
Το Καρναβάλι, που στην ελληνική παράδοση έχει επικρατήσει ως Αποκριά, αποτελούσε, αρχικά, μια παραδοσιακή αγροτική γιορτή, η οποία, σταδιακά, μεταφέρθηκε και στις πόλεις. Οι ρίζες του διαγράφονται καθαρά από τα αρχαία χρόνια, καθώς σχετίζεται, τόσο, με τα διονυσιακά δρώμενα, όσο, και με τις τελετουργικές γιορτές για τη φύση και την εναλλαγή των εποχών. Στοιχεία του Καρναβαλιού είναι η μουσική, ο χορός, η μεταμφίεση και τα θεατρικά δρώμενα. Ιστορικά, η γιορτή εμπλουτίστηκε, ιδιαιτέρως, στη διάρκεια του Μεσαίωνα, με τις γιορτές των τρελών και των νεκρών.
Η ποικιλομορφία, που χαρακτηρίζει το Καρναβάλι, σήμερα, οφείλεται στο γεγονός πως, ως γιορτή, απαντάται σε κάθε μήκος και πλάτος της γης. Ωστόσο, ο χαρακτήρας του μένει σχετικά αμετάβλητος, αντιπροσωπεύοντας μια γιορτή ξεφαντώματος και γέλιου.
Για πολλούς ιστορικούς και ερευνητές, το Καρναβάλι υπήρξε, αναμφίβολα, μια τελετουργική γιορτή του σώματος, που ρέπει προς την σεξουαλικότητα και την ερωτική κατάχρηση. Παράλληλα, παραμένει σταθερά συνδεδεμένο με το στοιχείο της κοινότητας και της συγκρότησης του λαού, που συμμετέχει και μοιράζεται την εορταστική διάθεση και το γέλιο, ως μια αυθεντική συλλογική κατάσταση.
Ο κόσμος του Ραμπελαί και το λαϊκό γέλιο
«Φίλοι αναγνώστες που το βιβλίο τούτο διαβάζετε,
το κάθε πάθος από πάνω σας πετάξετε
κι από το διάβασμά του μη σκανταλιστείτε:
ούτε κακό ούτε προστυχιά μέσα του θα βρείτε.
Κι αλήθεια είναι πως στάλα τελειότητας εδώ πάλι
δε θα μάθετε, πάρεξ για το ζήτημα του γέλιου.
Άλλο θέμα η καρδιά μου δε δύναται να διαλέξει,
σαν βλέπει το σαράκι που σας σκάβει και σας τρώει.
Κάλλιο για γέλια παρά για κλάματα να γράφω,
αφού το γέλιο είναι γνώρισμα τ’ ανθρώπου μόνο.»Advertising
Με τον παραπάνω τρόπο ξεκινά το συγγραφικό του έργο Γαργαντούας, ο Φρανσουά Ραμπελαί. Γιατρός στο επάγγελμα και συγγραφέας μυθιστορημάτων, που αφηγούνται τις περιπέτειες δύο γιγάντων, του Γαργαντούα και του Πανταγκρυέλ, ο Ραμπελαί λογοκρίθηκε, κατά την περίοδο της Αναγέννησης, λόγω του κριτικού και σατιρικού χαρακτήρα των γραπτών του.
Τα μυθιστορήματα του είναι ιδιαιτέρως γνωστά, ακόμη και σήμερα, για την υπερβολή και την καρναβαλική ατμόσφαιρα που αποπνέουν, τις γκάφες των ηρώων και τη βωμολοχία, ενώ, τα έργα του φέρουν κοινά στοιχεία με τον Δον Κιχώτη του Θερβάντες και ορισμένα κείμενα του Σαίξπηρ. Ο Ραμπελαί, ωστόσο, μέσα από την γκροτέσκα απεικόνιση της ζωής και του κόσμου, μεταφέρει και υποστηρίζει την σπουδαιότητα του γέλιου και τη θεραπευτική του λειτουργία. Συγκεκριμένα, ο Γάλλος συγγραφέας εντοπίζει στο γέλιο μια διάσταση αναγεννητικής δύναμης και ριζοσπαστικής κοσμοθεώρησης.
Στη διάρκεια του Μεσαίωνα, το γέλιο υπήρξε συνυφασμένο με την αχαλίνωτη ελευθεριότητα και τη χυδαιότητα της λαϊκής τάξης και των κατώτερων στρωμάτων. Η καταπίεση και η θρησκευτική βαρβαρότητα καταδίκαζαν αυτή την μορφή έκφρασης. Ωστόσο, το λαϊκό γέλιο διείσδυσε, σταδιακά, μέσα στους κύκλους των ευγενών, οι οποίοι διατηρούσαν μια στάση ανεκτικότητας απέναντι στη λαϊκή βούληση και έκφραση. Την περίοδο αυτή σημειώνονται σαφείς εκδηλώσεις μεσαιωνικού παρεκκλησιαστικού εορταστικού γέλιου, όπως η γιορτή των τρελών, του γαϊδάρου και το Καρναβάλι.
Μέσα στο έντονο κλίμα της εποχής, ο Ραμπελαί υπήρξε σημαντικός υποστηρικτής αυτής της αναδυόμενης λαϊκής κουλτούρας. Πάνω στη ραμπελαισιανή θεώρηση του κόσμου, πατά και ο Ρώσος φιλόσοφος και θεωρητικός της λογοτεχνίας, Μιχαήλ Μπαχτίν, ο οποίος αναγνωρίζει στο καρναβαλικό γέλιο την αμφισημία και τον απόλυτο σαρκασμό.
Μιχαήλ Μπαχτίν: η λαϊκή κουλτούρα και το Καρναβάλι
Στο έργο του για τη λαϊκή κουλτούρα του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης, ο Μπαχτίν διαχωρίζει το Καρναβάλι, από τις υπόλοιπες γιορτές των αριστοκρατών και την επισημότητα του καλού κόσμου. Σε αντίθεση με τον οργανωμένο και συμβατικό χαρακτήρα αυτών των εκδηλώσεων, το Καρναβάλι αποτελεί ένα εξέχον κωμικό θέαμα που απεικονίζει έναν κόσμο διαφορετικό, συνειδητά ανεπίσημο και αυθόρμητο, ένα δεύτερο κόσμο, που βρίσκεται έξω από την περιοχή του κράτους και της θρησκείας. Η δυαδικότητα αυτή, που καταλογίζεται μεταξύ ενός επίσημου και ενός ανεπίσημου κόσμου, και όπου ο δεύτερος ζει στην σκία του προηγούμενου, αποτελεί μείζον στοιχείο της πολιτισμικής ιστορικής συνείδησης των μεσαιωνικών χρόνων.
Για τον Μπαχτίν, το Καρναβάλι βρίσκεται μεταξύ της τέχνης του θεάτρου και της ζωής, η οποία και παρουσιάζεται, τελικά, ως ένα διαρκές παιχνίδι. Σε αντίθεση, ωστόσο, με την θεατρική πρακτική, το καρναβάλι δεν έχει θεατές. Οι παρευρισκόμενοι εμπλέκονται και ζουν σύμφωνα με τους νόμους της ίδιας της καρναβαλικής ελευθερίας.
Ο καθολικός χαρακτήρας της γιορτής απαιτεί την συμμετοχή όλων, την αναγέννηση και την ανανέωση του κόσμου, μέσα από τη θριαμβευτική νίκη της, έστω και, προσωρινής ανθρώπινης απελευθέρωσης. Η ακύρωση της ιεραρχικής κοινωνίας, των προνομίων και των ταμπού, σε συνδυασμό με την απαλλαγή από το θρησκευτικό δογματισμό αποτελεί, σύμφωνα με τον Μπαχτίν, την ύψιστη λειτουργία του Καρναβαλιού, ως την αυθεντική γιορτή της αλλαγής και μεταβολής.
Επιπλέον, καθοριστικό στοιχείο της γιορτής υπήρξε ο πανανθρώπινος χαρακτήρας της και η δύναμη της να συνδέει τα άτομα κάτω από μια συλλογική ταυτότητα και το όραμα ενός απελευθερωμένου κόσμου. Ειδικά, κατά την εποχή του Μεσαίωνα, το Καρναβάλι χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερο ουτοπικό νόημα και φιλοσοφικό υπόβαθρο, που στην πράξη εκφράζεται ως μια επαναστατική κίνηση, μέσω του γκροτέσκου ρεαλισμού.
Γκροτέσκος ρεαλισμός: Ανάλυση της θεωρίας του Μπαχτίν
Η φύση της γιορτής του Καρναβαλιού ενέχει το στοιχείο της έξαρσης, της παραφοράς και της υπερβολής. Απαραίτητα χαρακτηριστικά αυτού είναι, σύμφωνα με τον Μπαχτίν, το παιχνίδι των μεταμφιέσεων και αλλαγής ρόλων και η αντιστροφή της σωματικής και λεκτικής έκφρασης, που οδηγούνται στην υπερβολή (σεξουαλικότητα, παρωδία, σατυρικά δρώμενα, βωμολοχία και άνευ ορίων κατανάλωση τροφής και ποτών). Παράλληλα, και κυρίως στα μεσαιωνικά χρόνια, η βία αποτελούσε, εξίσου, αναπόσπαστο κομμάτι αυτής της τελετουργίας.
Τα στοιχεία, που εμπλέκονται στο Καρναβάλι, συνθέτουν την εικόνα του λαϊκού πολιτισμού της εποχής και αποτελούν ένα σύνολο κανόνων συμπεριφοράς και κοσμοθεώρησης, που αντιβαίνει στη ρομαντική αντίληψη του σώματος και του κόσμου. Το είδος αυτό ονομάζεται, κατά τον Μπαχτίν, γκροτέσκος ρεαλισμός και απαντάται σε πολλές εκδηλώσεις της λαϊκής ζωής, όπως και στα μυθιστορήματα του Ραμπελαί.
Κύρια λειτουργία του γκροτέσκου ρεαλισμού είναι ο υποβιβασμός και η γελοιοποίηση κάθε υψηλής αξίας, η οποία, εν τέλει, καταλήγει ισοδύναμη με το γήινο και το απτό. Στην περίπτωση του Καρναβαλιού, ο γκροτέσκος ρεαλισμός εμφανίζεται μέσα από την απεικόνιση μέρους της κοινωνικής ζωής, με θεατρικά και κωμικά στοιχεία, που προκαλούν το αμφίσημο γέλιο. Στο πεδίο αυτό, η κριτική και το γέλιο διαχέεται στον κόσμο και κατευθύνεται σε όλους, μηδενός εξαιρουμένου.
Ο Μπαχτίν, υποστηρίζει, ακόμα, ότι η κριτική του γκροτέσκου ρεαλισμού έχει ως στόχο κάθε τι που φέρεται ως αλάθητο και πνευματικά καθαρό. Μέσω της παρωδίας των αξιών, αλλά και της αυτογελοιοποίησης, ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται τη ρευστότητα της ατομικής του ταυτότητας και την ατέλεια του κόσμου.
Το ίδιο το γκροτέσκο σώμα είναι ατελές και διευρυμένο. Τα μέλη του λείπουν ή αντικαθίστανται με άλλα, ενώ, συχνά, λαμβάνουν εξωπραγματικά μεγέθη, όπως οι μάσκες με τεράστια μύτη ή μια εξαιρετικά φουσκωμένη πρόσθετη κοιλιά. Επίσης, τα γεννητικά όργανα, όπως και το στόμα, έχουν σημαντική θέση στην γκροτέσκα θεματολογία, γιατί αποτελούν σύμβολο επικοινωνίας του σώματος με άλλα σώματα και τον έξω κόσμο.
Με λίγα λόγια, στο γκροτέσκο ρεαλισμό το στοιχείο του σώματος είναι θετικό και αντιπροσωπεύει μια οικουμενική εικόνα για τη ζωή και τον κόσμο. Για τον Μπαχτίν, το γκροτέσκο σώμα, ένα σώμα ατελές και ανοιχτό, είναι ο ίδιος ο κόσμος, η παρακμή και η φθορά, που θα οδηγήσει στην αναγέννηση. Ένα μη συμμορφωμένο σώμα και ένας μη ιδανικός κόσμος αφήνει περιθώρια για αμφισβήτηση, καρναβαλικές γιορτές και ανατροπή.
Γιορτή του ανεστραμμένου κόσμου και των κοινωνικών συγκρούσεων
Για αρκετά χρόνια, το έθιμο του Καρναβαλιού λειτούργησε ως ένα μέσο οργάνωσης, επιτρέποντας τη λαϊκή έκφραση και τον συλλογικό οραματισμό μιας ουτοπικής κοινωνικής εναλλακτικής. Πιο συγκεκριμένα, και κυρίως κατά την περίοδο του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης, το Καρναβάλι προσφέρεται στις πλατιές λαϊκές μάζες, ως μια γιορτή ειλικρίνειας, ωμότητας και ασυδοσίας, ανατρέποντας τα καθιερωμένα, αντιστρέφοντας τον κόσμο και δοξάζοντας τη λαϊκή έκφραση και κουλτούρα.
Κατά την έννοια αυτή, ο κόσμος έπαυε, έστω και προσωρινά, να θυμίζει την επιβαλλόμενη από τις άρχουσες τάξεις λογική πραγματικότητα και αντιστρεφόταν εξ΄ολοκλήρου, καταλήγοντας στην αποκαθήλωση των ιερών αξιών και των κοινωνικών παραδοχών. Μέσα στην καρναβαλική ατμόσφαιρα, οι βασιλιάδες χάνουν την αριστοκρατική τους ταυτότητα και αντικαθίστανται από απλούς χωρικούς, ενώ, οι φτωχοί είναι αυτοί που ελεούν τους πλούσιους. Η ίδια η βιαιότητα αποκτά χαρακτήρα σύγκρουσης με το κατεστημένο και κοινωνικής διαμαρτυρίας απέναντι στην ανισότητα και την αυθαιρεσία των αρχόντων.
Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτήν τη λογική, το Καρναβάλι σηματοδοτούσε την ύψιστη έκφραση ενός κόσμου που επιθυμεί να αντιστραφεί, να αμφισβητήσει και να ορματιστεί ένα μέλλον διαφορετικό. Η τελετουργική του ιδιαιτερότητα έγκειται ακριβώς σε αυτήν τη λειτουργία και στην κοινοποίηση ιδεών και απόψεων, που επικοινωνούνται μεταξύ των συμμετεχόντων.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα της κοινωνικής σύγκρουσης, που εμπεριέχεται μέσα στα παραδοσιακά στοιχεία της γιορτής, είναι οι εξεγέρσεις των χωρικών στην Ιταλία και την Ελβετία, το 1511 και το 1513, που συνδέθηκαν με τον εορτασμό του Καρναβαλιού. Επίσης, στη διάρκεια του Πολέμου των χωρικών, στη Γερμανία, η γιορτή έλαβε αντιπαπική θεματολογία, ενώ, βίαια επεισόδια καταγράφονταν και στο Λονδίνο.
Ακόμα και στην σύγχρονη εποχή, όπου το Καρναβάλι έχει χάσει πολλά από τα πρωταρικά του χαρακτηριστικά, όπως τον αυθορμητισμό και το κοινωνικό του υπόβαθρο, το στοιχείο της διαμαρτυρίας και της ανατροπής δεν έχει εκλείψει εντελώς. Το πολυεθνικό Καρναβάλι του Νότινγκ Χιλ, το 1976, για παράδειγμα, οδήγησε χιλιάδες μετανάστες και ακτιβιστές της εποχής σε σύγκρουση με τις αστυνομικές αρχές και άλλα ακροδεξιά στοιχεία.
Ορισμένοι ανθρωπολόγοι, όπως ο Άμπνερ Κοέν, υποστηρίζουν ότι το Καρναβάλι είναι μια μεταμφιεσμένη μορφή των σχέσεων κουλτούρας και πολιτικής. Κάποιοι, ακόμα, θεωρούν πως η γιορτή, χρησιμοποιήθηκε ως μοχλός από το σύστημα, προκειμένου να επιτρέψει τη εκτόνωση της συσσωρευμένης λαϊκής δυσαρέσκειας.
Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και απέναντι σε όσους αμφισβητούν τη δύναμη της συλλογικής έκφρασης, το Καρναβάλι αποτελεί μια λαϊκή γιορτή, που προωθεί την ελευθερία, την ισότητα και το κοινωνικό όραμα. Η συλλογική ευθυμία και το καρναβαλικό γέλιο δεν είναι το απλό ισοδύναμο της κοινωνικής μωρίας, αλλά η δυναμική αφύπνιση του λαϊκού κόσμου, που μετατρέπει κάθε παλιό και άσχημο σε γελοιότητα, προκειμένου να το στηλιτεύσει και να το αφανίσει.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν για το άρθρο αυτό:
Γιούνης, Θ. Καρναβάλι: μια λαϊκή γιορτή του σώματος, του αντεστραμμένου κόσμου και της κοινωνικής αμφισβήτησης, 27 Φεβρουαρίου 2017, από: rednotebook.gr (Τελευταία Προβολή: 30/01/2021)
Μπαχτίν, Μ. Ο Ραμπελαί και ο κόσμος του: για τη λαϊκή κουλτούρα του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης, μτφ: Γιώργος Πινακούλας, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Φεβρουάριος 2017
Ραμπελαί, Φ. Γαργαντούας και Παντακρυέλ, μτφ: Φίλιππος Δ. Δρακονταείδης, Εκδόσεις Εξάντας, Αθήνα, Νοέμβριος 2018