Η οπτική οξύτητα των νεογέννητων δεν είναι μεγάλη. Τα νεογέννητα δεν μπορούν να αλλάξουν εύκολα το πεδίο εστίασης της όρασής τους, ενώ η ικανότητα να βλέπουν μακριά είναι εξαιρετικά περιορισμένη. Ακόμη και με αυτούς περιορισμούς, όμως, τα νεογέννητα ξοδεύουν πολύ χρόνο κοιτάζοντας τον κόσμο (Atkison et al., 2003).
Τα νεογέννητα είναι εξαιρετικά επιλεκτικά στο τι κοιτάζουν. Προτιμούν περίπλοκα αντί για απλά σχήματα, και σχήματα με καμπύλες γραμμές παρά ίσιες. Ως εκ τούτου, τα νεογέννητα αντιδρούν σημαντικά όταν κοιτάζουν ένα ανθρώπινο πρόσωπο, ενώ υποστηρίζεται ότι μπορούν να αναγνωρίζουν το πρόσωπο της μητέρας τους ακόμη και από τη δεύτερη βδομάδα μετά τη γέννησή τους. Η βλεμματική επαφή ωστόσο ξεκινά περίπου στους δύο μήνες (Atkison et al., 2003. Craig, & Baucum, 2007).
Ακόμη και σε βρέφη μερικών ημερών έχει παρατηρηθεί η ικανότητα της μίμησης εκφράσεων του προσώπου, που υιοθετεί ένα άλλο άτομο. Στις έρευνες, φυσικά, τα βρέφη έπαιρναν μέρος στη μίμηση όταν ήταν σε εγρήγορση, ήρεμα και ταϊσμένα (Craig, & Baucum, 2007). Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μία απλή διαδικασία. Ο ενήλικας από τη μία μεριά σχηματίζει διάφορες εκφράσεις, ενώ ενδιάμεσα επιστρέφει στην ουδέτερη. Να σημειώσουμε εδώ ότι μία έρευνα (Reissland, 1988) βρήκε πως τα νεογέννητα ήταν ικανά να μιμούνται τις εκφράσεις του προσώπου από την πρώτη ώρα της ζωής τους (στο Schacter, Gilbert, & Wenger, 2009).
Πώς όμως εξηγείται η μίμηση των εκφράσεων του προσώπου από τα νεογέννητα;
Μερικοί ερευνητές υποστηρίζουν πως το νεογέννητο δε μιμείται ακριβώς τις εκφράσεις, με την έννοια ότι δεν το κάνει συνειδητά. Αντίθετα, πρόκειται για έναν εγγενή μηχανισμό των βρεφών, ο οποίος ανιχνεύει συγκεκριμένα αισθητήρια ερεθίσματα και ανταποκρίνεται με συγκεκριμένους τρόπους. Ο μηχανισμός αυτός υπάρχει από τη γέννηση και δε μαθαίνεται στην πορεία. Γι’ αυτό άλλωστε και η μίμηση των εκφράσεων προσώπου εμφανίζεται τόσο νωρίς (Craig, & Baucum, 2007. Kolb, & Whishaw, 2011).
Να σημειωθεί πως με τον όρο εγγενή εννοείται πως ο μηχανισμός αυτός έχει περάσει στο γονίδιο του συγκεκριμένου είδους, καθότι αποδείχθηκε προσαρμοστικός για την επιβίωση. Πώς λοιπόν η μίμηση των εκφράσεων του προσώπου ωφελεί τα βρέφη; Αρχικά, μία υπόθεση είναι πως πρέπει να υπάρχουν κάποια εσωτερικευμένα κοινωνικά σήματα, που βοηθούν το ανθρώπινο είδος στην επιβίωση. Μάλιστα, η μίμηση εκφράσεων του προσώπου βρέθηκε και σε παιδιά που ήταν εκ γενετής τυφλά. Τα παιδιά αυτά μιμούνταν τις εκφράσεις που έκανε ο ενήλικας, μολονότι δεν είχαν αντικρίσει ποτέ κάτι αντίστοιχο (Kolb, & Whishaw, 2011). Παράλληλα, η μίμηση των εκφράσεων του προσώπου της μητέρας από το βρέφος, βοηθάει στην ανάπτυξη του πρωίμου δεσμού μεταξύ τους. Το ίδιο ισχύει φυσικά και για τον πατέρα (Craig, & Baucum, 2007).
Βιβλιογραφία:
Atkison R.L., Atkison, R.C., Smith, E.E., Bem, D.J., & Hoeksema, S.N. (2003). Εισαγωγή στην ψυχολογία του Hilgard. Αθήνα: Παπαζήσης.
Craig, G. J., & Baucum, D. (2007). Η Ανάπτυξη του Ανθρώπου, Τόμος Α΄. Αθήνα: Παπαζήση.
Kolb, B., & Whishaw, I. Q. (2011). Εγκέφαλος και Συμπεριφορά. Αθήνα: Πασχαλίδης.
Schacter, D. L., Gilbert, D. T., & Wenger, D. M (2009). Ψυχολογία. Αθήνα: Gutenberg.