Οι γευστικοί υποδοχείς βρίσκονται στη γλώσσα και σε διάφορα μέρη της στοματικής κοιλότητες σε συστάδες των 50 και ονομάζονται γευστικοί κάλυκες. Στη γλώσσα οι γευστικοί κάλυκες βρίσκονται συχνά γύρω από μικρές προεξοχές που ονομάζονται θηλές. Σε αυτό το όργανο διαφορετικές περιοχές αναγνωρίζουν και εντοπίζουν καλύτερα διαφορετικές γεύσεις. Οι βασικές γεύσεις είναι: αλμυρό, ξινό, πικρό, αλμυρό. Οποιαδήποτε γεύση μπορεί να περιγραφεί ως ο συνδυασμός των τεσσάρων αυτών ιδιοτήτων της γεύσης (Atkinson et al., 2003. Pinel, 2009).
Το μπροστινό μέρος της γλώσσας έχει μεγαλύτερη ευαισθησία σε γλυκές και αλμυρές ουσίες, ενώ το πίσω μέρος αναγνωρίζει καλύτερα τις πικρές. Στα πλάγια υπάρχει μεγαλύτερη ευαισθησία στις ξινές τροφές. Το κέντρο της γλώσσας δεν αναγνωρίζει καμία γεύση. Συνεπώς, αν θέλετε να καταπιείτε ένα χάπι με δυσάρεστη γεύση, καλύτερα να το τοποθετήσετε στο κέντρο της γλώσσας σας!
Πώς όμως εξηγείται αυτή η διαφοροποίηση των περιοχών της γλώσσας; Η απάντηση φαίνεται να είναι πως οι τέσσερις διαφορετικές γεύσεις φτάνουν στον εγκέφαλο μέσα από τέσσερις διαφορετικούς τύπους νευρικών ινών. Όλες οι νευρικές ίνες ανταποκρίνονται σε όλες τις γεύσεις, όμως η καθεμία ανταποκρίνεται καλύτερα στη δική της γεύση. Έτσι λοιπόν υπάρχουν οι αλμυρές ίνες, οι πικρές ίνες, οι γλυκές ίνες και οι ξινές ίνες. Οι αλμυρές ίνες στέλνουν στον εγκέφαλο ένα μήνυμα για αλμυρή γεύση, οι γλυκές ένα «γλυκό» μήνυμα κ.ο.κ. Η αντιστοιχία ανάμεσα στην υποκειμενική αντίληψη της γεύσης και στη νευρωνική κωδικοποίηση και δραστηριότητα είναι εμφανής (Atkinson et al., 2003. Pinel, 2009).
Βιβλιογραφία:
Atkinson, R.L., Atkinson, R.C., Smith, E.E., Bem, D.J., Nolen-Hoeksema, S. (2000). Εισαγωγή στην ψυχολογία του Hilgard. Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση, 2003.
Pinel, J.P.J. (2009). ΒΙΟΨΥΧΟΛΟΓΙΑ. Αθήνα: Ίων/εκδόσεις έλλην, 2011.