Ζήλεια και ερωτικές σχέσεις:
Η ζήλεια στις ερωτικές σχέσεις είναι παρούσα πολύ συχνά. Άλλοι ζηλεύουν λίγο και άλλοι πολύ. Τα συναισθήματα που συνοδεύουν τη ζήλεια ποικίλλουν. Η Elizabeth Bowen εκφράζει μία σημαντική πτυχή της ζήλειας με την ακόλουθη φράση: «Η ζήλεια δεν είναι τίποτα άλλο παρά το να νιώθεις μόνος απέναντι σε χαμογελαστούς εχθρούς (τους αντίζηλους)».
Προληπτική και αντιδραστική ζήλεια:
Υπάρχουν δύο τύποι ζήλειας. Η αντιδραστική και η προληπτική. Αντιδραστική ζήλεια ορίζεται αυτή η οποία φυσιολογικά εκδηλώνεται μετά την ανακάλυψη της απιστίας. Συνήθως την ακολουθεί η καχυποψία για μία δεύτερη «εξαπάτηση». Προληπτική ζήλεια είναι αυτή που αισθάνεται κανείς προκειμένου να εμποδίσει μια ενδεχόμενη απιστία. Στο πλαίσιο αυτής της κατηγορίας ζήλειας, ο ζηλιάρης σύντροφος είναι ικανός να εξασκήσει όποια πρακτική του διασφαλίσει ότι μειώνεται η όποια πρόσβαση στο σύντροφό του. Το αποτέλεσμα είναι η στέρηση της ελευθερίας του συντρόφου.
Έχει προταθεί η άποψη ότι είμαστε γενετικά προκαθορισμένοι να ανησυχούμε δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα για την επικείμενη απιστία του συντρόφου μας. Βιολογικές αιτίες φαίνεται πως είναι υπεύθυνες για τον φόβο μας αυτό. Ιδίως στους άντρες, το κίνητρο για την προληπτική ζήλεια είναι η διασφάλιση της πατρότητας των απογόνων. Η ζήλεια όμως είναι γένους θηλυκού…
Η «βιολογία» πίσω από τη γυναικεία ζήλεια:
Έχει ειπωθεί ότι για τις γυναίκες η ζήλεια είναι ένα εξελικτικό εφόδιο που ίσως κληρονομήθηκε από τις γυναίκες προγόνους. Η βιολογική της βάση δεν είναι σίγουρη. Μια πιθανή εξήγηση είναι ότι οι γυναίκες χρησιμοποιούσαν πάντα τη ζήλεια για να εξασφαλίσουν πόρους, όπως ένα σπίτι για τα παιδιά. Έτσι, ερευνητές καταλήγουν ότι μακροπρόθεσμα η ζήλεια θα μπορούσε να είναι πλεονέκτημα εξελικτικά, έναντι ξένων που απειλούν τα κεκτημένα μας.
Στην ιστορία και τη λογοτεχνία περιγράφονται δράματα γύρω από την ανδρική απιστία. Ιδίως όταν ο σύζυγος διώχνει τη γυναίκα του προς χάριν μιας νέας συζύγου και των νέων κληρονόμων, οι συνέπειες αποβαίνουν ολέθριες. Πάντα θα υπάρχει μια Μήδεια να ενσαρκώνει το ζηλότυπο μίσος και να σκοτώνει έναν Ιάσονα που την εγκατέλειψε. Τα παιδιά της, τυφλωμένη από την εκδίκηση, μπορεί και να τα έβλεπε ως παράπλευρες απώλειες. Και πάντα μια γυναίκα θα έχει δίκιο να διεκδικεί τα πρωτοτόκια για το παιδί της. Τρανό παράδειγμα ο βασιλιάς Δαβίδ, που για χάρη της ερωμένης του Βηρσαβεέ, δε διστάζει να σκοτώσει τον σύζυγό της, αλλά και τα ίδια του τα παιδιά. Κι αυτό για να μη χάσει την πρωτοκαθεδρία ο γιος της ερωμένης του, ο Σολομών. Επομένως παρατηρούμε ότι η ζήλεια δεν είναι μόνο γένους θηλυκού αν και υποκινείται κατά κύριο λόγο από μία γυναίκα.
Συντροφική σχέση, πάθος, σεξ και οικειότητα
Ένας από τους λόγους που ζηλεύουμε μπορεί να είναι γιατί νομίζουμε ότι η σχέση μας υστερεί σε κάποιο τομέα. Ο Strenberg παρατηρεί τη βασική διάκριση ανάμεσα στον παθιασμένο έρωτα που έχει ως βάση του το σεξ και στην οικεία και στοργική αγάπη. Αυτά τα δύο μπορεί να συνυπάρχουν με άριστα αποτελέσματα. Μπορεί όμως να αισθανόμαστε αυτά τα δύο συναισθήματα χωριστά.
Το πάθος όταν υφίσταται αυθύπαρκτο, εξισώνεται με τον τυφλό έρωτα. Η οικειότητα, ωστόσο, εμφανίζεται με τη στενή φιλία ή την ισχυρή έλξη για ένα άτομο. Οπωσδήποτε δεν εξαντλείται στις σεξουαλικές σχέσεις. Η δέσμευση από μόνη της παρουσιάζεται ως «κενή αγάπη», ένα είδος καθήκοντος και υπακοής σε κοινωνικές επιταγές. Μόνο ο συνδυασμός πάθους και οικειότητας μπορεί να παράξει δέσμευση για μια εμπιστευτική, μακροχρόνια σχέση. Όμως, το να υπάρχει πάθος και δέσμευση χωρίς φιλία – οικειότητα, μπορεί καταδικάσει τη σχέση στο μοίρασμα ενός κρεβατιού και όχι και των δύο εσωτερικών κόσμων.
Αντιμετώπιση:
Η ζήλεια είναι μια φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού μας. Ωστόσο όταν ξεφεύγει, καλό θα είναι να την περιορίσουμε. Ένας τρόπος είναι να σκεφτούμε κατά πόσο αυτά που νιώθουμε έχουν έρεισμα και κατά πόσο η ζήλεια μας είναι δικαιολογημένη. Καλό είναι να συζητήσουμε με το σύντροφό μας γι’ αυτές μας τις σκέψεις.
Ένας άλλος τρόπος είναι να μην υποτιμάμε τον εαυτό μας και τα πλεονεκτήματά μας. Ο κάθε ένας από εμάς έχει μοναδικά χαρακτηριστικά και χαρίσματα, που κάποτε προσέλκυσαν το σύντροφό μας σε εμάς. Δεν πρέπει να τα παραγνωρίζουμε.
Άλλη παράμετρος που θα βοηθήσει σημαντικά είναι να αναγνωρίσουμε το συναίσθημα. Παραδεχόμενοι για παράδειγμα ότι ζηλεύουμε, ανοίγουμε το δρόμο στο να μάθουμε νέα πράγματα. Έτσι, σταδιακά, οι αμυντικοί μηχανισμοί που χτίσαμε λόγω της ζήλειας, κάμπτονται, μέχρι που το συναίσθημα μετριάζεται.
Ένας άλλος δρόμος είναι η συγχώρεση. Το να συγχωρήσουμε τον εαυτό μας που νιώθει τη ζήλεια είναι σωτήριο. Πρέπει να αναγνωρίσουμε στον εαυτό μας ελαφρυντικά για τη ζήλεια μας. Λόγου χάρη, μπορεί να προερχόμαστε από ένα επικριτικό περιβάλλον που τονίζει κάποια μειονεκτήματά μας. Εμείς θεωρούμε ότι νομοτελειακά ο σύντροφός μας θα στραφεί αλλού. Παρά τις όποιες μειονεξίες μας, υπαρκτές ή ανύπαρκτες, υπάρχουν σίγουρα και δυνατά χαρακτηριστικά μας. Ανακαλύπτοντάς τα, έχουμε αυτοπεποίθηση και η ζήλεια καταλαγιάζει.
Πηγές:
1) Peter Van Sommers, Ζήλεια, εκδ. Οξύ, 2004
2) Margarita Tartakovsky, M.S, 8 Healthy Ways to Deal with Jealousy, ανακτήθηκε από Pcychcentral
3) Η ζήλεια είναι κληρονομική!, ανακτήθηκε από www.ilovestyle.com