τάξεις διαμορφώθηκαν διαφορετικά. Υπήρχε η αστική τάξη της περιόδου η οποία αποτελούσε τον κύριο φορέα οικονομικής ισχύος, με έδρα κυρίως τα μεγάλα αστικά κέντρα, όπως η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη και ο Πειραιάς. Περιλάμβανε εμπόρους, βιομήχανους, εφοπλιστές και ανώτερα στελέχη της κρατικής διοίκησης. Η παρουσία των προσφύγων και η γενικότερη αναδιοργάνωση της οικονομίας επέτρεψαν σε ορισμένα τμήματα της αστικής τάξης να ενισχύσουν τη θέση τους, ειδικά μέσα από την εκβιομηχάνιση και την αστικοποίηση. Η τάξη αυτή ήταν μικρότερη αριθμητικά και κρατούσε αποστάσεις από τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα εντείνοντας έτσι τις ταξικές ανισότητες.

Στα μικροαστικά στρώματα περιλαμβάνονταν ελεύθεροι επαγγελματίες, μικροέμποροι, τεχνίτες και δημόσιοι υπάλληλοι. Η τάξη αυτή χαρακτηρίζονταν από ασταθή εισοδήματα και συχνή κοινωνική ανασφάλεια. Τα μικροαστικά στρώματα υπήρξαν κύριοι αποδέκτες των κοινωνικών και οικονομικών κρίσεων της εποχής, όπως η παγκόσμια οικονομική ύφεση του 1929. Αν και επιδίωκαν κοινωνική άνοδο, συχνά εγκλωβίζονταν μεταξύ της φιλοδοξίας για ένταξη στην αστική τάξη και του φόβου καθόδου στα εργατικά στρώματα.
Στα χαμηλότερα στρώματα του πληθυσμού ανήκαν η εργατική και η αγροτική τάξη. Η εργατική τάξη απαρτίζονταν από τους εργαζόμενους σε βιοτεχνίες, εργοστάσια και λιμάνια (πολλοί από τους οποίους ήταν πρόσφυγες), οι οποίοι εργάζονταν υπό ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες, χωρίς επαρκή νομική προστασία ή κοινωνικές παροχές. Η δράση εργατικών σωματείων και οι πρώτες μορφές εργατικών διεκδικήσεων (με απεργίες και διαδηλώσεις) κατέστησαν την εργατική τάξη πολιτικά δραστήρια, ειδικά μέσα από την ενίσχυση του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΚΚΕ). Η πλειοψηφία του ελληνικού πληθυσμού αποτελούνταν από την αγροτική τάξη. Παρά τις αγροτικές μεταρρυθμίσεις του 20ου αιώνα οι αγροτικοί πληθυσμοί ζούσαν πολύ φτωχικά και αναγκάζονταν πολλές φορές να μεταναστεύουν στα αστικά κέντρα αναζητώντας έναν καλύτερο τρόπο ζωής.
Ο ρόλος των φύλων
Ο ρόλος των φύλων την περίοδο του Μεσοπολέμου άλλαξε ριζικά. Αν και η κοινωνία παρέμενε πατριαρχική, η ανάγκη για εργασία και η παρουσία γυναικών στην παραγωγή έφεραν αλλαγές στον παραδοσιακό ρόλο της γυναίκας. Γυναίκες (κυρίως προσφυγοπούλες) άρχισαν να εργάζονται ως εργάτριες σε εργοστάσια και βιοτεχνίες καθώς και ως ράφτρες. Επίσης, άρχισαν να διεκδικούν τα δικαιώματα τους, ενώ αναπτύχθηκαν και τα πρώτα οργανωμένα φεμινιστικά κινήματα (όπως η Ένωση Ελληνίδων με αρχηγό την Καλλιρρόη Παρρέν καθώς και ο Σύνδεσμος για τα Δικαιώματα της Γυναίκας).

Το 1930, επί κυβέρνησης Ελευθέριου Βενιζέλου, υπερψηφίστηκε το δικαίωμα ψήφου των γυναικών και κατοχυρώθηκε με προεδρικό διάταγμα. Όμως, δεν είχαν όλες οι γυναίκες δικαίωμα ψήφου παρά μόνο οι Ελληνίδες που ήταν άνω των 30 ετών και είχαν τελειώσει το δημοτικό σχολείο. Το εκλογικό τους δικαίωμα αφορούσε τις δημοτικές και τις κοινοτικές εκλογές. Αυτό εκείνη την εποχή αποτελούσε ένα μεγάλο βήμα στη χειραφέτηση των γυναικών.
Παρά τα δειλά βήματα για την χειραφέτηση των γυναικών η εξουσία του πατέρα ή του συζύγου παρέμενε ισχυρή καθώς ο άνδρας ήταν αυτός που συνέδραμε οικονομικά στο σπίτι και ο «κουβαλητής» της οικογένειας. Οι πρόσφυγες άνδρες, που είχαν στερηθεί την περιουσία και το κύρος του παρελθόντος, ένιωθαν την κοινωνική πίεση να επανακτήσουν τον «ανδρικό» τους ρόλο. Από την άλλη πλευρά, οι γυναίκες όφειλαν να είναι υπάκουες και σεμνές καθώς η γυναίκα θεωρούνταν πυλώνας της οικογένειας, υπεύθυνη κυρίως για την ανατροφή των παιδιών και το νοικοκυριό. Τέλος, εξακολουθούσε να ισχύει ο θεσμός της προίκας.
Εκπαίδευση
Η εκπαίδευση την περίοδο του Μεσοπολέμου λειτουργούσε ως μέσο κοινωνικής ανόδου, κυρίως για τα παιδιά φτωχών οικογενειών που πλέον είχαν την δυνατότητα να εξασφαλίσουν πρόσβαση στη δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αν και η φοίτηση παρέμενε χαμηλή (κυρίως στις αγροτικές περιοχές), το σχολείο αποτέλεσε τον κύριο μηχανισμό πολιτισμικής ενσωμάτωσης και διαμόρφωσης της εθνικής ταυτότητας.

Η άφιξη των προσφύγων σήμαινε αυτομάτως και αύξηση των μαθητών. Το υπουργείο Παιδείας κατασκεύασε σχολικά κτήρια κοντά σε προσφυγικούς οικισμούς ενώ ταυτόχρονα, εισήχθησαν στην ελληνική παιδεία Μικρασιάτες δάσκαλοι με υψηλό μορφωτικό επίπεδο, οι οποίοι συνέβαλαν στον εμπλουτισμό της ελληνικής εκπαίδευσης με νέες ιδέες.
Από το 1936 ως το 1940, υπό το καθεστώς του Ιωάννη Μεταξά, υπήρξε προπαγάνδα στην εκπαίδευση. Τα σχολικά βιβλία ήταν πολιτικοποιημένα και εξέφραζαν τις ιδεολογίες του καθεστώτος. Την περίοδο εκείνη δημιουργήθηκε και η Εθνική Οργάνωση Νεολαίας (Ε.Ο.Ν.) που ήταν μια εθνικιστική οργάνωση νέων που είχε ως στόχο την γαλούχηση τους με την καθεστωτική ιδεολογία καθώς και την προσκόλληση και υπακοή τους στην κρατική εξουσία.
Πηγές:
Αλιβιζάτος, Ν. (1995). Οι πολιτικοί θεσμοί σε κρίση. Εκδόσεις Θεμέλιο. Αθήνα.
Σβορώνος, Ν. (2004). Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας. Εκδόσεις Θεμέλιο. Αθήνα.
Η περίοδος του Μεσοπολέμου στην Ελλάδα: Ανακτήθηκε από: www.pemptousia.gr (Τελευταία πρόσβαση στις 26/5/2025)