
Και η Τέχνη είναι μια παραχώρηση, γιατί η ζωή χωρίς τέχνη είναι δύσκολη.
Ο Γιάννης Τσαρούχης ήταν Έλληνας ζωγράφος και υπήρξε ένας από τους πιο αγαπητούς ανθρώπους στο χώρο της τέχνης. Παράλληλα ήταν ενδυματολόγος, συγγραφέας και σκηνογράφος. Είχε μια ξεχωριστή προσωπικότητα και γι΄ αυτό ήταν πολύ δημοφιλής. Άφησε ένα τεράστιο έργο γεμάτο σοφία, στοχαστικότητα και ταλέντο.
Τα παιδικά χρόνια
Ο Γιάννης Τσαρούχης γεννήθηκε στις 13 Ιανουαρίου 1910 στον Πειραιά σε ένα νεοκλασικό σπίτι κοντά στο Πασαλιμάνι. Γιος του Αθανάσιου Τσαρούχη και της Μαρίας Μοναρχίδη με καταγωγή από τα Ψαρά. Πήγαινε στο νηπιαγωγείο όπου πήγαιναν οι αδελφές Παξινού και εκεί όταν έκαναν ζωγραφική συνήθιζε να ζωγραφίζει αγίους και ήταν το παιδί – θαύμα, όπως είπε και ο ίδιος. Από τα έξι του χρόνια όταν ζωγράφιζε τα σχέδια του δεν ήταν όπως άλλων παιδιών στην ηλικία του.

Σε ηλικία 10 ετών έζησε για 3 χρόνια μαζί με τον αδελφό του στο σπίτι της θείας του Δέσποινας Μεταξά, όταν οι γονείς του έφυγαν για το εξωτερικό. Όταν η οικογένεια του επιστρέφει από το ταξίδι μετακομίζουν στην Αθήνα. Άρχισε έκτος από τη ζωγραφική να του αρέσει και το θέατρο όταν είχε παρακολουθήσει μια θεατρική παράσταση με τη μητέρα του. Σε πολύ μικρή ηλικία έφτιαχνε σκηνικά, σαλόνια και κρεβατοκάμαρες σε μικρογραφία από χαρτόνι ειδικά τις κρεβατοκάμαρες που έβλεπε στο βουβό κινηματογράφο. Σε ηλικία 17 ετών αναλαμβάνει το σχεδιασμό σκηνικών και κοστουμιών για την παράσταση “Πριγκίπισσα Μαλένα”.
Σε μια συνέντευξη του ο Γιάννης Τσαρούχης δήλωσε ότι όταν τελείωσε το γυμνάσιο ο πατέρας του περίμενε να του πει τι θα κάνει από δω και στο εξής. Ο νεαρός Γιάννης απάντησε ότι αποφάσισε να γίνει ζωγράφος και ίσως και σκηνογράφος. Και τότε τον ρώτησε ο πατέρας του αν μπορεί να του πιστοποιήσει ότι έχει ταλέντο και ότι θα γίνει τόσο διάσημος όσο ο Αραβαντινός εκείνος απάντησε: ” Δε ξέρω αν θα αποκτήσω τόση δόξα , ένα πράγμα μπορώ να πιστοποιήσω ότι είτε αποτύχω είτε επιτύχω είτε κερδίσω είτε δεν κερδίσω θα έχω επιμονή και υπομονή.”
Η πορεία στην Τέχνη
Από το 1929 ως το 1935 σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών όπου δάσκαλοι του ήταν οι σπουδαίοι άνθρωποι της τέχνης, Δημήτριος Μπισκίνης, Δημήτριος Γερανιώτης, Σπύρος Βικάτος, Γεώργιος Ιακωβίδης, Θωμάς Θωμόπουλος, Γιάννης Κεφαλληνός και Κωνσταντίνος Παρθένης. Παράλληλα από το 1931 μέχρι το 1934 μαθήτευσε κοντά στο Φώτη Κόντογλου. Εκεί έμαθε τα μυστικά της αγιογραφίας και τη τεχνική της βυζαντινής τέχνης. Ο Γιάννης Τσαρούχης είχε πει για τον Αϊβαλιώτη δάσκαλο του:
“Το 1927 γνώρισα τον Κόντογλου, του πήγα μερικά σχέδιά μου και με αποπήρε. Μήνες είχα μία κρίση και άρχισα να ζωγραφίζω διαφορετικά. Το 1931 αποφάσισα να γίνω μαθητής και βοηθός του… Όταν συνάντησα τον Κόντογλου και γνώρισα το έργο του, τότε κατάλαβα ότι ο ρεαλισμός είναι ένα πράγμα που θέλει πολύ οργάνωση και δεν είναι καθόλου αντιγραφή, αλλά είναι μελέτη και ανάλυση του φαινομένου”.
Το 1935 ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη και αργότερα στο Παρίσι και την Ιταλία. Εκεί ξεκίνησε να επηρεάζεται η καλλιτεχνική του οπτική όταν μελέτησε την Αναγεννησιακή ζωγραφική, τον Ιμπρεσιονισμό, και το έργο του μεγάλου ζωγράφου Θεόφιλου. Επίσης γνώρισε διεθνούς φήμης καλλιτέχνες όπως ο Αλμπέρτο Τζακομέττι και Ανρί Ματίς.

Επιστρέφει στην Ελλάδα το 1936 και δύο χρόνια μετά, σε ηλικία 28 χρονών,κάνει την πρώτη του ατομική έκθεση στο κατάστημα Αλεξοπούλου στην Αθήνα. Στις 21 Ιανουαρίου 1938 γράφεται στην εφημερίδα “Καθημερινή” το εξής κείμενο:
ΠΡΩΤΗ ΕΚΘΕΣΗ ΤΣΑΡΟΥΧΗ: [Σημείωμα ανυπόγραφο.] Χθες εις το Μέγαρον Παπαστεφάνου (οδός Νίκης 11α) εγένοντο τα εγκαίνια της εκθέσεως του γνωστού ζωγράφου Ι. Τσαρούχη. Η πρώτη αυτή ατομική του έκθεσις εσημείωσε την επιτυχίαν η οποία ανεμένετο εκ μέρους όλων εκείνων που εγνώριζον από καιρό την αξίαν του έργου του. Παρευρέθη ο καλύτερος και ο γνωστότερος κόσμος των γραμμάτων και των τεχνών, θαυμάζων και περιεργαζόμενος την πραγματικώς τολμηράν του εργασίαν. Κυρίως έκανε εντύπωσιν η χρωματική του διάθεσις, μία ιδιαίτερη και οξεία αίσθησις του χρώματος εκφρασμένη εις ύφος έντονον, ειλικρινές, άμεσον, πηγαίον, έχον ουσιαστικήν σχέσιν με το ύφος της λαϊκής μας τέχνης. Παρουσίασε έργα καθαράς ζωγραφικής καθώς και μία διαλεγμένη σειρά από σκηνογραφίας. Από τους 60 περίπου πίνακας που έχει η έκθεσίς του, σημειώνουμε όλως ιδιαιτέρως τον υπ’ αριθ. (9) «Νεκρά φύσις» και τον υπ’ αριθ. (28) «Γυμνό όρθιο»· ως έργα με σπάνια χρωματικά και συνθετικά προτερήματα, επάνω εις το ύφος μιας προηγμένης λαϊκής τέχνης. Εργα του ηγόρασαν η κα Μαρίκα Κοτοπούλη, η Διεύθυνσις Γραμμάτων και Τεχνών του υπουργείου Παιδείας, η κα Παπαστεφάνου κ.ά.

Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος και η Παναγία της Νίκης
Όταν κηρύσσεται ο πόλεμος το 1940 επιστρατεύτηκε και υπηρέτησε στο Μηχανικό πολεμώντας στο Αλβανικό μέτωπο. Κατά τη διάρκεια του πολέμου είχε αναλάβει τ0 καμουφλάζ στρατιωτικών εγκαταστάσεων και στολών, ενώ συνέχιζε να ζωγραφίζει πορτραίτα των στρατιωτών. Εκεί εμπνεύστηκε να ζωγραφίσει την περίφημη “Παναγία της Νίκης”. Η ιστορία της “Παναγίας της Νίκης” ξεκίνησε όταν ένας στρατιώτης έγραψε αναφορά στον στρατηγό Κατσιμήτρο για το όραμά του. Ο ανθυπασπιστής Νίκος Γκάτζαρος είχε βγει για ένα περίπατο και περιγράφει την ασυνήθιστη εικόνα που αντίκρισε: “ο αήρ είχε πάψει να φυσά, ο ουρανός ήταν αστεροειδής και κατά την επιστροφή, ούτε 10 βήματα δεν είχε κάνει, του εμφανίζεται και του κόβει το δρόμο μια γυνή μαυροφόρα, έχουσα σεμνή την εμφάνισή της”. Το πρόσωπο της διακρινόταν στο ημίφως. Εκείνος αιφνιδιάστηκε από το θέαμα και έπεσε στα γόνατα στο έδαφος. Πήγε να την ασπαστεί, ενώ τα μάτια του ήταν συγκινημένα, τα πόδια και τα χέρια του έτρεμαν. Τότε άκουσε φωνές: “Είμαι η Παναγία. Μη φοβάσαι παιδί μου. Εγώ ενεμφανίσθη να σου ειπώ τρεις λόγους. Τους οποίους να μη λησμονήσεις”. Του είπε ότι πρώτον η Ελλάδα θα βγει νικηφόρα από τον πόλεμο, δεύτερον ότι ο πόλεμος κηρύχθηκε εναντίον της Ελλάδας για να γνωρίσει ο κόσμος ότι αφορμή είναι η απομάκρυνσή του από την χριστιανική θρησκεία και τρίτον ότι το δίκαιο πάντα υπερισχύει της βίας. Ο Κατσιμήτρος μόλις έμαθε για την αναφορά του στρατιώτη έδωσε εντολή να βρεθεί ζωγράφος. Ο Γιάννης Τσαρούχης σε γράμμα του, μαρτυρεί ο ίδιος, βρήκε ένα καπάκι από ένα κιβώτιο ρέγγας, το οποίο μύριζε έντονα και πάνω σε αυτό τη ζωγράφισε.

Στα χρόνια της κατοχής ίδρυσε μια ιδιωτική σχολή ζωγραφικής όπου είχε πολλούς νεαρούς σπουδαστές όπου φοίτησαν για μικρό χρονικό διάστημα όπως ο Κοσμάς Ξενάκης, ο Μίνως Αργυράκης, ο Νίκος Γεωργιάδης και η Ροζίτα Σώκου
Η μετέπειτα πορεία του
Μετά το 1941 άρχισε τις σκηνογραφίες συστηματικά για βιοποριστικούς λόγους. Συνεργάστηκε ως σκηνογράφος και ενδυματολόγος με τα θέατρα των Μαρίκα Κοτοπούλη, το Εθνικό Θέατρο και το Θέατρο Τέχνης. Πραγματοποίησε δυο ατομικές εκθέσεις το 1947 και μετέβη στο Παρίσι, όπου ένα χρόνο αργότερα, εξέθεσε έργα του στο Παρίσι και στο Λονδίνο στη “Ρέτφρη Γκαλερί”.
Το 1953 υπέγραψε συμβόλαιο με τη γκαλερί Ιόλας της Νέας Υόρκης και τρία χρόνια μετά αποτέλεσε υποψήφιος για Guggenheim και το 1958 συμμετέχει στη Biennale της Βενετίας. Από το 1958 μέχρι το 1961 ζωγραφίζει ελάχιστα και ασχολείται σχεδόν αποκλειστικά με τη σκηνογραφία. Αυτή την εποχή γνωρίζεται με την τραγουδίστρια Μαρία Κάλλας και ταξιδεύει στο Τέξας για να
φιλοτεχνήσει τα σκηνικά και τα κοστούμια για τη Μήδεια του Κερουμπίνι.

Το 1967 με την επιβολή της Δικτατορίας αποφασίζει να πάει στο Παρίσι και ο Τσαρούχης θα μείνει στο Παρίσι μέχρι το 1975. Εκεί δημιουργεί μια σχολή για την εκμάθηση σχεδίου. Το 1981 ιδρύει το “Ίδρυμα Γιάννη Τσαρούχη” όπου μετατρέπει το σπίτι του στο Μαρούσι και το 1982 ανοίγει ως “Μουσείο Γιάννη Τσαρούχη”.

Το τέλος της ζωής του
Τα επόμενα χρόνια αρρωσταίνει από τη νόσο του Πάρκινσον. Σύμφωνα με την ανιψιά του, Νίκη Γρυπάρη πριν τον θάνατό του, διάβαζε τη Νεκρώσιμη Ακολουθία ή του τη διάβαζαν. «Δεν υπάρχει γιατί. Ο ίδιος δε φοβόταν τον θάνατο. Ως άνθρωπο, μη μου ζητάτε να τον χαρακτηρίσω. Βασικά είχε ανθρώπινο χαρακτήρα. Βοηθούσε τους ανθρώπους. Ήξερε όταν δάνειζε ότι τα δανεικά δεν θα επιστρέφονταν, αλλά τα έδινε. Μόνο όταν επρόκειτο για δουλειά ήταν αυστηρός. Ήταν εποχές που δεν υπήρχε επαγγελματισμός και για να πετύχει έπρεπε να γίνουν τα πράγματα ακριβώς όπως ήθελε. Ήταν τρομερά δουλευταράς. Δούλευε συνέχεια από το πρωί. Και στο τέλος της ζωής του, ξυπνούσε στις 5, έπινε καφέ, διάβαζε και μετά άρχιζε τη δουλειά. Στο Παρίσι, δούλευε με το φως της μέρας».
Πεθαίνει στις 20 Ιουλίου του 1989 ενώ ετοιμαζόταν να ανεβάσει το έργο του τραγικού Ευρυπίδη, τον «Ορέστη».

Ένα ντοκιμαντέρ για τον Γιάννη Τσαρούχη στο παρακάτω βίντεο
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν σε αυτό το άρθρο:
- Γιάννης Τσαρούχης: Όταν γεννήθηκε ένας από τους σπουδαιότερους ζωγράφους της Ελλάδας. Ανακτήθηκε από www.culturenow.gr. Τελευταία ανάκτηση 08/02/23
- Γιάννης Τσαρούχης. Ανακτήθηκε από www.wikipedia.org. Τελευταία ανάκτηση 08/02/23
- Γιάννης Τσαρούχης. Ανακτήθηκε από www.tsarouchis.gr. Τελευταία ανάκτηση 08/02/23
- Παρέα με τον Τσαρούχη – ξανά. Ανακτήθηκε από www.popaganda.gr. Τελευταία ανάκτηση 08/02/23
- Γιάννης Τσαρούχης. Ανακτήθηκε από www.gnomikologikon.gr. Τελευταία ανάκτηση 08/02/23
- Μνήμη Τσαρούχη, Ανακτήθηκε από www.mixanitouxronou.gr. Τελευταία ανάκτηση 08/02/23
- Η Παναγιά της Νίκης. Ανακτήθηκε από www.mixanitouxronou.gr. Τελευταία ανάκτηση 08/02/23
- Η άγνωστη διαδρομή του Γιάννη Τσαρούχη. Ανακτήθηκε από www.mixanitouxronou.gr. Τελευταία ανάκτηση 08/02/23
- Ερτ2 – Μονόγραμμα:Γιάννης Τσαρούχης. Ανακτήθηκε από www.press.ert.gr. Τελευταία ανάκτηση 08/02/23
- Γιάννης Τσαρούχης. Ανακτήθηκε από www.kalitheapress.gr. Τελευταία ανάκτηση 08/02/23
- Γιάννης Τσαρούχης: Απο τις προσωπογραφίες των μηνών στην αυτοπροσωπογραφία του καλλιτέχνη. Ανακτήθηκε από www.thessculture.gr. Τελευταία ανάκτηση 08/02/23
- 80 χρονια πριν στην Κ. Ανακτήθηκε από www.kathimerini.gr. Τελευταία ανάκτηση 08/02/23
- Η Παναγιά της Νίκης. Ανακτήθηκε απο www. filoinikodimou,gr. Τελευταία ανάκτηση 08/02/23
- Γιάννης Τσαρούχης, Ο κοντινός μου άνθρωπος. Ανακτήθηκε από www.texni-zoi.blogspot.com. Τελευταία ανάκτηση 08/02/23
- Γιάννης Τσαρούχης, 1910-1989 (Συλλογικό). Εκδόσεις Μουσείο Μπενάκη