Τέχνη και αντιγραφή: πως τα αντίγραφα έργων τέχνης συμβάλλουν στη διαχρονικότητά της

 

Γύψινα εκμαγεία – αντίγραφα αρχιτεκτονικών γλυπτών από φοιτητές του Ινστιτούτου Καλών Τεχνών του Μάαστριχτ (Ολλανδία) όπως παρουσιάζονται στην έκθεση «Μεταξύ τέχνης και αντιγραφής». Φωτογραφία από το χώρο έκθεσης και μερικά από τα εκθέματα. Copyright Ⓒ 2023 Kapoti Eleni

Τέχνη και αντιγραφή

Η αντιγραφή ως όρος, έχει χρησιμοποιηθεί στην τέχνη για να περιγράψει τη μέθοδο διδασκαλίας διάφορων τεχνοτροπιών αλλά και με το αρνητικό πρόσημο της πλαστογράφησης, δηλαδή της αντιγραφής ενός πρωτότυπου έργου χωρίς την άδεια του υπεύθυνου για το πρωτότυπο έργο. Παρόλα αυτά, δεν είναι λίγοι οι καλλιτέχνες που στις μέρες μας μεταφέρουν έργα τους σε πολλαπλά αντίγραφα με δική τους πρωτοβουλία. Γι’ αυτό το λόγο συχνά μπορεί να συναντάμε σε μουσεία και άλλους φορείς, διάφορους όρους για την περιγραφή των αυθεντικών αντίγραφων, όπως: «τυπώματα» (prints), «εκδόσεις» (editions) και «πολλαπλά έργα» (multiples).

Τι έχει συμβεί με τα έργα που αναπαράγονται από διαφορετικό τεχνίτη ή εργαστήριο; Σε κάποιες περιπτώσεις τέτοια έργα έχουν πωληθεί ως αυθεντικά αλλά και έχουν εκτεθεί σε μουσεία (όταν ακόμα δεν ήταν γνωστό και εξακριβωμένο αν είναι ή δεν είναι αυθεντικά έργα), σε πολλές περιπτώσεις όμως εκτίθενται και ως εμπεριστατωμένα αντίγραφα. Είναι γνωστό πως η αντιγραφή και η αναπαραγωγή υπαρχόντων έργων τέχνης έχει χρησιμοποιηθεί στα ευρωπαϊκά ακαδημαϊκά κέντρα ως μέθοδος διδασκαλίας κατά τους προηγούμενους αιώνες, ενώ ακόμα και σήμερα πολλά αντίγραφα κατασκευάζονται και χρησιμοποιούνται για διδακτικούς σκοπούς.

Τέχνη και αντιγραφή στην εκπαίδευση: Ακαδημαϊκή τέχνη και μέθοδοι διδασκαλίας

Όσον αφορά την αναπαραστατική μέθοδο διδασκαλίας στην τέχνη, είναι γνωστό πως σε ακαδημίες τέχνης αλλά και σε πανεπιστημιακά τμήματα συντήρησης έργων τέχνης, η αντιγραφή έχει αποτελέσει βασικό μέσο για την κατανόηση της τεχνοτροπίας και της δομής των έργων τέχνης ανά μελετηθείσα εποχή. Συγκεκριμένα κατά το 19ο αιώνα, στις Σχολές Καλών Τεχνών της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Ελλάδας, η ακαδημαϊκή διδασκαλία στηριζόταν κυρίως σε σχέδια (αποτυπώσεις σε χαρτί) της κλασικής ελληνικής γλυπτικής ή πινάκων παλαιών δασκάλων όπως οι αναγεννησιακοί, Μιχαήλ Άγγελος (1475-1564) και Ραφαήλ (1483-1520). Αυτή η διδακτική προσέγγιση είχε ως αποτέλεσμα την πιστή απόδοση των πρωτότυπων έργων, αλλά και κάποιες ενδιαφέρουσες παραλλαγές τους από τους σπουδαστές.

Η πρακτική της σχεδίασης, δηλαδή η αποτύπωση αριστουργημάτων των «παλαιών δασκάλων» σε χαρτί, αποτέλεσε το κορυφαίο μέσο για την αναγνώριση και την εκμάθηση της «καλής τέχνης» (σύμφωνα με τα ακαδημαϊκά πρότυπα). Όπως παρατηρείται και στην έκθεση «Μεταξύ τέχνης και αντιγραφής» στο Bonnenfanten (στο Μάαστριχτ της Ολλανδίας), στις ακαδημίες τέχνης στην Ευρώπη από το 17ο αιώνα κι έπειτα, σημαντικό ρόλο στη μαθητεία των νέων καλλιτεχνών έπαιξε η αντιγραφή γύψινων εκμαγείων σε χαρτί με κάρβουνο.

Advertising

Advertisements
Διαβάστε επίσης  Η ιστορία των Ολυμπιακών αγώνων
Ad 14

Είναι σημαντικό να επισημάνουμε πως η ακαδημαϊκή ιδεολογία στην ευρωπαϊκή τέχνη, αποτέλεσε μία πολύ περιοριστική δύναμη για την ανάπτυξη των προσωπικών ενδιαφερόντων των καλλιτεχνών καθώς επέβαλε μια μοναδική “σωστή” προσέγγιση της τέχνης, που απέρριπτε ρητά οποιεσδήποτε άλλες. Παράδειγμα αποτελεί το γεγονός πως μόνο μετά την ολοκλήρωση της εκπαίδευσης τους στο σχέδιο, την ανατομία και τη γεωμετρία, επιτρεπόταν στους σπουδαστές να ζωγραφίσουν (δηλαδή να χρησιμοποιούν χρώμα) ή να κατασκευάσουν γλυπτά αντίγραφα ζωντανών προσώπων. Το μάθημα της ζωγραφικής δε συμπεριλήφθηκε στο πρόγραμμα σπουδών της École des Beaux-Arts στη Γαλλία μέχρι το 1863, μίας από τις εμβληματικότερες ευρωπαϊκές ακαδημίες τεχνών (Visual Arts Cork, 2023).

Εγχώρια, ο γλύπτης Λεωνίδας Δρόσης αποτελεί ένα πρότυπο καλλιτέχνη επηρεασμένου από τέτοιου είδους τεχνικές αντιγραφής και συνδέεται με το γλυπτό διάκοσμο της Ακαδημίας των Αθηνών (1868-1872), στο οποίο αναπαράγονται και παραλλάσσονται αρχαία πρότυπα και πρωτότυπα έργα αρχαίων καλλιτεχνών, κάτι που γίνεται προφανές παρατηρώντας τη «Γέννηση της Αθηνάς», το θέμα του κεντρικού αετώματος στην Ακαδημία Αθηνών.

 

Η γέννηση της Αθηνάς (αέτωμα) του Λεωνίδα Δρόση όπως παρουσιάζεται στην Ακαδημία Αθηνών. Ανάκτηση από ιστοσελίδα: http://www.athenssculptures.com/2014/06/born-of-minerva.html

 

Ανάδειξη έργων αναπαραγόμενης τέχνης

Advertising

Στο παράδειγμα της έκθεσης «Μεταξύ τέχνης και αντιγραφής» στο Bonnenfanten που προαναφέρθηκε, τα γύψινα αντικείμενα που εκτίθενται δεν είναι πρωτότυπα έργα τέχνης, αλλά αντίγραφα αρχιτεκτονικών γλυπτών από την Αρχαία Ελλάδα και διακοσμητικά από γοτθικές εκκλησίες των Κάτω Χωρών. Στην ουσία είναι έργα των σπουδαστών από το Ινστιτούτο τεχνών του Μάαστριχτ πριν τον 21ο αιώνα. Πολλά από αυτά τα γύψινα αντίγραφα αγαλμάτων των φοιτητών διανεμήθηκαν με σκοπό να γεφυρώσουν την επαφή του πληθυσμού με τα «σημαντικά» έργα καλών τεχνών. Ποιος αποφάσιζε ποια έργα ήταν αρκετά σημαντικά ώστε να γίνουν γνωστά στο κοινό; Αυτό ήταν στο χέρι όσων κατείχαν τις υψηλές θέσεις εξουσίας. Παρόλα αυτά, στα τέλη του 19ου αιώνα, οι προτιμήσεις των δασκάλων άρχισαν να παίζουν ρόλο στην επιλογή των έργων, κάτι το οποίο επηρέασε σημαντικά την ποιότητα και την ποικιλότητα της αναπαραγόμενης τέχνης.

Στιγμιότυπo από την έκθεση «Μεταξύ τέχνης και αντιγραφής: Διατάξεις από γύψινα γλυπτά από τη συλλογή του Ινστιτούτου Τεχνών του Μάαστριχτ», η οποία είναι ανοιχτή για το κοινό ως 25.02.2024. Copyright Ⓒ 2023 Kapoti Eleni
Πορτραίτα 19ου αιώνα. Στιγμιότυπo από την έκθεση «Μεταξύ τέχνης και αντιγραφής: Διατάξεις από γύψινα γλυπτά από τη συλλογή του Ινστιτούτου Τεχνών του Μάαστριχτ», η οποία είναι ανοιχτή για το κοινό ως 25.02.2024. Copyright Ⓒ 2023 Kapoti Eleni

Για το πόσο μεγάλη υπήρξε η επιρροή της ακαδημαϊκής νοοτροπίας στην παραγωγή έργων τέχνης, ένα πολύ διαφωτιστικό παράδειγμα, το οποίο αντιστοιχεί σε πολλές χώρες της δυτικής Ευρώπης, αποτελεί η Γαλλική Ακαδημία η οποία κατείχε τα ινία στη διδασκαλία και την έκθεση της εικαστικής τέχνης στη χώρα. Πιο συγκεκριμένα, κατά το 19ο αιώνα, ένας νέος φιλόδοξος ζωγράφος δεν μπορούσε ούτε να αποκτήσει επίσημο “πτυχίο”, ούτε να εκθέσει τα έργα του στο κοινό, χωρίς την έγκριση της ακαδημίας. Πρόκειται για μια προφανή δογματική και ελιτιστική πρακτική, που αποδεικνύει την προσπάθεια της ακαδημίας για καλλιτεχνικό μονοπώλιο.

Διαβάστε επίσης  Το φαινόμενο συγκατοίκηση: Νέοι και ακρίβεια

 

Τα αντίγραφα και η χρήση τους στην επιστημονική έρευνα

Τα αντίγραφα, ή εκμαγεία, είναι αντικείμενα που αναπαράγονται και μοιάζουν με τα αντίστοιχα πρωτότυπα αντικείμενα. Συνήθως όμως κατασκευάζονται από διαφορετικό υλικό. Αυτά τα αντικείμενα μπορούν να έχουν καλλιτεχνικό, ιστορικό, διδακτικό και επιστημονικό ρόλο καθώς συμβάλλουν στη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς, τη μουσειολογία, την εκπαίδευση και την έρευνα γενικότερα.

Advertising

Πώς τα αντίγραφα εξυπηρετούν την έρευνα και την εκπαίδευση πρακτικά;

Δεν είναι σπάνιο τα φορητά αντικείμενα τέχνης να αποδειχθούν ευαίσθητα στις επιστημονικές αναλύσεις και γι’ αυτό η περαιτέρω μετακίνησή τους ίσως πρέπει να αποφευχθεί. Επιπλέον, η μετακίνηση των αυθεντικών έργων τέχνης είναι πολλές φορές δύσκολη ή και ανέφικτη λόγω του βάρους τους. Παρόλα αυτά, με την κατασκευή αντίγραφων από διαφορετικές πρώτες ύλες, είναι εφικτό να επιτευχθεί το χαμηλότερο βάρος χωρίς να επηρεάζει στο αποτέλεσμα το σχήμα ή τη δομή του τελικού αντίγραφου. Με αυτό τον τρόπο, το βάρος παύει να αποτελεί εμπόδιο στη μετακίνηση ενός έργου για περαιτέρω έρευνα αλλά και καθιστά εφικτή τη χρήση του αντικειμένου για εκπαιδευτικούς σκοπούς στην τριτοβάθμια αλλά και δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Φυσικά υπάρχει ένας περιορισμός στην επιστημονική έρευνα τέτοιων αντικειμένων. Αναλυτικά, οι μελέτες που βασίζονται σε αντίγραφα, όσον αφορά τα διακοσμητικά και συμβολικά χαρακτηριστικά είναι αποτελεσματικές, αλλά όσον αφορά την ανάλυση των φυσικών και δομικών στοιχείων τους είναι προφανώς προβληματικές. Ο κύριος λόγος για τον οποίο κατασκευάζονται και χρησιμοποιούνται τέτοιου είδους αντίγραφα είναι πολύ συγκεκριμένος και αποσκοπεί στη διατήρηση των πρωτότυπων έργων των οποίων η έκθεση τα θέτει σε υψηλό κίνδυνο περαιτέρω αλλοίωσης.

 

Ποια είναι τελικά η καλλιτεχνική αξία ενός αντίγραφου;

Σύμφωνα με τον ερευνητή James Grand, ένα τέλειο αντίγραφο μπορεί να είναι εξίσου καλό με το πρωτότυπο. Με ποιον τρόπο όμως; Ένα τέλειο αντίγραφο μπορεί να μας φέρει σε επαφή με την καλλιτεχνική αξία του έργου. Μας δίνει τη δυνατότητα να παρατηρήσουμε και να εκτιμήσουμε το καλλιτεχνικό έργο όπως ακριβώς μας επιτρέπει και το πρωτότυπο. Η συνθήκη αυτή προσφέρει και μια προστασία στην καλλιτεχνική αξία του έργου, με την έννοια πως αν το πρωτότυπο αλλοιωθεί ή χαθεί, θα εξακολουθούσαμε να έχουμε ένα τέλειο αντίγραφο για την παρατήρηση της σύνθεσης και της δομής της κατασκευής του. Ωστόσο, το ότι το πρωτότυπο και το τέλειο αντίγραφο του προσφέρουν την ίδια δυνατότητα για εμπειρία παρατήρησης του καλλιτεχνικού έργου, δεν σημαίνει ότι είναι εξίσου καλά έργα τέχνης.

Διαβάστε επίσης  Μέντιτσι: Η μεγάλη των αρχαιοκάπηλων σχολή
Advertising

Υπάρχουν πολλά προτερήματα που μπορεί να διαθέτει ένα τέλειο αντίγραφο, αλλά το πρωτότυπο ή ένα άλλο τέλειο αντίγραφο μπορεί να στερείται. Στοιχεία όπως είναι η ισχυρή εκφραστικότητα, η ευρηματικότητα, η φαντασία και η δεξιοτεχνία μπορεί να προσφέρονται από ένα τέλειο αντίγραφο και όχι από το πρωτότυπο έργο. Λόγω αυτών των επιπλέον ιδιοτήτων, ένα τέλειο αντίγραφο μπορεί να έχει μεγαλύτερη καλλιτεχνική αξία από ένα πρωτότυπο που στερείται των χαρακτηριστικών αυτών. Ομοίως, ένα πρωτότυπο μπορεί να έχει μεγαλύτερη καλλιτεχνική αξία από ένα αντίγραφο, και πιθανώς να υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες κανένα από τα δύο δεν έχει μεγαλύτερη καλλιτεχνική αξία από το άλλο.

 

Η άλλη Mona Lisa

Πως κάποιο αντίγραφο ενός έργου τέχνης θα μπορούσε να συμβάλει στη διαχρονική του διατήρηση αλλά και στην ανάδειξή του;

Η απάντηση μπορεί να βρίσκεται στο μουσείο Πράδο της Μαδρίτης, όπου στεγάζεται το αντίγραφο της περίφημης Μόνα Λίζα του Λεονάρντο Ντα Βίντσι (1452-1519) από το 1666.

Δεν είναι σπάνιο το πρωτότυπο έργο έχει αλλάξει τόσο πολύ που να μη φαίνεται πλέον από κοντά. Η αυθεντική La Gioconda έχει κλαπεί αρκετές φορές και έχει υποβληθεί σε αποκατάσταση, ενώ πλέον έχει καλυφθεί από ένα παχύ στρώμα κιτρινισμένου βερνικιού. Στην περίπτωση του αντίγραφου της Μαδρίτης, μετά την επεξεργασία του βερνικιού από τους συντηρητές, αποκαλύφθηκαν τα χρώματα της ενδυμασίας της αναπαριστώμενης γυναίκας από τον 16ο αιώνα. Επιπλέον, αποκαλύφθηκε και το τοπίο στο φόντο το οποίο προσέφερε σημαντικά στοιχεία για το αυθεντικό έργο του Λεονάρντο. Κάτι που παρατηρούμε επίσης είναι πως τελικά η παγκοσμίου φήμης γυναίκα κάποτε είχε φρύδια. Έρευνα που διεξήχθη το 2012 έδειξε ότι το έργο πρέπει να ζωγραφίστηκε ταυτόχρονα με τη Μόνα Λίζα που εκτίθεται στο Λούβρο στο Παρίσι, καθώς και στα δύο έργα υπάρχουν οι ίδιες αναλογίες.

Advertising

Αρχικά υπήρχαν πολλές αμφισβητήσεις για την «αξία» του αντίγραφου αυτού, ενώ αργότερα πολλοί προσπάθησαν ατελέσφορα να αποδείξουν πως τα καλλιτεχνικά εύσημα ανήκουν στον ίδιο το Λεονάρντο. Ωστόσο, ο δημιουργός του αντίγραφου αυτού δεν μας είναι γνωστός, αλλά οι πιθανότητες κλίνουν προς το να ήταν μέλος του εργαστηρίου του Ντα Βίντσι. Το σίγουρο όμως είναι πως αυτό το αντίγραφο μας προσφέρει πολλά στοιχεία για το πώς θα μπορούσε να ήταν το έργο πριν υποστεί όλες τις αλλοιώσεις.

 

 

Το αντίγραφο της Μόνας Λίζας από τη Μαδρίτη πριν (αριστερά) και μετά (δεξιά) τη διαδικασία της αποκατάστασής του. Πηγή: Glori, Carla. (2022). Studio comparativo: la Gioconda e la copia della Gioconda del Prado.

 

 

Η αυθεντική Μόνα Λίζα που βρίσκεται στο Λούβρο (αριστερά) σε σύγκριση με το αντίγραφο που εκτίθεται στο μουσείο Πράδο. Πηγή: Lorusso, Salvatore & Natali, Andrea. (2015). Mona Lisa: A Comparative Evaluation of the Different Versions and Their Copies. 15. 57-84. 10.6092/issn.1973-9494/6168.

 

 

 

 

Πηγές:

Advertising

Roberto, A. (2016). The scientific value of replicas through the analytic experience of Magdalenian portable art. Στο: M. Quagliuolo & D. Delino, επιμ. Quality Management of Cultural Heritage: problems and best practices. s.l.:Archaeopress Publishing Ltd, pp. 59-69.

Grant, J. (2015). Artistic Value and Copies of Artworks. The Journal of Aesthetics and Art Criticism, 26 October, 73(4), pp. 417-424.

Lorusso, S. & Natali, A. (2015). Mona Lisa: A Comparative Evaluation of the Different Versions and Their Copies, 15, pp. 57-84. 10.6092/issn.1973-9494/6168

Visual Arts Cork. Encyclopedia of Art History. Academic Art: Characteristics, History: Fine Arts Academies. Ανακτήθηκε από: visual-arts-cork.com/history-of-art/academic-art.htm [Accessed: 13/03/2023]

Advertising

Παυλόπουλος, Δ., 1992. Αντίγραφα και παραλλαγές έργων στη Νεοελληνική Γλυπτική. Αρχαιολογία, Issue 43, pp. 73-80

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Πώς τα ακουστικά Gaming επηρεάζουν την απόδοση στο παιχνίδι

Στον κόσμο των video games, η οπτική εμπειρία συχνά μονοπωλεί
Σταμάτα για λίγο και παρατήρησε γύρω σου...

Σταμάτα για λίγο και παρατήρησε γύρω σου…

Σταμάτα για λίγο και παρατήρησε γύρω σου… Έχεις το χρόνο,