Η Βουή και η Μανία είναι ένα αριστούργημα του 20ου αιώνα και το πρώτο που ενθρόνισε τον Αμερικανό συγγραφέα, Γουίλιαμ Φώκνερ, ανάμεσα στους κλασικούς συγγραφείς. Με το εξίσου σημαδιακό δεύτερο μυθιστόρημα του Αβεσσαλώμ, Αβεσσαλώμ να ακολουθεί, ο Φώκνερ υπήρξε πρωτοπόρος με τον τρόπο γραφής του, καθώς είναι φανερές και στις σελίδες του οι καταβολές των άλλων Ευρωπαίων πρωτοπόρων ομότεχνων του.
Πρόκειται για ένα απρόσμενα καθηλωτικό έργο, ένα βιβλίο στο οποίο υμνείται η δεξιοτεχνία του Φώκνερ και ο αναγνώστης καλείται να πάρει ενεργό μέρος και να εγκαταλείψει το ρόλο του παρατηρητή. Ο Φώκνερ ενσωμάτωσε προκλητικές τεχνικές, όπως είναι ο εσωτερικός μονόλογος, η εξερεύνηση της συνείδησης και οι συχνές κι απροειδοποίητες αφηγηματικές εναλλαγές που διατηρούν τον αναγνώστη σε μια βαθιά επαφή με τους πρωταγωνιστές και το περιβάλλον τους.
Πιο συγκεκριμένα, αυτό που προσπάθησε επιτυχώς ο Φώκνερ στο Η Βουή και η Μανία και μεγαλούργησε, ήταν να εντρυφήσει στον τρόπο λειτουργίας του καθένα από τους χαρακτήρες που δημιούργησε, να ακολουθήσει και να περιγράψει με οξυδέρκεια τον τρόπο σκέψης και δράσης του καθενός.
Το κατόρθωμα έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι αντιτίθεται σε όποιες καταβολές μπορεί να έχει ο αναγνώστης, είτε πρόκειται για αναγνώστες κλασικών ή/και ακαδημαϊκών έργων, είτε για αναγνώστες που προτιμούν ανάλαφρα αναγνώσματα. Ο τρόπος γραφής του δεν έχει σωστή χρονική σειρά, δεν ακολουθεί κανόνες λογικού ειρμού, αλλά παρεμβάλλεται συνεχώς από αναλαμπές παλαιότερων γεγονότων ή σκέψεις που προκαλούνται από κάποιο εξωτερικό ερεθισμό.
Αυτή η «σύγχυση» που προκαλείται στον αναγνώστη επιζητά αδιαλείπτως το ενδιαφέρον του, ώσπου να αρχίσει να ξεπλέκεται η δαιδαλώδης πλοκή και να ανακαλύπτονται ή/και να διευκρινίζονται γεγονότα. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω της συνεχούς εναλλαγής της αφηγηματικής σκοπιάς, κατά την εξέλιξη της ιστορίας: από τη θέση του Μπέντζαμιν, ένα παιδί με νοητική αναπηρία, του αδελφού του, Κουεντίν, του άλλου του αδελφού, Τζέισον και της μαύρης γυναίκας που ηγείται στο νοικοκυριό του σπιτιού και της ανάθρεψης των παιδιών, Ντίλσυ.
Θεματικά συνηθίζεται να χαρακτηρίζεται από τη φράση: «Η απουσία αγάπης οδηγεί στον Άδη». Ο Φώκνερ επιτυγχάνει μέσω αυτής της αφαιρετικής τεχνικής να υμνήσει τη δύναμη της αγάπης και τη σημασία της για ένα παιδί και, γενικότερα, για την εξέλιξη του ανθρώπου. Μέσω εννοιών, όπως αυτές της μνησικακίας, της φιλοχρηματίας, της επιμονής των ανθρώπων για την προφύλαξη της θέσης του στην κοινωνική ιεραρχία, του φυλετικού διαχωρισμού των λευκών και των μαύρων, των προκαταλήψεων για το διαχωρισμό των «έξυπνων και των χαζών», όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο βιβλίο, προσεγγίζει τις αξίες, την ηθική και τις νοοτροπίες, στις οποίες βασίζεται μια κοινωνία.
Αυτή τη κοινωνία επιλέγει να κατασκευάσει ο Φώκνερ: η επαρχία με το όνομα Γιοκνοπατώφα, το οποίο προέρχεται από τη σύνθεση δυο λέξεων της φυλής Τσίκασοου, μετρώντας περισσότερο μαύρους κατοίκους από λευκούς υπό την ιδιοκτησία των τελευταίων. Ο Φώκνερ είχε σχεδιάσει μέχρι και χάρτη της περιοχής, την οποία χρησιμοποίησε και σε επόμενα έργα του.
Ο Φώκνερ ασχολήθηκε και με τον κινηματογράφο, σεναριογράφησε για πολλές ταινίες, καθώς και μεταφέρθηκαν μερικά από τα βιβλία του. Παρά τη φήμη του, ο Φώκνερ αποστασιοποιήθηκε από τη δημοσιότητα. Έδωσε ελάχιστες συνεντεύξεις και οι επιστολές του ήταν αυστηρά επαγγελματικές. Παρά την επικέντρωση στον αμερικανικό νότο, η αφήγηση του έχει οικουμενική σημασία και στάση απέναντι σε προβλήματα, όπως οι φυλετικές διακρίσεις. Μέχρι και σήμερα τα έργα του παραμένουν διαχρονικά, επειδή η γραφή του Φώκνερ υπήρξε μοναδική.
Ο Αμερικανός συγγραφέας βραβεύτηκε το 1949 με Νόμπελ Λογοτεχνίας και το 1955, με δυο βραβεία Πούλιτζερ και με το Βραβείο Εθνικού βιβλίου (ΗΠΑ). Στον ελληνικό πνευματικό χώρο, τιμήθηκε το 1957 με το Αργυρό Μετάλλιο της Ακαδημίας Αθηνών.
Οπισθόφυλλο
“Η απουσία αγάπης οδηγεί στον Άδη”, θα ήταν το πρέπον επίγραμμα για τη “Βουή και τη μανία”, το ένα από τα δύο μεγάλα μυθιστορήματα του 20ου αιώνα (το άλλο είναι το “Αβεσσαλώμ, Αβεσσαλώμ” του Φώκνερ). Η ιστορία της αρχοντικής οικογένειας Κόμπσον είναι έργο τέχνης που μόνο με αυτά του Ντοστογιέβσκι παραβάλλεται. Η ανάγνωση του μυθιστορήματος “Η βουή και η μανία”, η διείσδυση στο μεγαλείο της τέχνης του Φώκνερ, στην έκταση και στο βάθος του παντοδύναμου οράματός του, αποτελεί άθλημα πνευματικό, συντροφιά ισόβια του αναγνώστη, τεκμήριο και πιστοποιητικό ως προς τη δεκτικότητα και τη νοημοσύνη του. Με τη μέθοδο γραφής του, ο Φώκνερ αναγκάζει τον αναγνώστη όχι απλώς να αναγνώσει, αλλά να λειτουργήσει ως πληρεξούσιος του νοσηρού μυαλού και των διαψεύσεων των ηρώων του. Ο Φώκνερ κατασκεύασε ένα δικό του σύμπαν: την επαρχία Γιοκνοπατώφα (Yoknapatawpha), σύνθεση από δύο λέξεις της φυλής Τσίκασοου (Yokana και Petopha: διαμελισμένη γη). 2.400 τ. εκτάρια, κάτοικοι 6.298 λευκοί και 9.313 μαύροι. Περίπου 600 απ’ αυτούς παίρνουν μέρος στα κείμενά του. Σχεδίασε και σχετικό χάρτη, με τις τοποθεσίες όπου διαδραματίζονται τα έργα του. Υπογράφει ως αποκλειστικός κύριος και ιδιοκτήτης της περιοχής.