Πολύ πριν ο Francis Ford Coppola γυρίσει τον «Δράκουλά» του και ο Guillermo del Toro τον «Λαβύρινθο του Πάνα», ο Τσέχος Jaromil Jireš άφησε ιστορία στο σινεμά φαντασίας και τρόμου με το δικό του arthouse κινηματογραφικό παραμύθι. Βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του κομμουνιστή Vítězslav Nezval η ταινία «Valerie and her week of Wonders» θα μπορούσε να θεωρηθεί το ανατολικοευρωπαϊκό ανάλογο του γερμανικού «Καρυοθραύστη» πάνω στον υπαρξιακό τρόμο της ενηλικίωσης των κοριτσιών.
Υπόθεση και χαρακτήρες
Η Valerie στα 13 της χρόνια αρχίζει να βλέπει τέρατα και μαγικούς βοηθούς- πλάσματα κι ανθρώπους που ίσως να είναι στη φαντασία της, ίσως όμως να είναι και πραγματικοί. Η ζωή στο χωριό διαταράσσεται, όταν ένας θίασος ηθοποιών και μία ομάδα ιεραποστόλων το επισκέπτονται. Η γιαγιά της παύει να είναι μια μονοδιάστατη τροφός και γίνεται μία γυναίκα με πάθη και παρελθόν- μάλιστα μία νεαρή γυναίκα με λαχτάρα για τη ζωή. Πουλώντας την ψυχή της στο διάβολο, η γιαγιά γίνεται ένα βαμπίρ του σεξ, θυσιάζοντας την περιουσία και την εγγονή της. Έτσι η ταινία «Valerie and her week of wonders» συνιστά μία σκοτεινή, αντίστροφη «Κοκκινοσκουφίτσα». Μόνο που η Valerie δεν ήταν ποτέ τόσο αφελής, για να ρωτήσει ευθέως: «Γιαγιά, γιατί έχεις τόσο μεγάλα δόντια;» Γνωρίζει ήδη πως η όμορφη, νεαρή γιαγιά της είναι ο ίδιος ο Λύκος.
Ένα ακόμη όμως αρπακτικό την καταδιώκει. Είναι ένα αρσενικό τέρας που μοιάζει σε σημείο παρεξηγήσεως με το πρώτο κινηματογραφικό βαμπίρ του F.W. Murnau, τον αξεπέραστο Nosferatu. Κυκλοφορεί πάντα με μια βεντάλια κι ένα λευκό χαριτωμένο σκυλάκι στα χέρια του. Παρακολουθεί διαρκώς την Valerie και κάθε φορά που οι ματιές τους διασταυρώνονται, της ζητά να μείνει μαζί του. Η Valerie τον φοβάται, αλλά όχι πάντα, καθώς κοντά του νιώθει παραδόξως ασφάλεια- ειδικά όταν για μερικές στιγμές αυτός παίρνει τη μορφή του άλλοτε νέου κι όμορφου πατέρα της. Οι άνθρωποι στο χωριό πεθαίνουν και συνεχίζουν να διάγουν μουδιασμένοι μία ζωή χωρίς νόημα και προσανατολισμό. Όταν η Valerie βλέπει την καλύτερή της φίλη να αργοπεθαίνει από το φιλί του βαμπίρ- ή μήπως εξαιτίας ενός γάμου συμφέροντος;- της δίνει κυριολεκτικά το φιλί της ζωής.
Στην περιπέτειά της συνοδοιπόρος είναι πάντα το «αετόπουλο», ένας άγνωστος νέος που προσπαθεί να την προστατεύσει, αλλά ποτέ δεν έχει να της δώσει σαφείς απαντήσεις.
Αλλαγή προοπτικής
Η Valerie μέσα από τις νέες, σχεδόν θρησκευτικές εμπειρίες που βιώνει, αποκτά μια έντονη περιέργεια απέναντι στη συμπεριφορά των ανθρώπων γύρω της, αναπτύσσει μία πρωτόλεια κριτική σκέψη απέναντι στους θεσμούς και προσπαθεί να πάρει αποφάσεις για τη θέση της στο δημόσιο χώρο. Φυσικά όλα φιλτράρονται μέσα από τον έρωτα- τον πλατωνικό, τον γυναικείο, τον συντροφικό, τον γενετήσιο, τον αδιέξοδο, τον πάντα ιερό. Η Valerie παρακολουθεί τον κόσμο γύρω της να αλλάζει, να γίνεται περίπλοκος και ενδιαφέρων, γοητευτικά επικίνδυνος και ακαταμάχητα προκλητικός. Με την ευρηματικότητα ενός ενήλικα και τη βεβαιότητα ενός παιδιού, η χαριτωμένη έφηβη καταφέρνει να ελίσσεται και να ξεφεύγει από θανάσιμες απειλές, από πραγματικά και φανταστικά βαμπίρ.
Στοιχεία αισθητικής και αφήγησης του Valerie and Her Week of Wonders: ανάμεσα στο όνειρο και την πραγματικότητα
Οι μικρές υποπλοκές που συνιστούν το σύνολο της αφήγησης, περιέχουν σύμβολα που ο θεατής έχει την επιλογή ή να τα ερμηνεύσει ή να τα παραβλέψει και να αφεθεί στο λυρισμό της ταινίας. Αυτό είναι ίσως και το μεγαλύτερο προσόν της ταινίας- ο παιγνιώδης χαρακτήρας της που ισορροπεί ανάμεσα στο όνειρο και στην πραγματικότητα. Ο σουρεαλισμός του “Valerie and her Weeks of Wonders” δεν προκαλεί σύγχυση στο θεατή ούτε αμφισβητεί ουσιαστικά την κλασική αφήγηση. Οι καλογραμμένοι χαρακτήρες με τα ξεκάθαρα κίνητρα, οι μικρές ιστορίες που αλληλοεμπλέκονται, όπως οι ζωές των ανθρώπων, διατηρούν ένα «προσγειωμένο» αφηγηματικό επίπεδο στην ταινία με την εξπρεσσιονιστική σκηνοθετική προσέγγιση, το φολκλορικό στοιχείο και τη γοτθική αισθητική.
Eάν όσα συμβαίνουν στη Valerie είναι πραγματικά ή αποτέλεσμα της φαντασίας της, δεν έχει εν τέλει καμία σημασία. Κι αυτό, γιατί κατά τη διάρκεια της «εβδομάδας των θαυμάτων» η Valerie θα περάσει από την ονειροπόληση στη δράση. Θα μάθει να ελίσσεται, να υποκρίνεται, να σιωπά, να εμπιστεύεται και να διεκδικεί. Θα μάθει πως ακόμη και τα πιο φρικτά και θηριώδη πράγματα, οι πιο απάνθρωπες και ειδεχθείς πράξεις ανήκουν απλά στο φάσμα των επιλογών της στη ζωή. Έτσι θα καταφέρει να αποκαθηλώσει τα γονικά πρότυπα από το θρόνο της παντοδυναμίας τους και να επιλέξει τη δική της πορεία. Γι’ αυτό και στην τελική σεκάνς της ταινίας, όλοι οι χαρακτήρες αφήνουν πίσω τις διαφορές τους κι ενώνονται σε ένα παγανιστικό γλέντι εν μέσω της άνοιξης- της εποχής που ταιριάζει περισσότερο στην εφηβεία. Κοιτάζοντας κατάματα την κάμερα, υπενθυμίζουν στο θεατή πως η ζωή είναι ένα παιχνίδι που οφείλεις να παίζεις με σύνεση αλλά και χωρίς φόβο.