Ήταν 21 Φεβρουαρίου του 1903, όταν ο 20ος αιώνας καλωσόρισε τον Ρεϊμόν Κενώ, έναν από τους σημαντικότερους διανοούμενους της εποχής του. Συγγραφέας, ποιητής, στιχουργός, μεταφραστής και μαθηματικός. Σήμερα, αν αναλογιστούμε τους τομείς στους οποίους άφησε έργο, θα καταλάβουμε τα συγκοινωνούντα δοχεία στο μυαλό του Ρεϊμόν Κενώ.
“Να φαντάζεσαι τον εαυτό σου”, ήταν ένα από τα χαρακτηριστικότερα ρητά του διανοούμενου, Ρεϊμόν Κενώ. Γάλλος στην καταγωγή, γεννημένος στη Χάβρη, σπούδασε φιλολογία και φιλοσοφία. Ασχολήθηκε και με τα μαθηματικά και τη φιλοσοφία τους, καθώς προσπαθούσε να βρει πάντα τρόπους σύνδεσης των επιστημών μεταξύ τους. Αφού επέστρεψε από τη στρατιωτική θητεία του στο Μαρόκο και την Αλγερία, όπου γνώρισε τις διάφορες εκφάνσεις της καθομιλουμένης γαλλικής, αλλά και την αραβική διάλεκτο, ένιωσε την ανάγκη να ασχοληθεί εντονότερα με τη συγγραφή. Αν και έγραφε από έφηβος, η εργασία του σ’ έναν εκδοτικό οίκο του έδωσε την ευκαιρία να δραστηριοποιηθεί πάνω στη λογοτεχνία.
Το έργο του Ρεϊμόν Κενώ
Αν και έγινε εκείνη την εποχή διάσημος για τα έργα του “H Ζαζί στο μετρό” και “Τα γαλάζια λουλούδια”, από τα οποία το πρώτο ανέβηκε και στον κινηματογράφο, η υστεροφημία του βασίζεται σε ένα φιλολογικό-λογοτεχνικό έργο, τις “Ασκήσεις Ύφους”. Ο Ρεϊμόν Κενώ στο τελευταίο αυτό έργο προσπαθεί να ανακαλύψει τη σημασία του ύφους στον γραπτό λόγο και πώς μπορεί μια ιστορία να αλλάξει χάρη στη διαφορετική οπτική γωνία.
Έτσι, μια απλή ιστορία μπορεί να λεχθεί με δεκάδες διαφορετικούς τρόπους. Η θεωρία του ύφους και η θεωρία της οπτικής γωνίας αποτελούν βασικά σημεία της δουλειάς του Ρεϊμόν Κενώ. Για παράδειγμα, πώς μπορούσε να αλλάξει η οπτική μιας ιστορίας μέσα από τα μάτια και τα λόγια ενός μάγκα, ενός ατόμου που μιλάει την αργκό, ενός ατόμου με προσωπικό συμφέρον, ενός ποιητή, ενός αστού, ενός χωριάτη, κ.ό.κ.
Όταν αναφερόμαστε δηλαδή στον Ρεϊμόν Κενώ, είναι σαν να κάνουμε ιδιαίτερη μνεία στη σύγχρονη αστυνομική λογοτεχνία και στον μοντερνισμό. Πόσες φορές δεν έχουμε παρακολουθήσει αστυνομικές ταινίες ή διαβάσει αστυνομικά μυθιστορήματα, όπου ο αστυνομικός παίρνει δεκάδες διαφορετικές καταθέσεις για το ίδιο περιστατικό!
Σημειώσεις
Σ’ ένα λεωφορείο της γραμμής S. Συνωστισμός. Ένας τύπος γύρω στα είκοσι έξι, καπέλο μαλακό με μια πλεξούδα στη θέση της κορδέλας, πολύ μακρύς λαιμός σαν να του τον είχανε τραβήξει. Κόσμος κατεβαίνει. Ο περί ου ο λόγος αρπάζεται μ’ έναν διπλανό του. Τον κατηγορεί πως τον σπρώχνει κάθε φορά που κάποιος θέλει να περάσει. Τόνος κλαψιάρικος με κακές διαθέσεις. Καθώς βλέπει να ελευθερώνεται ένα κάθισμα, τρέχει και κάθεται. Δύο ώρες αργότερα, τον ξαναβλέπω στην Κουρ ντε Ρομ, μπροστά στον σταθμό Σεν Λαζάρ. Είναι μαζί μ’ έναν φίλο του, που του λέει: «Πρέπει να ράψεις άλλο ένα κουμπί στο παλτό σου». Του δείχνει πού (στο πέτο) και γιατί.
Η υποκειμενική άποψη
Δεν ήμουν διόλου δυσαρεστημένος με το ντύσιμό μου εκείνη τη μέρα. Πρωτοφορούσα ένα παρδαλούτσικο καπέλο κι ένα παλτό, για το οποίο πολύ καμάρωνα. Μπροστά στο σταθμό Σαιν Λαζάρ συνάντησα τον Χ που προσπάθησε να μου χαλάσει το κέφι, θέλοντας να μου αποδείξει πως το παλτό μου ήταν πολύ ανοιχτό στο πέτο και πως θα ’πρεπε να προσθέσω εκεί ένα κουμπί. Πάλι καλά που δεν τόλμησε να θίξει το καπέλο μου. Λίγο νωρίτερα, έβαλα όπως έπρεπε στη θέση του ένα παλιοτόμαρο, που το ’κανε επίτηδες να με ξενυχιάζει κάθε φορά που περνούσε κόσμος, ανεβαίνοντας ή κατεβαίνοντας. Αυτό συνέβη σ’ ένα από κείνα τα βρωμερά λεωφορεία που πήζουν στη λαϊκούρα ακριβώς εκείνες τις ώρες που είμαι υποχρεωμένος να τα χρησιμοποιώ.
Διευκρινιστικό
Σ’ ένα λεωφορείο (και να μη γίνει σύγχυση με το: Εσένα λέω, φορείο!), παρατήρησα (και όχι παρατύρισα) έναν τύπο μ’ ένα (και όχι τυπωμένα) καπέλο στολισμένο με (και όχι καπέλο στολής μένoμε) ένα πλεγμένο κορδόνι (και όχι κορδωμένο πλεχτό). Είχε ένα λαιμό παρατεταμένο (και όχι ένα μελό παραπεταμένο). Οι άνθρωποι ήταν συνωστισμένοι (και όχι συν όστις μένει). Με κάθε απότομη κίνηση του οχήματος (και όχι οχύρωση του κινήματος), ο παραπλήσιος τον πατούσε (και όχι ο παραπατήσας τον πλησίαζε).
Ο νεαρός έγινε άνω ποταμών (και όχι ο ποταμός έγινε άνω νεαρών), μόλις όμως άδειασε μετά μια θέση (και όχι μια άδεια σε μετάθεση), πηδώντας πήγε προς τα κει (και όχι ο πηδών ας πει μια προσταγή). Αργότερα τον πήρε το μάτι μου που λες (και όχι αργό τεράτων πυρετό, μα τι μου λες), να μιλά με το φίλο του (και όχι να μήλα με το φύλλο του) για ένα κουμπί στο πανωφόρι του (και όχι για ένα αποκούμπι στο ανηφόρι του).
Ομοιοτέλευτο
Ένα μεσημέρι, μέσ’ στο καλοκαίρι, μπήκα στο S για να με μεταφέρει στου Σαμπερέ τα μέρη. Δεν φυσούσε αγέρι κι όπως είχε μαζευτεί εκεί μέσα ένα ασκέρι, κινδύνευα να κολλήσω μπέρι μπέρι. Ακούω ένα μακρυχέρη, λιγνό σαν αγιοκέρι, να βρίζει κάποιον: «μαουνιέρη», για τα πλήγματα που του επιφέρει και που τον κάνουν να υποφέρει. Κι ακαρτέρει κι ακαρτέρει, καταλαβαίνοντας πως είναι χαμένος από χέρι, παρατά το νταραβέρι και, ενώ όλος ο κόσμος επιχαίρει, την κοπανά σαν περιστέρι. Τον ξαναείδα πιο πέρι, έξω απ’ το σταθμό του Σαιν Λαζέρι, που ‘χε ανοίξει κουβεντέρι για το πέτο στο παλτέρι.
Τα παραπάνω αποτελούν μερικά μονάχα παραδείγματα για το πώς μπορούσε ο Ρεϊμόν Κενώ να μεταλλάξει μια ίδια ιστορία σε κάτι εντελώς διαφορετικό. Η θεωρία του αυτή σε πολλές περιπτώσεις φαίνεται παρατραβηγμένη και κάπως “μαθηματική” στην ακρίβεια, αλλά σίγουρα και παιγνιώδης. Ο Ρεϊμόν Κενώ πέθανε στις 25 Οκτωβρίου 1976 αφήνοντας πίσω του μεγάλη παρακαταθήκη πολλά μυθιστορήματα, ποιήματα, άρθρα, δοκίμια και μεταφράσεις.